Εμανουέλ Κουρκόλ: Κοινό σημείο, η μουσική

Οι οικογενειακές σχέσεις, οι ίσες ευκαιρίες, το χιούμορ μέσα στο δράμα

3' 30" χρόνος ανάγνωσης

Δύο ταλαντούχα στη μουσική αδέλφια, τα οποία ωστόσο ξεκινούν από τελείως διαφορετικές αφετηρίες. Ο ένας (Τιμπό) γίνεται διεθνώς αναγνωρισμένος μαέστρος· ο άλλος (Τζίμι) δουλεύει σε σχολικό εστιατόριο και παίζει τρομπόνι στην τοπική φιλαρμονική ορχήστρα. Υιοθετημένοι από διαφορετικές οικογένειες, οι δυο τους συναντιούνται για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια, στο γλυκόπικρο φιλμ «Η ορχήστρα του αδερφού μου» του Εμανουέλ Κουρκόλ, ο οποίος εμπνέεται εξίσου από τις οικογενειακές σχέσεις και τη μουσική. «Με ενδιαφέρει πολύ το πώς εξελισσόμαστε με βάση το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνουμε, το είδος των μηχανισμών αυτολογοκρισίας που αναπτύσσουμε, τις φιλοδοξίες που έχουμε και τα μέσα για να τις πραγματοποιήσουμε», αναφέρει ο Γάλλος κινηματογραφιστής, τον οποίο συναντήσαμε στο τελευταίο Φεστιβάλ Καννών.

Οι χαρακτήρες πάντως του φιλμ, που κυκλοφορεί εδώ και λίγες ημέρες στις αίθουσες, έχουν αρκετά κοινά με τους δημιουργούς τους. «Ο ίδιος προέρχομαι από μεγαλοαστική οικογένεια, η οποία δεν είχε καθόλου καλλιτεχνική κλίση και κατόπιν αποφάσισα να ακολουθήσω μια τέτοια καριέρα, έγινα ηθοποιός, σεναριογράφος και πιο πρόσφατα σκηνοθέτης. Αντίστοιχα η συν-σεναριογράφος μου, Ιρέν Μουσκαρί, μεγάλωσε σε μια οικογένεια εργατικής τάξης στη νότια Ιταλία, σπούδασε, έκανε διδακτορικό στην ανθρωπολογία, μετακόμισε στη Γαλλία και τελικά βρέθηκε να περπατάει στο κόκκινο χαλί των Καννών. Είναι λοιπόν θέμα αποφασιστικότητας, αλλά και συγκυριών», σημειώνει ο Κουρκόλ και προχωράει τη σκέψη του: «Εδώ βέβαια υπάρχει το πολιτικό ζήτημα των ίσων ευκαιριών για όλους. Μια κοινωνία που δεν είναι ικανή να το κάνει αυτό παραμελεί και ξοδεύει, με έναν τρόπο, τις προοπτικές των ανθρώπων της».

Εμανουέλ Κουρκόλ: Κοινό σημείο, η μουσική-1
Η δική μου φυσική ροπή είναι να βρίσκω χιουμοριστικές στιγμές σε τραγικές – απελπιστικές καταστάσεις, λέει ο Εμανουέλ Κουρκόλ. [Carole Bethuel]

Η ταινία του, άλλωστε, εκτός της ιστορίας των δύο αδελφών, έχει και έντονο κοινωνικοπολιτικό πρόσημο. «Νομίζω ότι αυτό το στοιχείο είναι απαραίτητο σε όλες τις ταινίες μου· είναι κομμάτι του φόντου, αλλά και της ίδιας της ζωής. Η επαρχιακή Γαλλία, όπου εκτυλίσσεται το φιλμ, ήταν ένας πολύ σημαντικός βιομηχανικός κόμβος για τη χώρα μας, αντίστοιχος με την περιοχή των ορυχείων στη Βρετανία για παράδειγμα. Πλέον έχει εξαλειφθεί. Ηθελα να δείξω τον αντίκτυπο της αποβιομηχάνισης στις ζωές των ανθρώπων εκεί – δεν πρόκειται για το βασικό θέμα της ταινίας, όμως είναι σημαντικό να δει με τα μάτια του αυτός ο μαέστρος, ο οποίος ζει στον δικό του προνομιακό πλανήτη, πώς είναι να δουλεύεις σε ένα εργοστάσιο που κλείνει».

Σε κάθε περίπτωση, προσπαθώ οι ταινίες μου να είναι ανάλαφρες. Δεν θέλω να βγαίνει ο κόσμος από το σινεμά και να… αυτοκτονεί.

Για να τα αφηγηθεί όλα αυτά, ο Κουρκόλ επιστρατεύει σχεδόν ίσες δόσεις κωμικών και δραματικών στοιχείων, προκειμένου να δώσει ανάλαφρο τόνο σε μια κατά τα άλλα αρκετά συγκινητική ιστορία. «Αυτή είναι η ζωή. Και η δική μου φυσική ροπή είναι να βρίσκω χιουμοριστικές στιγμές σε τραγικές – απελπιστικές καταστάσεις. Η ζωή μπορεί να γίνει πολύ σκληρή, όμως συνεχίζουμε ελπίζοντας πάντα για κάτι καλύτερο. Οι χαρές και οι λύπες πηγαίνουν συχνά χέρι χέρι, κάτι που συμβαίνει έντονα και στη ζωή του καλλιτέχνη, η οποία είναι εξίσου γεμάτη με ελπίδα και απελπισία. Σε κάθε περίπτωση, όμως, προσπαθώ οι ταινίες μου να είναι ανάλαφρες. Δεν θέλω να βγαίνει ο κόσμος από το σινεμά και να… αυτοκτονεί», λέει γελώντας ο Κουρκόλ.

Για να πετύχει τη συγκεκριμένη προσέγγιση, πρέπει βέβαια να συνεργαστεί, όπως παρατηρεί, και με τους κατάλληλους ηθοποιούς: «Προφανώς όλα ξεκινούν από την αρχική επιλογή. Προσπαθώ να βρω εκείνους που έχουν μια ιδιαίτερη “λάμψη” στα μάτια. Ως ηθοποιός και ο ίδιος, πιστεύω ότι η υποκριτική απαιτεί μια πιο χαρούμενη προσέγγιση. “Παίζω” δεν σημαίνει απλώς εκτελώ το σενάριο, αλλά στην κυριολεξία κάνω κάτι που με ψυχαγωγεί, με διασκεδάζει. Δεν πιστεύω ότι ένας ηθοποιός πρέπει να υποφέρει, ακόμη και όταν ερμηνεύει έναν εντελώς δραματικό ρόλο».

Στην «Ορχήστρα…», τον ρόλο του μεγάλου αδελφού-μαέστρου έχει ο Μπενζαμέν Λαβέρν, διακεκριμένος ηθοποιός της Comedie Francaise, ενώ σε εκείνον του νεότερου αδελφού βρίσκεται ο ανερχόμενος Πιερ Λοτέν, με τον οποίο ο Κουρκόλ είχε συνεργαστεί επιτυχημένα και στο «Ενας θρίαμβος». Ο ίδιος ο Γάλλος κινηματογραφιστής, πάντως, δεν ανησυχεί τόσο για τους πρωταγωνιστές του: «Ξέρω πώς νιώθει ένας ηθοποιός μπροστά στην κάμερα, τον φόβο και την ευθραυστότητά του, και αυτό το συναίσθημα είναι ακόμη πιο έντονο στους δεύτερους ρόλους. Εκεί πρέπει ο σκηνοθέτης να είναι υποστηρικτικός, αλλά και οι πρωταγωνιστές γενναιόδωροι, έτσι ώστε όλοι να αισθάνονται καλά με τη δουλειά τους».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT