Τίλντα Σουίντον: «Η απανθρωπιά εξαπλώνεται όσο εμείς παρατηρούμε»

Τίλντα Σουίντον: «Η απανθρωπιά εξαπλώνεται όσο εμείς παρατηρούμε»

Ο πύρινος λόγος της Τίλντα Σουίντον από τη βράβευσή της με την τιμητική Χρυσή Αρκτο ξεσήκωσε το κοινό της Μπερλινάλε

1' 58" χρόνος ανάγνωσης

ΒΕΡΟΛΙΝΟ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Τελικά, αυτό που χρειάζεται επειγόντως ο σύγχρονος δυτικός κόσμος ίσως να είναι η αυτοψυχανάλυση. Αυτή την άποψη τουλάχιστον δείχνουν να διατυπώνουν, προς το παρόν, εδώ στην 75η Μπερλινάλε, οι καλλιτέχνες, οι οποίοι ως γνωστόν συχνά αναλαμβάνουν –εκουσίως ή ακουσίως– το καθήκον να «μεταφράζουν» τον κοινωνικό παλμό. Αυτόν σίγουρα επιχειρεί να ακουμπήσει ο Γερμανός Τομ Τίκβερ με την καινούργια, φιλόδοξη ταινία του, που άνοιξε το βράδυ της Πέμπτης την αυλαία της διοργάνωσης. Λίγο νωρίτερα από την προβολή, είχε προηγηθεί ο αξιομνημόνευτος λόγος της Τίλντα Σουίντον, η οποία αποδέχτηκε συγκινημένη την τιμητική Χρυσή Αρκτο και απευθύνθηκε στο… ανθρώπινο είδος με το καθολικό «αγαπητοί συνάνθρωποι» («Dear fellow humans»).

Αυτό που ακολούθησε ήταν μια ποιητική επίκληση στο συναίσθημα αλλά και στη λογική, διανθισμένη με πύρινα βέλη ενάντια στην «αυτόκλητη επικυριαρχία, την κρατικά εκπορευόμενη και διεθνώς αποδεκτή μαζική δολοφονία… απαράδεκτη για την ανθρώπινη κοινωνία. Αυτά είναι γεγονότα. Πρέπει να τα δούμε κατάματα. Για να είμαστε ξεκάθαροι λοιπόν, ας του δώσουμε όνομα. Η απανθρωπιά εξαπλώνεται όσο εμείς απλώς παρατηρούμε. Προσωπικά το ονοματίζω χωρίς δισταγμό ή αμφιβολία και παρέχω την αμέριστη αλληλεγγύη μου σε όσους αναγνωρίζουν την απαράδεκτη συνέργεια των εθισμένων στην απληστία κυβερνήσεών μας, που συνεργάζονται με καταστροφείς του πλανήτη και εγκληματίες πολέμου, από όπου και αν προέρχονται αυτοί».

Μπορεί η Σκωτσέζα ηθοποιός να μην πρόφερε τις λέξεις «Γάζα» ή «Παλαιστίνη», ωστόσο, η αναφορά της στη «μεγάλη χώρα του σινεμά, που δεν έχει σύνορα, είναι ένα κράτος αμέριστης συμπερίληψης, ένα μέρος που δεν καταλαμβάνεται, δεν αποικιοκρατείται, δεν εξαγοράζεται ούτε συμπεριλαμβάνεται στα μεσιτικά σχέδια κάποιας Ριβιέρας» ήταν αρκετά εύγλωττη και έγινε δεκτή με βροντερά χειροκροτήματα από το όρθιο κοινό.

Επειτα από όλα αυτά, το μυαλό ήταν περισσότερο έτοιμο να υποδεχτεί το «Φως» («The Light») του Τομ Τίκβερ, που μας έβαλε στην πραγματικότητα μιας δυσλειτουργικής γερμανικής οικογένειας, τα μέλη της οποίας έχουν ξεχάσει –ή αδιαφορούν– πώς να επικοινωνούν μεταξύ τους. Η ζωή τους θα αλλάξει με την εμφάνιση μιας Σύριας οικιακής βοηθού, η οποία αναλαμβάνει και ρόλο άτυπης ψυχαναλύτριας. Με μαραθώνια διάρκεια αλλά και τρομερό ρυθμό που σε μεγάλο βαθμό την «κρύβει», ο Γερμανός κινηματογραφιστής έρχεται αντιμέτωπος με τη σύγχρονη δυτική κοινωνία και (κάποιες από) τις παθογένειές της· ενσωματώνει επίσης στην αφήγησή του το ζήτημα του προσφυγικού και φιλοσοφεί περί θανάτου. Το εγχείρημα είναι σίγουρα τολμηρό και ο θεατής δεν βγαίνει «στεγνός» από όλο αυτό, όπως άλλωστε και οι ήρωες της ταινίας, οι οποίοι βρίσκονται διαρκώς υπό βροχή.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT