Ενα πλάσμα νεκροζώντανο

Επιστρέφοντας από τον πόλεμο με μια ξένη ψυχή, κάποιου άλλου, γαντζωμένη πάνω σου

3' 31" χρόνος ανάγνωσης

PETER FLAMM   
Εγώ;  
μτφρ.: Μαρία Μαντή  
εκδ. Μεταίχμιο, 2025, σελ. 224   
 
Είναι κάποιες φορές που στον πόλεμο δεν πεθαίνεις. Μπορεί να έχεις ανατιναχτεί από έναν εχθρικό όλμο, να έχεις διαλυθεί από μια νάρκη, να έχεις δεχθεί πυρά από έναν ελεύθερο σκοπευτή, και πράγματι να πέσεις άψυχος στο χώμα, μα και πάλι: χωρίς να πεθάνεις. Ενας από αυτούς που θα γυρίσουν πίσω –γιατί βέβαια πάντα κάποιοι επιστρέφουν: τρελοί, αλαφροΐσκιωτοι, γυρισμένοι τα μέσα έξω– ίσως σε φέρει μαζί του, έτσι και γαντζωθείς με τα νύχια από την ψυχή του, από εκείνο το κομμάτι του εαυτού του που δεν του ανήκει εξ ολοκλήρου: γιατί ανήκει πρωτίστως στον θάνατο: «[Μ]παίνω στη ζωή του λες και μπαίνω σε κορνίζα, όμως γνωρίζω τα πάντα, στέκομαι σαν θεατής εκεί πίσω, είμαι παρ’ όλα αυτά εγώ ο ίδιος και παρακολουθώ τον εαυτό μου, που είμαι ο άλλος και ταυτόχρονα εγώ» (σ. 27).  

Ο πρωταγωνιστής αυτού του συνταρακτικού μονολόγου, που μπορεί να νοηθεί και σαν το πιο μακρόσυρτο επιφώνημα της λογοτεχνίας ή σαν γριφώδες χαρακτικό του Εσερ, λέγεται Βίλχελμ Μπέτουχ, αλλά λέγεται και δόκτωρ Χανς Στερν, και επιστρέφει από το φονικό Βερντέν το 1916. Επιστρέφει ο γιατρός… αλλά και το φάντασμα του κακομοίρη Μπέτουχ, του μια ζωή άτυχου, ασήμαντου Μπέτουχ, που τα κατάφερε να σκοτωθεί την τελευταία ημέρα του πολέμου, στην τελευταία περιπολία του πολέμου, ίσως από την τελευταία σφαίρα του πολέμου. Γαντζώνεται στο μυαλό του Χανς, παίρνουν το τρένο μαζί και γυρίζουν στο Βερολίνο μαζί – εκεί όπου ο επιφανής δόκτωρ Στερν θα γίνει δεκτός με αγαλλίαση από την αγγελική σύζυγό του, την Γκρέτε, και από τη μητέρα του… αν και όχι από τον σκύλο του, αυτόν τον μυστηριώδη, πανταχού παρόντα σκύλο που δεν αναγνωρίζει την πνοή πίσω από το σώμα του αφεντικού του: γιατί το αφεντικό του έχει πεθάνει στο Βερντέν, είναι ακόμη ένα θύμα του Μεγάλου Πολέμου («Εδώ κάηκαν εκατομμύρια […] εδώ βρίσκεται η Ευρώπη», σ. 163-164), και πίσω έχει γυρίσει ένα ζόμπι, ένας νεκροζώντανος, ένας Doppelgänger, ή καλύτερα ένας άνθρωπος φτιαγμένος από δύο μισά: το μισό του ζωντανού και το μισό του σκοτωμένου.  

Ο άτυχος, ασήμαντος Μπέτουχ, που κατάφερε να σκοτωθεί την τελευταία ημέρα του πολέμου, στην τελευταία περιπολία του πολέμου, ίσως από την τελευταία σφαίρα του πολέμου, στοιχειώνει τον γιατρό Χανς και επιστρέφει στο Βερολίνο μαζί του.   

Θα υπάρξουν και άλλοι ήρωες σε αυτό το εφιαλτικό μονόπρακτο του χαμού που ανεβοκατεβαίνει στο κεφάλι του αναγνώστη σαν τρενάκι του λούνα παρκ με χαλασμένα φρένα: ο σατανικός κατήγορος Μπόργκες, φτιαγμένος σαν 3D κυβιστικός πίνακας, η ραδιούργα ερωμένη Μπούσι, η αθώα φόνισσα Εμμυ, και άλλοι, σαν ήρωες σε θέατρο Καμπούκι. Στο μεταξύ, ο Χανς –αν αυτός είναι ο Χανς: ο σκύλος έχει άλλη γνώμη– θα συνεχίσει να καταβυθίζεται βουστροφηδόν στον εαυτό του, να αυτοσυντρίβεται, να ψάχνει το κέντρο του, το εγώ του, το σπίτι του («Σπίτι, ωραία και παράξενη λέξη, έχει άραγε ένας άνθρωπος σπίτι, πατρίδα;», σ. 105), αλλά και μια ευκαιρία για ξεκούραση, λύτρωση και λησμονιά («…θέλω να ξαπλώσω κάπου στον κόσμο ήρεμος, να κλείσω τα μάτια και να είμαι νεκρός και να είμαι κάτω από τη γη», σ. 123), μέχρι το ανατριχιαστικό, καφκικό τέλος.  

Ενα πλάσμα νεκροζώντανο-1Δεν έχουμε λόγια για τη μετάφραση της Μαρίας Μαντή (που ανέλαβε και το κατατοπιστικότατο επίμετρο) αλλά και για το πάθος της για τον Φλαμ. Μας εμπιστεύθηκε και τα εξής: «Η ανάσυρση του “Εγώ;” από το αρχείο του εκδοτικού Fischer Verlag αποτέλεσε το λογοτεχνικό γεγονός του 2024. Το αινιγματικό αυτό μυθιστόρημα που γράφτηκε το 1926 είναι ένας εξπρεσιονιστικός εφιάλτης, ένα ψυχολογικό και υπαρξιακό θρίλερ που επιχειρεί μια καταβύθιση στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. Γράφτηκε από τον αινιγματικό συγγραφέα και ψυχαναλυτή Πέτερ Φλαμ, που με την άνοδο του Χίτλερ το 1933 αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στη Νέα Υόρκη. Η γραφή του Φλαμ παίζει με το φως και τη σκιά, έχει μέσα της σκοτάδι, και ο ήρωας παλεύει να μην τον καταπιεί. Η εξπρεσιονιστική ξυλογραφία του Εριχ Χέκελ, που επιλέχθηκε για το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης, δεν θα μπορούσε να είναι πιο αντιπροσωπευτική: παριστάνεται ο άνθρωπος που έχει επιστρέψει από τον πόλεμο, μια ανίσχυρη φιγούρα μέσα στην πάλη του σκιοφωτισμού της εικόνας (το σκοτάδι του πολέμου, το φως της επιστροφής). Η μοναχική φιγούρα όμως είναι κατάμαυρη, μια σκιά που κουβαλάει το σκοτάδι μέσα της. Τι κι αν επέστρεψε στο φως, είναι ένα πλάσμα νεκροζώντανο».  

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT