«Το νόημα και την ουσία του Εγώ ήθελα να μάθω. Το Εγώ ήθελα να ξεπεράσω. Από αυτό ήθελα να απαλλαγώ. Μα στάθηκε αδύνατον να το νικήσω, μόνο να το ξεγελάω κατάφερνα, να του ξεφεύγω, να του κρύβομαι. Πραγματικά τίποτα στον κόσμο δεν απασχόλησε τόσο την σκέψη μου, όσο αυτό το Εγώ μου. (…) Για τίποτα στον κόσμο δεν ξέρω λιγότερα από όσα ξέρω για εμένα (…)», συλλογιζόταν ο Σιντάρτα, ένας από τους πιο διάσημους χαρακτήρες του Ερμαν Εσσε, στο ομώνυμο μυθιστόρημά του, το οποίο κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο σε μια ολοκαίνουργια έκδοση από τον εκδοτικό οίκο Διόπτρα σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου και του Αγγελου Αγγελίδη.
Το «Ξύπνημα» είναι το κεφάλαιο στο οποίο ο πρωταγωνιστής της ιστορίας κάνει αυτή τη σπουδαία συνειδητοποίηση και αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι τίποτα δεν μπορούν να του διδάξουν οι δάσκαλοί του και οι θρησκείες. Οπως εξομολογείται, κατά τη διάρκεια αναζήτησης του Παντός και του νοήματος της ζωής, νιώθει να χάνει τον εαυτό του: «Θα πάψω να κομματιάζω και να σκοτώνω τον εαυτό μου για να βρω στα απομεινάρια του κάποιο μυστικό. (…) Ο εαυτός μου θα με διδάξει (…) το Εγώ μου θέλω να γνωρίσω, το μυστήριο που λέγεται Σιντάρτα». Σε ολόκληρο το βιβλίο, που δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1922 και έκτοτε έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 70 γλώσσες, ο Eσσε παρουσιάζει την πορεία ενός ανθρώπου προς την πνευματική αφύπνιση και την εσωτερική αναζήτηση, ο οποίος όχι μόνον απαρνιέται τον πατέρα του, αλλά πηγαίνει κόντρα ακόμη και στα δικά του τα πιστεύω.

Η απήχηση
«Ο ίδιος ο Εσσε έλεγε ότι τα βιβλία του έβρισκαν πάντοτε μεγάλη απήχηση σε περιόδους κρίσης και αποπροσανατολισμού, όπως για παράδειγμα μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους. Αυτό συνέβη και μετά τον θάνατό του, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του εξήντα, εποχή που μαινόταν ο πόλεμος του Βιετνάμ· τα επονομαζόμενα “παιδιά των λουλουδιών” και οι αντιρρησίες συνείδησης τον επικαλέστηκαν. Εκαψαν τις στρατιωτικές τους ταυτότητες και έτσι πυροδότησαν την παγκόσμια αναγέννηση του συγγραφέα», εξηγεί στην «Κ» ο Φόλκερ Μίχελς, μελετητής και επιμελητής της γερμανικής έκδοσης των απάντων του, και συνεχίζει προσθέτοντας ότι «μία από τις θετικές απόρροιες εκείνης της διαμαρτυρίας ήταν και η κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης στις ΗΠΑ το 1973».
Το συγκεκριμένο βιβλίο γνώρισε πράγματι τεράστια αναβίωση τη δεκαετία του 1960, επηρεάζοντας τη γενιά των χίπις και διαμορφώνοντας τον πνευματικό ριζοσπαστισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Το έργο του, όμως, δεν παύει να είναι διαχρονικό και να έχει απήχηση στους νέους μέχρι και σήμερα, μας τονίζει ο Μίχελς: «Σε όλα του τα γραπτά ο Εσσε είναι υπέρμαχος του μεμονωμένου ανθρώπου, πιστός στην άποψή του “τα πάντα εξαρτώνται από το άτομο”. Ενδυναμώνει τη συνείδησή μας, προκειμένου να προβάλλουμε αντίσταση στη συλλογική συμμόρφωση προς το αγελαίο πνεύμα των καιρών», αναφέρει και συμπληρώνει ότι ο Γερμανός νομπελίστας «όπως απεχθανόταν τους απολυταρχικούς ηγέτες της εποχής του, για παράδειγμα τον κάιζερ Γουλιέλμο Β΄, τον Χίτλερ, τον Φράνκο ή τον Στάλιν, σίγουρα θα απεχθανόταν και τους σημερινούς αυτάρεσκους πολιτικούς, αλλά και όλους όσοι στέκονται εμπόδιο στη Δημοκρατία».

Η συνέχεια
Αυτό το νέο ταξίδι στο έργο του κορυφαίου συγγραφέα του 20ού αιώνα ξεκίνησε από τις εκδόσεις Διόπτρα, τον περασμένο Απρίλιο, με το «Κνουλπ», σε μετάφραση Βασίλη Τσαλή. Μαζί με το «Σιντάρτα», κυκλοφόρησε τον προηγούμενο μήνα και η ταραχώδης ιστορία της «Γερτρούδης», σε μετάφραση της Ειρήνης Γεούργα, ενώ την άνοιξη αναμένεται να δημοσιευθούν άλλοι δύο εμβληματικοί τίτλοι: τα «Νάρκισσος και Χρυσόστομος» και «Πέτερ Κάμεντσιντ». Οπως ανακοίνωσε ο εκδοτικός οίκος, σταδιακά θα κυκλοφορήσει σε νέες μεταφράσεις το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Ερμαν Εσσε, με το «Ροσάλντε» να αναμένεται για το προσεχές φθινόπωρο.
Οι θεματικές του συγγραφέα, από την εξερεύνηση του εαυτού, της ταυτότητας, της φύσης, αλλά και της καταγγελίας των κακώς κειμένων της εποχής του, εκτείνονται μέχρι και τις απαρχές της πληροφορικής και της τεχνητής νοημοσύνης. «Ο Εσσε δεν τα πρόλαβε αυτά, όμως έκανε κάποιες προφητικές αναφορές στο τελευταίο του μυθιστόρημα, “Το παιχνίδι με τις χάντρες”», σχολιάζει ο Φόλκερ Μίχελς για το βιβλίο που πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Διόπτρα την επόμενη χρονιά. Παρόλο που στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα του 1943, ο συγγραφέας αναφέρεται εμμέσως στην πληροφορική, σύμφωνα με τον Μίχελς, οι φιλοσοφικές ιδέες που παρουσιάζονται, όπως η οργάνωση και η σύνθεση της γνώσης ή η διαχείριση των δεδομένων, θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουν κάποια αναλογικά στοιχεία με τη σύγχρονη τεχνολογία των υπολογιστών, ενώ παράλληλα θα αποτελούσε ένα θέμα που θα κινητοποιούσε σε μεγάλο βαθμό τη φαντασία του.

