Ενας άνδρας κάθεται αμέριμνος στην καρέκλα του κουρέα. Τα μάτια του είναι κλειστά, το πρόσωπο ήδη γεμάτο σαπουνάδα και το ξυράφι πιάνει δουλειά. Ξαφνικά η λάμα αλλάζει χέρια. «Αυτό είναι ζόρικο. Το κάνουν να μοιάζει τόσο εύκολο, έτσι δεν είναι;» λέει με απαλή, σχεδόν τραγουδιστή φωνή ο καινούργιος… μπαρμπέρης. Η σκηνή της «κοφτερής» ανάκρισης από το «Ο Μισσισσιπής καίγεται» του Αλαν Πάρκερ δεν είναι η πιο διάσημη της καριέρας του Τζιν Χάκμαν, αποτελεί ωστόσο αδιάψευστη μαρτυρία του μοναδικού υποκριτικού του στυλ. Αλλωστε, ο Αμερικανός ηθοποιός, ο οποίος έφυγε χθες από τη ζωή στα 95 του, δεν ξεχώριζε για κάποιο ιδιαίτερο εξωτερικό χαρακτηριστικό του, σαν την ακαταμάχητη γοητεία π.χ. του Ρόμπερτ Ρέντφορντ ή το επικίνδυνο χαμόγελο του Τζακ Νίκολσον – και όμως ήταν ισάξιός τους μπροστά από τον φακό.
Ο θάνατος του Χάκμαν καλύπτεται, προς το παρόν, με ένα πέπλο μυστηρίου, αφού τόσο εκείνος όσο και η 63χρονη σύζυγός του Μπέτσι Αρακάουα, καθώς και ο σκύλος τους, εντοπίστηκαν νεκροί στο σπίτι τους στη Σάντα Φε, δίχως φανερά σημάδια εγκληματικής ενέργειας ενώ η έρευνα συνεχίζεται. Από την άλλη, η ζωή και η καριέρα του Τζιν Χάκμαν δεν αποτελούν μεγάλο μυστήριο. Τέσσερις γεμάτες δεκαετίες, χονδρικά από το «Μπόνι και Κλάιντ» (1967) του Αρθουρ Πεν, που τον συστήνει ως σημαντικό ηθοποιό και του χαρίζει την πρώτη οσκαρική υποψηφιότητα, μέχρι την «Οικογένεια Τένενμπαουμ» (2001) του Γουές Αντερσον, στον τελευταίο σπουδαίο ρόλο της σταδιοδρομίας του στο σινεμά. Δύο βραβεία Οσκαρ και δεκάδες άλλα, για έναν ηθοποιό που, όπως και πολλοί μεγάλοι, έχει παίξει επίσης σε αρκετές (τουλάχιστον) μέτριες ταινίες, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1980.
Μια τέτοια προφανώς και δεν ήταν το «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία» («The French Connection»), εκεί όπου ο Χάκμαν υποδύθηκε τον Τζίμι «Ποπάι» Ντόιλ, έναν σκληρό αστυνομικό αμφιλεγόμενης ηθικής, ο οποίος τα βάζει με έναν κύκλο εμπόρων ναρκωτικών με έδρα τη Μασσαλία. Η αριστουργηματική κινηματογράφηση του Γουίλιαμ Φρίντκιν παντρεύτηκε με την ερμηνεία του Χάκμαν, ο οποίος είναι απλώς μαγνητικός, είτε «καθαρίζει» με συνοπτικές διαδικασίες ένα μπαρ Αφροαμερικανών είτε απλώς διασχίζει σαν σίφουνας τη Νέα Υόρκη κυνηγώντας κάποιον ύποπτο.
Το πρώτο του Οσκαρ το κέρδισε για τον ρόλο του Τζίμι «Ποπάι» Ντόιλ στο «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία» του Γουίλιαμ Φρίντκιν.
Ενα χαρακτηριστικό γνώρισμα των μεγάλων ηθοποιών είναι ότι τους επιλέγουν στις ταινίες τους οι σπουδαίοι σκηνοθέτες. Μετά τον «Ανθρωπο από τη Γαλλία», που του χάρισε και το πρώτο του Οσκαρ, ο Χάκμαν συνεργάστηκε με τον Φράνσις Φορντ Κόπολα στη «Συνομιλία» (1974). Εκεί ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ φτάνει στην παράνοια προσπαθώντας να εξιχνιάσει το μυστήριο μιας ενοχοποιητικής συνομιλίας που ηχογραφεί. Στην τελική σκηνή, ο απελπισμένος άνδρας διαλύει σανίδα σανίδα το διαμέρισμά του (και τον εαυτό του) ψάχνοντας τον κοριό, πριν ο φακός τον δείξει ηττημένο σε μια γωνία να παίζει… σαξόφωνο.
Αυτού του είδους τα ψυχογραφήματα ήταν ειδικότητα του Χάκμαν, τον οποίο ο Κόπολα ήθελε και για τον ρόλο του Ρόμπερτ Ντιβάλ στο «Αποκάλυψη τώρα!», όμως εκείνος του αρνήθηκε, όπως έκανε και με τον Μίλος Φόρμαν για τη «Φωλιά του κούκου». Αντιθέτως, στα τέλη της δεκαετίας του 1970 απέδειξε την ικανότητά του να παίζει (και) τον κακό ξεκινώντας να υποδύεται τον Λεξ Λούθορ στη σειρά ταινιών του «Σούπερμαν». Εκτός από τον «Μισσισσιπή», ο Τζιν Χάκμαν έχει επίσης έναν ωραίο ρόλο ως χαρισματικός προπονητής στο «Πάθος για το μπάσκετ» μέσα στη δεκαετία του 1980, ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα θα παραδώσει ένα ακόμη αριστούργημα.
Στους «Ασυγχώρητους» του Κλιντ Ιστγουντ κέρδισε δεύτερο Οσκαρ για τον ρόλο του «Λιτλ» Μπιλ Ντάγκετ, ενός δοκιμασμένου σερίφη του παλιού Ουέστ, που στέκεται ως αντίπαλον δέος απέναντι στον Ιστγουντ και στην παρέα του. Θεωρητικά είναι ο «κακός» της υπόθεσης, όμως, σε ένα φιλμ όπου το γκρίζο των χαρακτήρων είναι πολύ ευρύτερο από το άσπρο-μαύρο, η ερμηνεία του Χάκμαν θεμελιώνει ακόμη βαθύτερα τη συγκεκριμένη επιλογή. Στα ’90s θα ερμηνεύσει επίσης με μεγάλη επιτυχία δύο πιο εμπορικούς ρόλους: τον πολεμοχαρή κυβερνήτη υποβρυχίου (ο ορισμός της παλιάς καραβάνας) στο «Crimson Tide» του Τόνι Σκοτ και τον βετεράνο, διεφθαρμένο δικηγόρο στη «Φίρμα», πλάι στον Τομ Κρουζ.
Επιστρέφοντας στην «Οικογένεια Τένενμπαουμ», ο σκανδαλιάρης πατέρας-παππούς, που υποδύεται εκεί ο Χάκμαν, μοιάζει να συνοψίζει το υποκριτικό ιδίωμα ενός ηθοποιού ο οποίος κατάφερε να δώσει όψη καθημερινού ανθρώπου σε μια σειρά από, κατά τα άλλα, αξέχαστους χαρακτήρες.
____________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Με τη χαρακτηριστική ήρεμη γοητεία του ο ηθοποιός Τζιν Χάκμαν ποζάρει για τον φακό στο σετ της ταινίας «Target». Φωτ. Etienne George/ Getty Images/ Ideal Image

