Μέσα σε μία διετία (1974-75) ο πολιτικός χάρτης της νότιας Ευρώπης άλλαξε σημαντικά με τον τερματισμό των στρατιωτικών δικτατοριών σε Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία. Ο κινηματογράφος, τέχνη θεμελιωδώς κοινωνική και προφανώς πολιτική, δεν έμεινε αμέτοχος στις εξελίξεις· αντιθέτως, εξέφρασε το πνεύμα της αλλαγής με ποικίλους τρόπους, τόσο πριν όσο (κυρίως) και μετά την πτώση των απολυταρχικών καθεστώτων. Τιμώντας τη συγκεκριμένη στάση και την πλούσια σχετική εργογραφία, οι Ταινιοθήκες των τριών χωρών γιορτάζουν τις επόμενες ημέρες (13-19/3) τα 50 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας με ένα μεγάλο αφιέρωμα που θα πραγματοποιηθεί στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος.
«Είναι ενδιαφέρον ότι οι κοντινές χρονικά πολιτικές εξελίξεις στις τρεις αυτές χώρες φέρνουν παρόμοιες τάσεις και στον κινηματογράφο, δίχως μάλιστα να υπάρχει ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ των καλλιτεχνών. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι οι συγκεκριμένες τάσεις ξεκινούν ήδη με τα καθεστώτα εν ισχύι, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην Ελλάδα με τις πρώτες ταινίες του Αγγελόπουλου, του Βούλγαρη ή του Δαμιανού. Αυτό μπορεί να έχει να κάνει με τις φάσεις που περνούν τα καθεστώτα, ένα ψευδεπίγραφο ή μη άνοιγμα προς τις τέχνες και, φυσικά, με το μόνιμο παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι που υπάρχει σε τέτοιες περιπτώσεις», μας λέει ο Κωστής Κορνέτης, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, με ειδικότητα στη μεταπολιτευτική ιστορία.
Ο ίδιος θα λάβει μέρος το προσεχές Σάββατο (12.30 μ.μ.) σε συζήτηση στρογγυλής τράπεζας μαζί με την πρόεδρο της Ταινιοθήκης, Μαρία Κομνηνού, και εκπροσώπους των άλλων δύο κινηματογραφικών οργανισμών. Δύο ημέρες νωρίτερα, στην έναρξη του αφιερώματος, θα προβληθεί ο «Θίασος» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, η ταινία που ουσιαστικά σηματοδοτεί και την έλευση του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου. Τις επόμενες ημέρες θα ακολουθήσουν ακόμη εννέα φιλμ από την Ελλάδα, ανάμεσα στα οποία η «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού και το «Χάππυ Νταίη» του Παντελή Βούλγαρη. Αντίστοιχα, από την Ισπανία θα προβληθούν ταινίες σαν το «Θρέψε κοράκια» του Κάρλος Σάουρα και το «Εγκλημα στην Κουένκα» της Πιλάρ Μιρό, ενώ από την Πορτογαλία θα έχουμε, ανάμεσα σε άλλα, τα «Πράσινα χρόνια» του Πάολο Ρόσα και «Το αίμα» του Πέδρο Κόστα.
«Ενα άλλο ενδιαφέρον (κοινό) στοιχείο ανάμεσα στους κινηματογράφους των τριών χωρών έχει να κάνει με την υπαινικτική γλώσσα, στην οποία εκφράζονται οι δημιουργοί τους. Βλέπουμε, μάλιστα, ότι και έπειτα από τη μετάβαση στη Δημοκρατία δυσκολεύονται να την αφήσουν. Από την άλλη, έχουμε και ένα κοινό “εκπαιδευμένο” να διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές, ενώ η κουβέντα, το ντιμπέιτ μετά την έξοδο από την αίθουσα ή στο περιθώριο των φεστιβάλ κτλ. είναι σχεδόν εξίσου σημαντικό με το ίδιο το έργο», αναφέρει ο κ. Κορνέτης.
Οταν του ζητάμε να μας ξεχωρίσει μερικές επιλογές του αφιερώματος, ο ίδιος απαντά: «Ο “Θίασος” αποτελεί προφανώς τομή και γιατί εγκαινιάζει μια αριστερή ιστοριογραφία στο σινεμά, η οποία δεν υπήρχε προηγουμένως. Θα δείξουμε ωστόσο και λιγότερο γνωστές ταινίες όπως το “Μια ζωή σε θυμάμαι να φεύγεις” της Φρίντας Λιάππα, η οποία για εμένα “είναι” η Μεταπολίτευση. Επιπλέον, είναι εντυπωσιακό το πόσο συγγενική μοιάζει με τις “Χάρτινες τίγρεις” του Ισπανού Φερνάντο Κολόμο, εκφράζοντας τη ριζοσπαστικοποίηση της εποχής αλλά και κάποια μελαγχολία». Οσο για το κοινό με την Ισπανία μετεμφυλιακό τραύμα, το οποίο αποτυπώνεται και στο σινεμά της Μεταπολίτευσης, ο κ. Κορνέτης σημειώνει βασικά μία διαφορά: «Η ισπανική μετάβαση βασίστηκε στο ξεπέρασμα της πολιτικής έριδας, με σύνθημα “να μην κοιτάμε πίσω”, ενώ στην Ελλάδα τα προτάγματα ήταν πολύ πιο ευδιάκριτα πολιτικοποιημένα».

