Ο Ελτον Τζον δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτα πλέον. Μπορεί όμως ακόμη και μετά την τελευταία λάιβ υπόκλιση (η γιγάντια περιοδεία του «Farewell Yellow Brick Road» ολοκληρώθηκε το 2023) και έπειτα από διάφορα προβλήματα υγείας που κόντεψαν να του κοστίσουν την όρασή του, να χαρίσει λίγη από τη λάμψη του στους άλλους. Οπως κάνει τώρα με τη μουσική φίλη του Μπράντι Καρλάιλ, που έπειτα από διάφορες μουσικές συναντήσεις εδώ και εκεί, αποφάσισαν να μοιραστούν τον αμοιβαίο τους θαυμασμό και σε μορφή δίσκου.
Ετσι προέκυψε το «Who Believes in Angels?», η από κοινού δισκογραφική δουλειά του σερ και της «σπουδαιότερης γυναίκας καλλιτέχνιδος στον κόσμο», όπως τη χαρακτηρίζει εκείνος. Νέο στα χαρτιά, «παλιό» στον τρόπο, το άλμπουμ του Βρετανού και της Αμερικανίδας τραγουδοποιού έχει προσεκτικά επιλεγμένους συνεργάτες που μπορούν να κάνουν «γκελ» σε κάθε γενιά. Για τους παλιούς, είναι εκεί ο Μπέρνι Τόπιν, το αιώνιο στιχουργικό έτερον ήμισυ του Τζον, για τους ενδιάμεσους, δύο εκ των Red Hot Chili Peppers (Τσαντ Σμιθ και Τζος Κλινγκχόφερ) και για τους λίγο νεότερους, ο παραγωγός Αντριου Βατ (έχει βάλει το χέρι του στην κονσόλα για δουλειές των Pearl Jam μέχρι της Lady Gaga και του Post Malone).
Οι βουτιές στο ’70s παρελθόν είναι συχνές μα ρηχές. Μετά μια κάπως αμήχανη ροκ έναρξη («The Rose of Laura Nyro»), ο Τζον θυμάται τις εποχές του «I’m Still Standing» αλλά και του Λιτλ Ρίτσαρντ («Little Richard’s Bible») – πιο μετά θα επιδοθεί και σε μια αρχετυπική Ελτον Τζον μπαλάντα («When This Old World Is Done With Me»). Το άλμπουμ παίρνει μια λίγο αποδοτικότερη στροφή όταν η Καρλάιλ το σηκώνει περισσότερο στις πλάτες της – όπως κάνει στο «Swing For The Fences» ή στο «A Little Light». Οταν οι δυο τους συνυπάρχουν ισόποσα, άλλοτε το κάνουν συγκαταβατικά καλά («Never Too Late») και άλλοτε ελαφρώς αδιάφορα (όπως στην ομώνυμη μπαλάντα).
Το άλμπουμ λειτουργεί όπως λίγο-πολύ και οι όψιμοι δίσκοι των Rolling Stones: υπογραμμίζει εμφατικά όσα μας κάνουν ακόμη να πατάμε το «play» σε νέες δουλειές ενός σπουδαίου βετεράνου, πασπαλίζει μια χρυσή παρακαταθήκη με λίγη ανανεωτική χρυσόσκονη (στην προκειμένη, πατώντας κυρίως στην πάντα όμορφη τραγουδοποιία της Καρλάιλ) και επενδύει τις ελπίδες του στην –πυροτεχνική– αίγλη που έχουν τέτοιες συνεργασίες.
Στο τέλος όμως, το εν λόγω άλμπουμ δεν παύει να ακούγεται σαν μια άσκηση ζεστάματος ενός πάλαι ποτέ πρωταθλητή, συνοδεία μιας πολύ αξιόλογης μουσικού. Και τελικά, ίσως να αλληλοεξοντώνουν τις χάρες τους σε μια τόσο εκτεταμένη συνεργασία, που μοιάζει πιο ταιριαστή για κάποια μεμονωμένα κομμάτια. Θα ήταν άλλωστε αδύνατο να γίνει κάποιο θαύμα. Ο Τζον και η Καρλάιλ το λένε και μόνοι τους: «Who believes in angels, anyway?».

