Ενα νέο, πρακτικό εργαλείο για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών διαθέτει πλέον η Ελλάδα. Ο λόγος για την «Κόκκινη λίστα των ελληνικών πολιτιστικών αγαθών σε κίνδυνο», έναν κατάλογο με κατηγορίες αντικειμένων που χρονολογούνται από την προϊστορική μέχρι τη σύγχρονη εποχή και τα οποία κινδυνεύουν από το λαθρεμπόριο. Ο κατάλογος, που παρουσιάστηκε στο Μουσείο Ακρόπολης, δημοσιεύθηκε από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) και συντάχθηκε από το ελληνικό τμήμα του συμβουλίου και μια ομάδα Ελλήνων εμπειρογνωμόνων, με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού.
«Κύριος στόχος της “κόκκινης λίστας” είναι να βοηθηθούν οι αρχές επιβολής του νόμου, όπως η αστυνομία και τα τελωνεία, καθώς και οίκοι δημοπρασιών και επαγγελματίες της πολιτιστικής κληρονομιάς, σε μέρη όπου κινδυνεύουν να βρεθούν αντικείμενα τα οποία αποτελούν προϊόντα λαθρεμπορίου. Σίγουρα όμως μπορεί να αξιοποιηθεί και από μουσεία, πανεπιστήμια, ερευνητές ή και ιδιώτες», λέει στην «Κ» η ιστορικός τέχνης και μουσειολόγος Ελισάβετ Μπαργκ από το εγχώριο τμήμα του ICOM, η οποία ήταν η συντονίστρια του ελληνικού εγχειρήματος. «Η Ελλάδα μάλιστα είναι η πρώτη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης που διαθέτει πλέον “κόκκινη λίστα”», συμπληρώνει.
Οι λεγόμενες Red Lists που κυκλοφορεί το ICOM από το 2000 (έχουν δημοσιευθεί είκοσι, για χώρες που έχουν αντιμετωπίσει ένοπλες συρράξεις και άλλους κινδύνους για την πολιτιστική τους κληρονομιά), δεν είναι κατάλογοι κλεμμένων αντικειμένων. Περιέχουν ενδεικτικά παραδείγματα πολιτιστικών αγαθών τα οποία ανήκουν σε κατηγορίες που κινδυνεύουν από την παράνομη διακίνηση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, τα κριτήρια για την επιλογή των αντικειμένων ήταν η συχνότητα εμφάνισής τους στο διεθνές εμπόριο τέχνης, η αυξημένη ζήτηση για διακίνησή τους με βάση τις κλοπές στον ελλαδικό χώρο και η προστασία τους από την εθνική και διεθνή νομοθεσία.
Ξεφυλλίζοντας την ελληνική Red List βρίσκει κανείς 52 αντικείμενα, ταξινομημένα σε εννιά κατηγορίες (γλυπτική, αγγεία, αρχιτεκτονικός διάκοσμος, οπλισμός, νομισματική, κοσμήματα, εκκλησιαστικά αντικείμενα, βιβλία και χειρόγραφα, ζωγραφική), τα οποία περιλαμβάνουν από μυκηναϊκά ειδώλια και αττικούς κρατήρες, μέχρι αθηναϊκά τετράδραχμα, βυζαντινά σπαράγματα τοιχογραφιών και έργα του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ. Τα αντικείμενα βρίσκονται σε συλλογές ιδρυμάτων όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το Βυζαντινό και Χριστιανικό, το Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας κ.ά.
«Οι αστυνομικές αρχές, οι οίκοι δημοπρασιών, ξέρουν καλά πού βρίσκονται τα κυκλώματα παράνομης διακίνησης», λέει η δρ Ελισάβετ Μπαργκ. «Σκεφτείτε όμως ένα τελωνείο στο Μεξικό, του οποίου ο υπάλληλος δεν έχει δει οπωσδήποτε κάποιο αρχαίο ελληνικό έργο τέχνης. Μπορεί για παράδειγμα να συναντήσει ένα κυκλαδίτικο ειδώλιο και να θεωρήσει ότι πρόκειται για σύγχρονο έργο. Οι “κόκκινες λίστες” χρησιμοποιούνται σε τέτοιες περιπτώσεις, ώστε οι υπάλληλοι να τις ελέγχουν και αν διαπιστώσουν ότι ένα αντικείμενο χρήζει περαιτέρω έρευνας, να το εξετάσουν και να απευθυνθούν στις αρμόδιες αρχές».
Η ελληνική «κόκκινη λίστα» έχει αναρτηθεί στον ιστότοπο του ICOM στα ελληνικά και στα αγγλικά, ενώ θα διανεμηθεί σε διεθνείς και εγχώριους εταίρους του, αστυνομικές και τελωνειακές αρχές κ.ά.

