Ο Αντώνης Πάσχος ζει στην Αθήνα. Η συλλογή διηγημάτων του, «το Αδελφομοίρι και άλλες ιστορίες» συμπεριλήφθηκε στις βραχείες λίστες για το Κρατικό Βραβείο και το Βραβείο Αναγνώστη. Η «Ετερόρρυθμη μέρα», από τις εκδόσεις Στερέωμα, είναι το τέταρτο βιβλίο του.
Ποια βιβλία έχετε αυτόν τον καιρό πλάι στο κρεβάτι σας;
Το «Ονομα Πατρός: Δούναβης» του Κώστα Ακρίβου και το «Νεαρά τομάρια» του Κόλιν Μπάρετ σε μετάφραση Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη.
Ποιο ήταν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο που μάθατε πρόσφατα χάρη στην ανάγνωση ενός βιβλίου;
Αν και οι ειδήσεις μάς τροφοδοτούν με άφθονες υπερβολές, η αποτύπωση της ζωής στη Γαλλία στο «Και μετά από αυτούς τα παιδιά τους», του Νικολά Ματιέ, εξηγεί πολλά για την κατάσταση στη Γαλλία, αφήνοντάς σου την αίσθηση του οικείου.
Βρήκατε ποτέ τον μπελά σας επειδή διαβάσατε ένα βιβλίο;
Βρήκα τον μπελά μου γράφοντας ένα διήγημα, και με το παραπάνω. Αλλά αυτοί είναι γλυκοί μπελάδες.
Περιγράψτε την ιδανική αναγνωστική συνθήκη.
Πλέον, ως γονέας, δεν έχω την πολυτέλεια να ψάχνω τις ιδανικές αναγνωστικές συνθήκες· και ανακαλύπτω ότι τελικά δεν έχει σημασία. Ενα βιβλίο μπορεί να σε συνεπάρει παντού· στο λεωφορείο, στο καφέ, σε παιδική χαρά, στον παιδότοπο. Με μουσική, φωνές και τη λέξη μπαμπά να ηχεί από μακριά, μέχρι να ρωτήσεις, τι θέλεις, παιδί μου, και να λάβεις την απάντηση, σου φωνάζω τόση ώρα, δεν μ’ ακούς;
Υπάρχουν κάποια είδη λογοτεχνίας που προτιμάτε και άλλα που αποφεύγετε;
Προτιμώ τη λογοτεχνία του φανταστικού. Τη βρίσκω απελευθερωτική και χαίρομαι που όλο και περισσότεροι Ελληνες συγγραφείς του είδους τραβούν την προσοχή του κοινού. Αποφεύγω αυτό που λέμε ερωτικό μυθιστόρημα. Κάθε τόσο αναγκάζω τον εαυτό μου να διαβάσει μερικά ας πούμε καλά δείγματα και, δυστυχώς, συνεχίζω να το αποφεύγω. Ως τώρα, τουλάχιστον.
Τι είναι αυτό που σας συγκινεί περισσότερο σε ένα βιβλίο;
Οταν μπαίνεις στο μυαλό ενός χαρακτήρα του οποίου το φέρσιμο και οι πράξεις είναι αδιανόητες για σένα, όμως με τον τρόπο που έχει αποδοθεί από τον συγγραφέα, μοιάζουν αναπόφευκτες. Είναι σπάνιο, προσωπικά το πρωτοσυνάντησα στον Στίβεν Πρέσφιλντ. Και αυτός που, για μένα, το κάνει καλύτερα απ’ όλους είναι ο Προυστ.
Υπάρχει κάποιο αγαπημένο βιβλίο που θα θέλατε να γίνει ταινία;
Ειλικρινά απορώ γιατί τα αστυνομικά του Δημήτρη Μαμαλούκα δεν έχουν γυριστεί ακόμη. Αν κάποιος αποφάσιζε να γυρίσει τον «Μεγάλο θάνατο του Βοτανικού», θα επένδυα στην παραγωγή!
Μπορείτε να σκιαγραφήσετε τον Γιάννη;
Ολα τα εγχειρίδια δημιουργικής γραφής σε συμβουλεύουν να οπλίσεις τους πρωταγωνιστές σου με έντονα θετικά κι αρνητικά στοιχεία. Γνωρίζω ότι το κλισέ του συνηθισμένου, καθημερινού και προσγειωμένου ήρωα έχει κάνει πολλά βαρετά βιβλία, ακόμη πιο βαρετά όμως, από την άλλη, έχουμε πήξει στους larger than life ήρωες.
Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα και μειονέκτημα, λοιπόν, του Γιάννη είναι ταυτόχρονα ότι νιώθει μέτριος· δεν εμπιστεύεται τις δυνάμεις του, είναι ευάλωτος, δεν είναι καν ετοιμόλογος. Αγωνίζεται λυσσαλέα, αλλά έχει όρια, τα ξεπερνάει, σπάει και κινδυνεύει να τα παρατήσει.
Ωστόσο, για να είμαι ειλικρινής, δεν άντεξα να μην του χαρίσω έναν ισχυρό μυθιστορηματικό ήρωα ως σύμμαχο: τον Νικ, που είναι μαχητικός, προνοητικός και δεν το βάζει κάτω με τίποτα.
Πώς θα αντεπεξέλθει ο ελεύθερος επαγγελματίας στην Ελλάδα του σήμερα;
Με απόλυτη ειλικρίνεια, δεν έχω ιδέα. Προσωπικά, ηττήθηκα παταγωδώς από το ελεύθερο επάγγελμα και πλέον εργάζομαι ως ιδιωτικός υπάλληλος, οπότε σίγουρα δεν έχω τη λύση. Το καλύτερο που προέκυψε απ’ αυτή την ήττα ήταν η «Ετερόρρυθμη μέρα».

