Εκπλήξεις στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ανατρέπουν τα δεδομένα της πολυκύμαντης και πολυσήμαντης ιστορίας του. Οι έως τώρα ανασκαφές έδειχναν ότι πρόκειται για μια πόλη χωρίς οικιστική ανάπτυξη μετά τον 6ο αιώνα μ.Χ., αλλά νέα οικοδομήματα που έφεραν πρόσφατα στο φως εργασίες για την εγκατάσταση του δικτύου ύδρευσης και πυρασφάλειας στον αρχαιολογικό χώρο, επιβεβαιώνουν τη συνέχεια του βίου της και στους μεταγενέστερους αιώνες.
Τα σκάμματα οδήγησαν τους αρχαιολόγους της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας σε ένα δημόσιο κτίριο μεγάλων διαστάσεων με εντοιχισμένο άγαλμα, σε ένα δημόσιο λουτρό (θέρμες) με τις προγενέστερες φάσεις της ρωμαϊκής και παλαιοχριστιανικής περιόδου, σε τμήματα οδών της πόλης, σε εργαστήρια και οικίες που χρονολογούνται από τον 9ο έως τον 11ο αιώνα. Τα νέα οικιστικά κατάλοιπα φανερώνουν ότι την πόλη που ίδρυσε ο Μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος κοσμούσαν κτίρια και στην περίοδο μετά τον 6ο αιώνα. Την ύπαρξη των θαμμένων τοίχων εντόπισαν γεωφυσικές έρευνες που διευκόλυναν αρχαιολόγους και τεχνικά συνεργεία να μην καταστρέψουν τις αρχαιότητες κατά τη διάρκεια κατασκευής του δικτύου αγωγών.
Το μεγάλων διαστάσεων κτίριο βρέθηκε κοντά στο αρχαίο θέατρο της πόλης. Στη βόρεια πλευρά του ήταν εντοιχισμένο το άνω τμήμα του κορμού ενός αγαλματιδίου νεαρού άνδρα. Το γλυπτό ύψους περίπου 60 εκατοστών, πιθανότατα ρωμαϊκών χρόνων, ενσωματώθηκε στην τοιχοποιία μεταγενέστερου κτιρίου – μια συνήθης πρακτική χρήσης αγαλμάτων ως οικοδομικού υλικού κατά την αρχαιότητα και στους μετέπειτα χρόνους.
Τμήμα ενός ακόμη κτιρίου που ήρθε στο φως νοτιοδυτικώς της παλαίστρας παραπέμπει σε δημόσια λουτρά, καθώς αποκαλύφθηκε τμήμα μιας αίθουσας με ημικυκλική διαμόρφωση και δάπεδα με ορθομαρμάρωση. Η παλαιοχριστιανική του φάση πάνω σε ρωμαϊκό δρόμο καταδεικνύει τη ρυμοτομία της πόλης κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ., την εποχή δηλαδή που θεωρείται ότι η πόλη εγκαταλείφθηκε.
«Πρόκειται για ταπεινά ευρήματα, κατάλοιπα κτιρίων με λασπόχτιστες τοιχοποιίες από πέτρες και τούβλα. Η αξία τους ωστόσο είναι τεράστια, καθώς εμπλουτίζει την επιστημονική συζήτηση που αφορά το θέμα της συνέχισης της ζωής των Φιλίππων μετά το τέλος της αρχαιότητας», εξηγεί στην «Κ» η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Καβάλας, Σταυρούλα Δαδάκη. Εως πρόσφατα, προσθέτει, «επικρατούσε η άποψη ότι στο τέλος του 6ου αιώνα μ.Χ., μετά τις επιδρομές κυρίως Σλάβων και Αβάρων και τους σεισμούς που έπληξαν την περιοχή ισοπεδώνοντας τα παλαιοχριστιανικά κτίρια, η πόλη είχε εγκαταλειφθεί. Επομένως, τα ευρήματα αλλάζουν την εικόνα που επικρατούσε έως σήμερα».
Ο αρχαιολογικός χώρος με τα σωζόμενα παλαιοχριστιανικά μνημεία από τους σημαντικότερους στη βόρεια Ελλάδα με εξέχουσα οικουμενική σημασία λόγω της επίσκεψης και της διδασκαλίας του Αποστόλου Παύλου, διασώζει τα ερείπια των κτιρίων του σε ικανοποιητικό ύψος με εμβληματικά μνημεία. «Το γεγονός ότι δεν κατοικήθηκε στα νεότερα χρόνια βοηθάει τόσο στη συνεχή μας έρευνα όσο και στην ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου», υπογραμμίζει η κ. Δαδάκη. «Ο επισκέπτης περπατώντας στον αρχαιολογικό χώρο αποκομίζει την εικόνα μιας αρχαίας πόλης που ιδρύθηκε το 356 π.Χ., άκμασε τον 1ο και 2ο αιώνα μ.Χ., παρέμεινε ως ένας μικρός οικισμός στα βυζαντινά χρόνια στις παρυφές της Εγνατίας Οδού. Οι πρόσφατες αποκαλύψεις δείχνουν ότι ο χώρος κρύβει ακόμα πολλά μυστικά».

