Μπερλινάλε: Μια νομαδική «γλυκιά συμμορία»

Πρεμιέρα στην Μπερλινάλε για τη μεγάλου μήκους ταινία του Βασίλη Κεκάτου, ένα νεανικό road movie

4' 7" χρόνος ανάγνωσης

Εντυπη έκδοση. Βερολίνο-Αποστολή. Το Σαββατοκύριακο στο παγωμένο Βερολίνο πέρασε γρήγορα. Η σκοτεινή αίθουσα άλλωστε έχει αυτή την ιδιότητα, να «καταπίνει» δηλαδή τις ώρες της ημέρας, ειδικά όταν αυτή ξεκινάει με δύο ταινίες πριν από τη 1 το μεσημέρι. Ξαφνικά η ταινία που είδες το προηγούμενο βράδυ φαντάζει «παλιά» και η τωρινή σαν «κόπια, μιας κόπιας, της κόπιας», όπως θα έλεγε και ο άυπνος αφηγητής του «Fightclub». Θα ήταν αδικία βέβαια να χαρακτηρίσουμε «ίδια» τα φιλμ ενός τόσο ποικιλόμορφου φεστιβάλ όπως η Μπερλινάλε. Πόσο μάλλον που ένα από αυτά είναι ενός δικού μας δημιουργού. Ο σκηνοθέτης Βασίλης Κεκάτος παρουσίασε το πολυαναμενόμενο μεγάλου μήκους ντεμπούτο του, την ταινία «Οι άγριες μέρες μας», στο τμήμα Generation του Φεστιβάλ, αφήνοντας γενικώς θετικές εντυπώσεις.

Σίγουρα το χάρηκαν πολύ οι ίδιοι οι συντελεστές, οι οποίοι ταξίδεψαν σύσσωμοι στο Βερολίνο για την πρεμιέρα σαν να πήγαιναν… σχολική εκδρομή· όχι τυχαία αφού και η ίδια η ταινία με μια μεγάλη βόλτα μοιάζει. Αυτή την κάνει μια παρέα νεαρών αγοριών και κοριτσιών, γυρνώντας τη χώρα με ένα τροχόσπιτο και προσφέροντας βοήθεια σε όσους έχουν ανάγκη. Επειδή βέβαια το είδος της βοήθειας δεν είναι ακριβώς νόμιμο, το ρίσκο είναι μεγάλο και η αδρεναλίνη ανεβαίνει, μαζί με την ασυγκράτητη νεανική ζωντάνια που κατακλύζει το φιλμ. Στο επίκεντρο όλων αυτών βρίσκεται η Χλόη (Δάφνη Πατακιά), μια κοπέλα που το σκάει από το σπίτι μην αντέχοντας την πραγματική της οικογένεια, για να βρει μια καινούργια στους κόλπους αυτής της «γλυκιάς συμμορίας».

Ο Κεκάτος επιστρατεύει τον σκληρό ρεαλισμό και την κοινωνική παρατήρηση πάνω στην Ελλάδα της αέναης κρίσης όσον αφορά το σενάριό του, ντύνοντας ωστόσο οπτικά το σύνολο με ένα πιο παραμυθένιο – ρομαντικό περιτύλιγμα. Κι αν η ταινία μοιάζει κάπως «μπουκωμένη» από το πλήθος των χαρακτήρων, η καλύτερη ίσως στιγμή της έρχεται όταν οι δύο πρωταγωνιστές (η Χλόη της Πατακιά και ο Αρης του Νικολάκη Ζεγκίνογλου) μοιράζονται μια πολύ καλογυρισμένη ερωτική σκηνή, σαν να έχουν αποσπαστεί σε έναν δικό τους, προσωπικό πλανήτη. Την… κοινωνικοπολιτική διάσταση αντιθέτως πρόσεξε μια μάλλον ακραία φωνή από το κοινό στο Q&A που ακολούθησε την προβολή, κατηγορώντας τον Β. Κεκάτο ότι ξοδεύει τα χρήματα των Γερμανών φορολογουμένων –η ταινία έχει Γερμανό συμπαραγωγό– για να επικρίνει την Ευρώπη. Εκτός από τις έντονες αποδοκιμασίες, η απάντηση ήρθε πάλι από το κοινό και συγκεκριμένα από μια Γερμανίδα ομιλήτρια που δήλωσε «πολύ περήφανη αν τα χρήματά μας πήγαν σε αυτή την ταινία».

«Οι άγριες μέρες μας» έχουν στο επίκεντρο μια κοπέλα που το σκάει από το σπίτι της και βρίσκει καταφύγιο σε μια παρέα περιπλανώμενων που βοηθούν όσους είναι στο περιθώριο.

