Το κοινό της κλασικής μουσικής συρρικνώνεται. Οχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Σημαντικό μερίδιο ευθύνης έχει η εκπαίδευση. Στη χώρα μας το είδος απουσιάζει παντελώς από τα σχολεία και επιπλέον απαξιώνεται από την ίδια την πολιτεία. Η διόλου αθώα άποψη ότι «η μουσική είναι μία» έχει υιοθετηθεί στην πράξη και έχει αποφέρει καρπούς: έχει πλέον εμπεδωθεί ότι ο Τσιτσάνης είναι ο Μπαχ της Ελλάδας. Η ελληνική μουσική ταυτίζεται με το ελληνικό τραγούδι, το οποίο θεωρείται ότι αποτελεί τη συμβολή της χώρας μας στη μουσική. Ουδείς διανοείται να υπερασπιστεί δημόσια μια παράδοση που ξεκίνησε από τον Νικόλαο Μάντζαρο, τον Παύλο Καρρέρ και τον Σπυρίδωνα Σαμάρα και συνεχίστηκε από τον Μανώλη Καλομοίρη, τον Αιμίλιο Ριάδη, τον Μάριο Βάρβογλη και τόσους άλλους.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις άδειες αίθουσες, ορχήστρες σε όλο τον κόσμο επιχειρούν να πλησιάσουν νέα ακροατήρια μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα και συναυλίες διαφόρων ειδών. Στόχος είναι το κοινό να πάψει να φοβάται αυτό που του είναι άγνωστο, και να γοητευτεί. Να πάψει να ταυτίζει την κλασική μουσική με τη Μεγάλη Παρασκευή. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών παρουσιάζει εδώ και χρόνια το πρόγραμμα «Ταξίδι στο κέντρο της μουσικής». Πρόκειται για εξαιρετικά επιτυχημένη σειρά συναυλιών με γνωστούς παρουσιαστές και μονοθεματικό περιεχόμενο: κάθε φορά επιλέγεται ένα αντικείμενο, όπως λόγου χάριν το «ιντερμέτζο» ή η «μουσική μπαλέτου», και καθένας από τους τρεις παρουσιαστές ρίχνει φως στο θέμα από τη δική του σκοπιά. Παρουσιαστές είναι ο πιανίστας και παραγωγός μουσικών εκπομπών Χρίστος Παπαγεωργίου, η ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας Μαρία Ευθυμίου και ο αρχιμουσικός και καλλιτεχνικός διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών Λουκάς Καρυτινός.
Στις 7 Μαρτίου στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης», το θέμα ήταν το «εμβατήριο». Από το ρεπερτόριο τεσσάρων και πλέον αιώνων μουσικής επιλέχθηκαν χαρακτηριστικά παραδείγματα, όπως ένα στρατιωτικό, ένα γαμήλιο, ένα «περιπατητικό» εμβατήριο, αλλά και ένα εμβατήριο για στέψη. Επίσης, έγινε αναφορά στα πένθιμα εμβατήρια, που αποτελούν πλήθος στον κόσμο της μουσικής. Ωστόσο, επιλέχθηκε να μην ακουστεί κάποιο από τα πολλά. Γενικά η διάθεση ήταν ανάλαφρη, ψυχαγωγική και ο λόγος στρογγυλεμένος, κάποιες φορές ίσως περιττά. Υπήρχε μια αίσθηση ότι σκιές έπρεπε να αποφευχθούν από το κείμενο όσο και από τις μουσικές προτάσεις. Ολα να αρέσουν.
Με ευχάριστη μουσική και ανάλαφρο λόγο, η Κρατική επιχειρεί να προσελκύσει διαφορετικές ομάδες κοινού.
Ο Παπαγεωργίου παρουσίαζε κυρίως με ανέμελο ή και χαριτωμένο τρόπο κάθε απόσπασμα, μη θεωρηθεί κάτι σοβαρό ή βαρύ: ο φόβος της Μεγάλης Παρασκευής ελλοχεύει πάντα. Η Ευθυμίου πλαισίωνε το θέμα με ενδιαφέρουσες, αν και όχι απαραίτητα σχετικές πληροφορίες, προσέχοντας ταυτόχρονα να μη βαρύνει τη διάθεση, ενώ ο Καρυτινός, διατηρώντας το χιούμορ του, ήταν σταθερά ο πιο ουσιαστικός σε ό,τι αφορούσε την πληροφορία για κάθε έργο, το οποίο στη συνέχεια διηύθυνε.
Η βεντάλια άνοιξε από τον Σούμπερτ, τον Μπερλιόζ και τον Μέντελσον έως τον Βάγκνερ, τον Βέρντι και τον Ελγκαρ. Ενδιαφέρουσες πινελιές ήταν το εμβατήριο του Αρνολντ από την κινηματογραφική ταινία «Η γέφυρα του ποταμού Κβάι» αλλά και το «Εμβατήριο της στέψης» από τη σπανιότατα παρουσιαζόμενη όπερα «Ο προφήτης» του Μεγερμπέρ.
Στη βραδιά συμμετείχε η καλά συντονισμένη μπάντα της Πολεμικής Αεροπορίας υπό τον επισμηναγό Αλέξανδρο Λιτσαρδόπουλο. Συνεισέφερε την αισθητική του αυθεντικού στρατιωτικού εμβατηρίου και συνέβαλε στην επιτυχημένη απόδοση του θριαμβικού εμβατηρίου από την «Αΐντα» του Βέρντι.
Το κοινό το απόλαυσε. Επανέρχεται σε κάθε συναυλία του «Ταξιδιού στο κέντρο της μουσικής». Απομένει να φανεί πόσοι ακροατές θα πειστούν να παρακολουθήσουν μία από τις τακτικές συναυλίες της Κρατικής, χωρίς παρουσιαστές και ανέκδοτα. Πόσοι θα περάσουν από τη διασκέδαση (διασκεδάννυμι: διασκορπίζω, σπαταλώ) στην ψυχαγωγία (αγωγή της ψυχής).

