Στο Φεστιβάλ Βενετίας δεν ήταν λίγοι οι θεατές που δυσκολεύτηκαν να παρακολουθήσουν την εναρκτήρια σκηνή του «Απρίλη», του φιλμ της Ντέα Κουλουμπεκασβίλι, που κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες στις αίθουσες. Εκεί βλέπουμε μια απολύτως ρεαλιστική γέννα, η οποία μας εισάγει στην πραγματικότητα της Νίνα, μιας μαιευτήρα η οποία αντιμετωπίζει διοικητική έρευνα για ένα ιατρικό λάθος, ενώ ταυτόχρονα οι Αρχές την υποπτεύονται για τις παράνομες εκτρώσεις που πραγματοποιεί σε γυναίκες της επαρχιακής Γεωργίας.
«Προφανώς θα μπορούσα να δείξω οτιδήποτε με άλλο τρόπο, όχι μόνο τη γέννα. Καταλαβαίνω ότι μπορεί να δημιουργεί δυσκολίες, π.χ., στους διανομείς των ταινιών μου, ωστόσο, για εμένα είναι απαραίτητο. Ο κινηματογράφος δεν πρέπει να είναι μια συμβατική “comfort zone”, αλλά ένας χώρος όπου ανοίγεις τα μάτια σου και βλέπεις τα πράγματα όπως είναι στην αληθινή ζωή. Μπορεί κάποιος να φύγει από την προβολή, αλλά να επιστρέψει δύο χρόνια αργότερα, για παράδειγμα, αν κάνει παιδί», ξεκαθαρίζει η Γεωργιανή σκηνοθέτις.
Το βασικό θέμα της ταινίας της, οι αμβλώσεις δηλαδή, είναι ούτως ή άλλως τόσο επείγον, ώστε δεν χωρούν ωραιοποιήσεις. «Η άμβλωση είναι τυπικά νόμιμη στη Γεωργία. Πρέπει όμως να γίνει εντός 12 εβδομάδων, με ένα ειδικό χάπι, το οποίο χορηγείται μόνο κατόπιν συνεδριών με ψυχοθεραπευτή που θα παράσχει μια σχετική επιστολή. Οταν ζεις στην επαρχία, βέβαια, είναι τρομερά ταπεινωτικό και πρακτικά πολύ δύσκολο να μπεις σε αυτή τη διαδικασία – και είναι σίγουρο ότι δεν θα μείνει μυστικό. Στην πραγματικότητα, δεν γνωρίζω καμία γυναίκα που να έκανε “επισήμως” έκτρωση όχι μόνο στην περιφέρεια, αλλά και στις πιο μοντέρνες γειτονιές της Τιφλίδας».
Η ταινία, ωστόσο, δεν περιορίζεται στενά στο ζήτημα των αμβλώσεων, αλλά περιγράφει μια ευρύτερη κατάσταση. «Το πρόβλημα δεν είναι μόνο των γυναικών. Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, για ένα είδος συστήματος. Ακόμη και ο χαρακτήρας του συζύγου (σ.σ. είναι εκείνος που αντιπαρατίθεται με την ηρωίδα) που φέρεται άσχημα, για εμένα είναι μια τραγική φιγούρα. Μια μέρα ήμουν στο νοσοκομείο, ανάμεσα στα γυρίσματα, και μου είπαν ότι μια γυναίκα είχε βρεθεί νεκρή, λόγω ασφυξίας από διαρροή αερίου. Η αδελφή μου, όμως, που την ήξερε, ήταν σίγουρη ότι τη σκότωσε ο σύζυγός της και τελικά αποδείχθηκε ότι έτσι ήταν. Δεν είναι μόνο το γεγονός που τρομάζει, αλλά και το ότι κάποιος δεν είχε αμφιβολία για το τι είχε συμβεί».
Η ηρωίδα του φιλμ, πάντως, αν και σωτήρας για τις γυναίκες, παραμένει αρκετά αποστασιοποιημένη και σχεδόν ψυχρή. «Εχω παρατηρήσει ότι αυτή η καθολική συμπόνια καθιστά δύσκολο το χτίσιμο προσωπικών σχέσεων. Δεν ξέρω πώς ήταν, π.χ., η προσωπική ζωή της μητέρας Τερέζας –ούτε τη συγκρίνω με τη Νίνα– όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση, δίχως την αποστασιοποίηση, δεν ξέρω αν θα μπορούσε να κάνει όσα κάνει». Εχοντας μεγαλώσει σε δύσκολες συνθήκες, σε μια μετα-σοβιετική χώρα, όπου τα παιδιά στήνονταν κάθε πρωί στην ουρά του συσσιτίου, η Κουλουμπεκασβίλι εξερευνά επίσης στην ταινία το περίφημο δίπολο δίκαιου και ηθικού. «Είναι περίπλοκο. Η ηθική για εμένα είναι προσωπικό θέμα. Ποιος είναι ο κριτής, όταν βρίσκεσαι μόνος με τον εαυτό σου; Ο νόμος, αντιθέτως, είναι κάτι στο οποίο έχουμε συλλογικά συμφωνήσει και για το οποίο τις μισές φορές δεν είμαι καν σίγουρη ότι είναι σωστό. Στη Γεωργία, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να απαγορεύσουν διά νόμου τις αμβλώσεις, το θέμα ήδη συζητείται. Παρόμοια πράγματα γίνονται στην Πολωνία, στην Ιταλία, στις ΗΠΑ. Προφανώς και κάτι τέτοιο το αμφισβητώ».