Αν για εμάς ήταν πολυαναμενόμενη η ταινία του Ελληνα κινηματογραφιστή, για όλους όσοι βρίσκονται εδώ στο Βερολίνο αυτό ίσχυε για το «Mickey 17» του Μπονγκ Τζουν-χο. Ο ιδιοφυής δημιουργός των «Παράσιτων» έκανε (ξανά) στροφή προς τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας σαν το δικό του «Snowpiercer», υπογράφοντας αυτή τη φορά μια πολύ πιο φιλόδοξη παραγωγή, την οποία χρηματοδοτεί απλόχερα η Warner. Ο Ρόμπερτ Πάτινσον υποδύεται τον Μίκι, έναν άνθρωπο που δέχεται να κλωνοποιείται επ’ άπειρον και να χρησιμοποιείται ως «αναλώσιμος» για διάφορες απαιτητικές εργασίες, πειράματα κ.ο.κ. Το γνώριμο μαύρο χιούμορ του Τζουν-χο αναπτύσσεται σε ένα απολαυστικό πρώτο μέρος, όπου η σύγχρονη εργασιακή σκλαβιά σατιρίζεται ανελέητα, ενώ ο Μαρκ Ράφαλο κατασκευάζει μια απίθανη καρικατούρα Ντόναλντ Τραμπ – Ελον Μασκ. Η συνέχεια, με την κάπως φλύαρη και ανοικονόμητη δράση, αποτελεί πιθανώς και απότοκο της «υποχρέωσης» που γεννά το μεγάλο μπάτζετ – κάτι, αν μη τι άλλο, αλλόκοτα ειρωνικό για μια ταινία που βασικά κατακεραυνώνει την απληστία και την απανθρωπιά του σύγχρονου κόσμου.

Μπερλινάλε: Μια νομαδική «γλυκιά συμμορία»-1
Ο Ρόμπερτ Πάτινσον υποδύεται τον Μίκι, που κλωνοποιείται και χρησιμοποιείται ως αναλώσιμος στην ταινία «Mickey 17» του Μπονγκ Τζουν-χο.

Λιγότερο μεγαλειώδη αλλά πολύ αξιόλογα ήταν δύο φιλμ που ξεχωρίσαμε στο διαγωνιστικό τμήμα της Μπερλινάλε. Το «Ari» της Γαλλίδας Λεονόρ Σερέιγ μοιάζει με μιλένιαλ… ψυχανάλυση, καθώς ο ομώνυμος του τίτλου πρωταγωνιστής μένει χωρίς δουλειά και ακολούθως χωρίς σπίτι, όταν ο πατέρας του τον πετάει στον δρόμο. Η επαναπροσέγγιση με κάποιους παλιούς φίλους θα βοηθήσει εκείνον να αντιμετωπίσει τραύματα του παρελθόντος και εμάς να καταδυθούμε στον ψυχισμό ενός γοητευτικού ήρωα, που βλέπει τον κόσμο με τα ορθάνοιχτα, γεμάτα έκπληξη μάτια των παιδιών. Στην αντίπερα όχθη, η εμπειρία και η σοφία των γηρατειών δεν εκτιμώνται ιδιαίτερα στη Βραζιλία· τουλάχιστον όχι σε αυτή του «The Blue Trail» του Γκαμπριέλ Μασκάρο. Εκεί η 77χρονη Τερέζα εξαναγκάζεται να φύγει για μια «αποικία», σχεδιασμένη για να ελαφρύνει τη χώρα από τα περιττά «βάρη» της τρίτης ηλικίας. Στον δρόμο ωστόσο για την… μπολσοναρική δυστοπία, εκείνη θα το σκάσει ξεκινώντας ένα περιπετειώδες ταξίδι στον Αμαζόνιο.

Βραβεία BAFTA

Μάλλον περιέπλεξαν παρά ξεδιάλυναν την αμφίρροπη φετινή οσκαρική κούρσα τα βραβεία BAFTA, τα οποία απονεμήθηκαν το βράδυ της Κυριακής στο Λονδίνο. Το σπουδαιότερο από αυτά για την καλύτερη ταινία πήγε στο «Κονκλάβιο» του Εντουαρντ Μπέργκερ, μαζί με τρία ακόμα βραβεία. Ιδιος αριθμός και για το «The Brutalist» του Μπρέιντι Κορμπέ, με τον Αμερικανό κινηματογραφιστή να βραβεύεται για τη σκηνοθεσία και τον πρωταγωνιστή, Εϊντριεν Μπρόντι, για τον ρόλο του. Στις γυναίκες επικράτησε, μάλλον αναπάντεχα, η Μάικι Μάντισον του «Anora».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT