Με το δεύτερο αυτό κείμενο συνεργασίας μου με το «Τέχνες και Γράμματα» της «Καθημερινής» της Κυριακής, καλό θα είναι να αυτοσυστηθώ, τρόπον τινά, στους αναγνώστες με την εδώ και περίπου πενήντα χρόνια ιδιότητά μου: αυτήν του γλωσσικού επιμελητή εκδόσεων και κειμένων, ου μην αλλά και του γλωσσανθρώπου/γλωσσοδίφη, ίσως και του γλωσσομανούς/γλωσσολάγνου τελικά.
Πάμε λοιπόν και στα επίδικα, γλωσσικού χαρακτήρα σήμερα. Λόγω των γερμανικών εκλογών, από τηλεοράσεις και από ραδιόφωνα, από εφημερίδες και από δικτυακούς τόπους, ακούγαμε τις προηγούμενες μέρες να γίνεται κατά κόρον λόγος για κρατίδια: «στα κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας [αρνούμαι να γράψω της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας δύο ψέματα σε τρεις λέξεις πέφτουν πολλά, που θα έλεγε και ο Καστοριάδης] υπερίσχυσε η AfD», «στο κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης πρώτο αναδείχθηκε το CDU» κ.ο.κ. Επανέρχομαι έτσι για πολλοστή φορά στο ότι δεν υπάρχουν γερμανικά κρατίδια αλλά ομόσπονδα κράτη (Länder), τα οποία συναποτελούν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Επί ματαίω ίσως επιμένω, αφού γνωρίζω ότι είναι σχεδόν βέβαιο πως τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει, πως η άποψή μου θυμίζει μάλλον «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», πως θα εξακολουθήσουμε να ακούμε και να διαβάζουμε για γερμανικά κρατίδια.
Δεν υπάρχουν «γερμανικά κρατίδια» αλλά ομόσπονδα κράτη (Länder), τα οποία συναποτελούν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Και όμως, κρατίδιο στα ελληνικά σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό: το πολύ μικρό, σε έκταση και σε πληθυσμό, κράτος. Κρατίδια είναι ο Aγιος Μαρίνος, το Λίχτενστάιν, η Ανδόρα. Αλλωστε και γενικότερα, η κατάληξη -ίδιο σχεδόν πάντοτε παραπέμπει σε μικρό μέγεθος (σωματίδιο, σφαιρίδιο, φιαλίδιο κ.ο.κ.). Πώς μπορεί, λοιπόν, να γίνεται λόγος για το κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας ή για εκείνο της Βαυαρίας, όταν μιλάμε για 18 και 13 εκατομμύρια πληθυσμό αντίστοιχα; Το ίδιο ισχύει και για την Ινδία, με τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης να κάνουν επίσης λόγο για ινδικά κρατίδια, αντί για ομόσπονδα κράτη ή ομόσπονδες δημοκρατίες. Εκεί μάλιστα, το ομόσπονδο κράτος του Μπιχάρ έχει πληθυσμό 130 εκατομμύρια και εκείνο του Ούταρ Πραντές 190 εκατομμύρια! Αλλο χρήσιμο, όσο και αρκετά οικείο σε εμάς, παράδειγμα είναι αυτό της κάποτε Γιουγκοσλαβίας, την οποία μετά το 1946 αποτελούσαν έξι ομόσπονδες δημοκρατίες (συν δύο αυτόνομες περιοχές στο πλαίσιο της Σερβίας: το Κόσοβο και η Βοϊβοντίνα). Ισως και λόγω γειτνίασης, σε εκείνη την περίπτωση ήμασταν πιο προσεκτικοί, δεν γράφαμε και δεν λέγαμε το κρατίδιο της Κροατίας ή το κρατίδιο της Βοσνίας Ερζεγοβίνης. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την άμεση γειτόνισσά μας, την τότε Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας, νυν Βόρεια Μακεδονία, μόνον οι υπερπατριώτες (εκείνοι με τους Βουκεφάλες, εκείνοι που ήθελαν «σύνορα με τη Σερβία», αλλά και άλλοι) αρέσκονταν να λένε και να γράφουν «το κρατίδιο των Σκοπίων», δίνοντας συνειδητά όσο και σαφώς μειωτική/απαξιωτική χροιά στη λέξη κρατίδιο.
Και τι γίνεται με τους Εβραίους; Ισως και μέσω ενός αποτρόπαιου συνειρμού, ο οποίος αγγίζει τα όρια του εφιάλτη, ιδού ένα ακόμα γλωσσικό φάλτσο. Εκ των πραγμάτων, μόνον στον γραπτό λόγο αυτό, αφού αφορά απλώς την επιλογή μεταξύ κεφαλαίου και πεζού πρώτου γράμματος. Ο εβραίος λοιπόν, δεν είναι εθνικός προσδιορισμός, όπως ο Γάλλος, ο Νορβηγός ή ο Αιγύπτιος, αλλά θρησκευτικός, αντίστοιχος με το χριστιανός, βουδιστής, μουσουλμάνος, κ.ο.κ. Παρ’ όλα αυτά, είθισται να γράφεται «ο Χ ήταν Εβραίος», «η Ψ είναι Εβραία» ή «οι Εβραίοι της Πράγας». Επίσης, οι διώξεις στη ναζιστική Γερμανία αφορούσαν Γερμανούς, Πολωνούς κ.λπ. πολίτες, εβραίους στο θρήσκευμα ή/και στην καταγωγή, και επομένως όχι… Εβραίους (με κεφαλαίο). Οσο για τον πολίτη του Ισραήλ, αυτός λέγεται Ισραηλίτης, και ακόμα πιο σωστά Ισραηλινός, μιας και παρ’ ημίν ο όρος Ισραηλίτης έχει, ιστορικά, επίσης θρησκευτικές συνδηλώσεις («η ισραηλιτική κοινότητα της Κέρκυρας» κ.λπ.). Αλλωστε, δεν είναι καν όλοι οι κάτοικοι του Ισραήλ εβραίοι το θρήσκευμα, καθώς στα εδαφικά όρια της χώρας, έτσι ή αλλιώς διαφιλονικούμενα, κατοικούν και ουκ ολίγοι μουσουλμάνοι, κυρίως Παλαιστίνιοι.
Για να κλείσω, και προκειμένου να γίνει πιο γλαφυρή και πιο κατανοητή η επισήμανσή μου, ιδού μια φράση που τη συνάντησα σε κείμενο καθ’ όλα σοβαρό και τεκμηριωμένο: «Ο ένας γονιός της ήταν Εβραίος, ο άλλος χριστιανός, κι εκείνη παντρεύτηκε μουσουλμάνο». Είναι, νομίζω, πασιφανές ότι η φράση πάσχει από απουσία αυτού που θα μπορούσε να αποκληθεί «στοιχειώδης ορθογραφική λογική».

