Βραδιά τραγουδιού πραγματοποίησε η μεσόφωνος Νεφέλη Κωτσέλη στις 14 Ιανουαρίου στην αίθουσα «Δημήτρης Μητρόπουλος». Στο πιάνο τη συνόδευσε ο Δημήτρης Γιάκας.
Η Κωτσέλη είναι αναμφίβολα μια από τις πιο εντυπωσιακές λυρικές τραγουδίστριες που έχουν εμφανιστεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Κατ’ αρχάς η εξαιρετική ποιότητα της ίδιας της φωνής ξεφεύγει από τα συνηθισμένα. Το ηχόχρωμα είναι ιδιαίτερα πλούσιο και παραμένει ομοιογενές και αναλλοίωτο σε όλη την έκταση της φωνής. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η ισχύς της φωνής, που χωρίς πίεση γεμίζει μια μεγάλη αίθουσα. Είχε ξεχωρίσει ήδη το 2023, όταν η Κωτσέλη ερμήνευσε τη Νέριδα στη «Μήδεια» του Κερουμπίνι, που είχε παρουσιάσει η Εθνική Λυρική Σκηνή, αποσπώντας δίκαια το ενθουσιώδες χειροκρότημα του κοινού.
Η νεαρή μεσόφωνος διαθέτει πλούσια φωνή εξαιρετικής ποιότητας, την οποία αξιοποιεί με σπάνια μουσική ευφυΐα.
Ωστόσο, η μεσόφωνος δεν αρκείται σε όσα της χάρισε με γενναιοδωρία η φύση, αλλά τα αξιοποιεί με μουσικότητα και μουσική ευφυΐα. Το πρόγραμμα που επέλεξε να παρουσιάσει έδωσε την ευκαιρία να θαυμάσει κανείς και αυτές τις ποιότητες. Η βραδιά ξεκίνησε με τα τρία τραγούδια του Γιώργου Κουρουπού σε ποίηση της Σαπφούς, όπως ανασυντέθηκαν και αποδόθηκαν από τον Οδυσσέα Ελύτη. Ενας κύκλος αποτελούμενος από τρεις ευαίσθητες μικρογραφίες, στις οποίες η μουσική, τρυφερή, μελαγχολική, κάποτε επίσης δωρική («Ανέβαινε ψηλά η πανσέληνος»), αποδίδει το συναίσθημα των στίχων. Η Κωτσέλη περιόρισε τη φωνή της στις ανάγκες της συγκεκριμένης έκφρασης, αφήνοντας το κείμενο και τη μουσική να πρωταγωνιστήσουν.
Αντίθετα, πήρε τα ηνία στην καντάτα του Χάιντν «Η Αριάδνη στη Νάξο». Μέσα από τα σαφώς διακριτά μέρη του σπονδυλωτού έργου, όπου δύο απαγγελτικές ενότητες εναλλάσσονται με δύο άριες, απέδωσε γλαφυρά τη μεταβολή στην ψυχολογία της κόρης του βασιλιά Μίνωα. Στη Νάξο, κι ενώ περιμένει τον αγαπημένο της Θησέα που έχει βοηθήσει, η Αριάδνη βλέπει το πλοίο του να χάνεται στον ορίζοντα και συνειδητοποιεί την προδοσία. Με βάση το μουσικό κείμενο του Χάιντν, η Κωτσέλη πέρασε από τον πόθο και τη νοσταλγία στην απόγνωση και στην απελπισία. Η εύπλαστη φωνή βρήκε το κατάλληλο χρώμα για κάθε συναίσθημα και η μουσικότητα της τραγουδίστριας την κράτησε εκφραστικά μέσα στους κανόνες του κλασικισμού.
Είναι αυτονόητο ότι το ιδιαίτερα πλούσιο, πολυτελές ηχόχρωμα ταιριάζει άριστα στη μουσική του γερμανικού ρομαντισμού, ειδικότερα δε στο λυκόφως του, που χαρακτηρίζεται από εκφραστική γενναιοδωρία και ιριδίζοντα χρώματα στο φάσμα του υπεριώδους. Ετσι, κορύφωση της επιτυχημένης βραδιάς αποδείχθηκε το τραγούδι «Αν αγαπάς την ομορφιά» του Γκούσταφ Μάλερ σε ποίηση του Φρίντριχ Ρίκερτ, που η Κωτσέλη απέδωσε εξαιρετικά εκτός προγράμματος. Είχαν προηγηθεί δύο κύκλοι τραγουδιών του Ρόμπερτ Σούμαν, τα «Ποιήματα της βασίλισσας Μαρίας Στιούαρτ» και «Ο έρωτας και η ζωή μιας γυναίκας», που η μεσόφωνος ερμήνευσε με πολύ καλή άρθρωση και μεγάλη μουσικότητα, αναδεικνύοντας το ξεχωριστό συναίσθημα κάθε τραγουδιού. Στο πλευρό της, άριστος συνοδός υπήρξε ο έμπειρος Δημήτρης Γιάκας, που στα τραγούδια του Σούμαν είχε την ευκαιρία να φανερώσει επιπλέον την ευαισθησία και τη μουσικότητά του.

