Υπάρχει η πολιτικά ουδέτερη και «προσωπική» εκδοχή της Μέριλ Στριπ στη «Σιδηρά κυρία» του 2011, υπάρχει και η πιο «κλονισμένη» αναπαράσταση της Γκίλιαν Αντερσον στο «The Crown» το 2020. Μπορούμε να θυμηθούμε την προσεγμένα διασκεδαστική παρουσίασή της στο «Τζέιμς Μποντ: Για τα μάτια σου μόνο» του 1981 (από την ηθοποιό Τζάνετ Μπράουν), αλλά και την πιο λοξή ματιά του Μάικλ Πάλιν των Μόντι Πάιθονς σε ένα επεισόδιο του «Saturday Night Live» το 1979. Είναι αρκετές οι απεικονίσεις της Μάργκαρετ Θάτσερ. «Ποτέ όμως δεν την έχουμε δει σαν πρωθυπουργό σε μια παράσταση όπερας», έλεγε στον Guardian ο Βρετανός μουσικοσυνθέτης Τζόζεφ Φιμπς. Αναφερόταν στο λυρικό θεατρικό έργο «Mrs T», που επικεντρώνεται στην εντεκάχρονη πρωθυπουργική θητεία της Θάτσερ και θα παρουσιαστεί στην Αγγλία μέσα στο 2025, συμπίπτοντας με τη συμπλήρωση εκατό ετών από τη γέννηση της πρώτης Βρετανίδας πρωθυπουργού. Εκτός από τον Φιμπς, που γράφει τη μουσική, το λιμπρέτο έχει αναλάβει ο Βρετανός ιστορικός Ντόμινικ Σάντμπρουκ, γνωστός μεταξύ άλλων ως συμπαρουσιαστής του podcast «The Rest is History», αλλά και ως μελετητής της θατσερικής περιόδου σε βιβλία και ντοκιμαντέρ που έχουν χαρακτηριστεί «ακριβοδίκαια» και «απολαυστικά». Η όπερα που ετοιμάζει με τον Φιμπς περιγράφεται από τον δεύτερο σαν μια εις βάθος «εξερεύνηση της Θάτσερ ως γυναίκας» και θα εστιάζει στην απομόνωσή της από έναν ανδροκρατούμενο κόσμο και στις τεταμένες σχέσεις με την κυβέρνησή της. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο θα ερμηνεύσει η μέτζο-σοπράνο Λούσι Σάουφερ.
Μουσικά μιλώντας, πάντως, η Θάτσερ είχε και άλλοτε την «τιμητική» της, είτε στη διάρκεια της θητείας της είτε αργότερα. Τα τραγούδια που γράφτηκαν για εκείνη είναι πολλά και όχι κολακευτικά: «Margaret on the Guillotine» του Μόρισεϊ, «Tramp the Dirt Down» του Ελβις Κοστέλο, «Maggie» των Exploited, «Madame Medusa» των UB40, «Black Boys on Mopeds» της Σινέντ Ο’ Κόνορ, «How many lies» των Spandau Ballet και «Spitting Image» των Genesis είναι μερικοί μόνο τίτλοι μιας εντυπωσιακά μακράς λίστας, που μεγάλωνε όσο η Θάτσερ έκανε πόλεμο στα νησιά Φόκλαντ, συγκρουόταν με τους ανθρακωρύχους ή ασκούσε μια πολιτική που δεν αντιλαμβάνονταν όλοι ως «κοινωνική». Και όταν πέθανε το 2013, ο παραγωγός του BBC Μπεν Κούπερ δεν ήξερε αν έπρεπε, όπως συνήθιζε, να μεταδώσει το τραγούδι «Ding-Dong! The Witch is Dead» από την ταινία «Ο μάγος του Οζ», που είχε φτάσει αίφνης στην κορυφή των καταλόγων επιτυχιών.
Από τους Clash και τον Μπίλι Μπραγκ μέχρι τον Κεν Λόουτς και τον Τζέιμς Μποντ, η Βρετανίδα πρωθυπουργός «τροφοδότησε» με πολλούς τρόπους τη μουσική, το σινεμά και το θέατρο.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον, ωστόσο, από το μουσικό μένος που συγκέντρωσε η Θάτσερ, είναι ίσως το γεγονός ότι κάποια σημαντικά βρετανικά συγκροτήματα ξεκίνησαν την καριέρα τους σχεδόν ταυτόχρονα με την πολιτική κυριαρχία της «σιδηράς κυρίας» ή εν μέρει και εξαιτίας της. Οι Clash, οι Gang of Four, οι Jam μοιάζουν με τέτοιες περιπτώσεις και οι στίχοι τους το αποδεικνύουν. Ηταν λες και η Θάτσερ έδινε ώθηση στην πανκ σκηνή που δεν την άφηνε σε χλωρό κλαρί και είναι ενδεικτικό το σχόλιο που είχε κάνει κάποτε ο Μπίλι Μπραγκ: «Κάθε φορά που με ρωτάνε ποια είναι η μεγαλύτερη έμπνευσή μου», έλεγε ο μουσικός, «απαντώ πάντα “η Μάργκαρετ Θάτσερ”. Οσο και αν προσπαθώ να της αντισταθώ, πρόσφερε το υπόβαθρο όλων των τραγουδιών που έγραψα εκείνη την ταραγμένη περίοδο».
Στο βιβλίο του «Fires were started: British Cinema and Thatcherism» (Routledge, 1993), ο Λέστερ Φρίντμαν υποστηρίζει ότι κάτι παρόμοιο συνέβη και με κινηματογραφιστές όπως οι Κεν Ράσελ, Πίτερ Γκρίναγουεϊ και Κεν Λόουτς, ενώ ο θεατρικός κριτικός Μάικλ Μπίλινγκτον έχει γράψει στον Guardian ότι η Θάτσερ επηρέασε και το θέατρο. Στη δεκαετία του ’80, τα σχετικά θεατρικά έργα ήταν αρκετά. Καταπιάνονταν με την ανεργία, την πεποίθηση ότι το κυνήγι του κέρδους ήταν αρετή κ.ά.
Ενα από αυτά, το «Secret Rapture» του Ντέιβιντ Χερ, εστίασε στις ψυχολογικές συνέπειες του θατσερισμού και στο αίσθημα ανεπάρκειας που προκαλούσε στους ανθρώπους. Οσο για την υλική υποστήριξη της Θάτσερ στο θέατρο, έγραφε ο Μπίλινγκτον, συνοψίζεται στο περιστατικό, που ζήτησε από τον Πίτερ Χολ να ανεβάσει πιο εμπορικές παραστάσεις στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας. «Δείτε», του έλεγε, «τον Αντριου Λόιντ Βέμπερ».

