Νοσφεράτου ★★★½
ΤΡΟΜΟΥ (2024) 132΄
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Εγκερς
Ερμηνείες: Λίλι Ρόουζ-Ντεπ, Νίκολας Χουλτ, Μπιλ Σκάρσγκαρντ
Ο σταρ των σύγχρονων σκοτεινών αφηγήσεων Ρόμπερτ Εγκερς πραγματοποιεί ένα κινηματογραφικό του όνειρο, γυρίζοντας ξανά το θρυλικό «Νοσφεράτου» του Φρίντριχ Μούρναου, μία από τις πιο επιδραστικές ταινίες στην ιστορία του σινεμά.
Ο φρεσκοπαντρεμένος μεσίτης Τόμας Χάτερ, τον οποίο υποδύεται ο Νίκολας Χουλτ, ταξιδεύει στην Τρανσιλβανία για μια συνάντηση με έναν πιθανό πελάτη, τον κόμη Ορλόκ (Μπιλ Σκάρσγκαρντ). Εκεί ωστόσο θα διαπιστώσει ότι ο οικοδεσπότης του είναι στην πραγματικότητα ένας αιμοδιψής βρικόλακας· ταυτόχρονα, πίσω στο σπίτι η νέα του σύζυγος (Λίλι-Ρόουζ Ντεπ) αρχίζει να υποφέρει από σκοτεινά οράματα, καθώς το βαμπίρ αναπτύσσει ερωτική εμμονή μαζί της και ταξιδεύει για να τη συναντήσει. Σε επίπεδο σεναρίου, ο Εγκερς διατηρεί σε μεγάλο βαθμό ακέραιο τον κλασικό μύθο του Μπραμ Στόκερ, κατευθύνοντας βασικά τις δημιουργικές δυνάμεις του στο αισθητικό κομμάτι. Εκεί τα πάντα είναι προσεγμένα στη λεπτομέρεια, από τη γοτθική ατμόσφαιρα εποχής με τα σκηνικά, τα κοστούμια και την εκφορά του λόγου μέχρι την αριστουργηματική φωτογραφία του μόνιμου συνεργάτη του, Τζάριν Μπλάσκε. Η τελευταία αξίζει ιδιαίτερη μνεία, καθώς ανακαλεί το εξπρεσιονιστικής υφής έργο του Μουρνάου, προβάλλοντας τις δραματικές χρωματικές αντιθέσεις (κυρίως) σκούρου-ανοιχτόχρωμου και συμβάλλοντας τα μέγιστα στην υποβλητική ατμόσφαιρα.
Οπως είπαμε, εδώ η καλλιτεχνική κατασκευή μοιάζει πιο σημαντική από το περιεχόμενο, ωστόσο, η κεντρική ιδέα του ερωτικού καταβροχθισμού, η οποία ενυπάρχει ούτως ή άλλως στον βαμπιρικό μύθο, παραμένει γοητευτική· το δε φιλμ του Εγκερς φροντίζει να την αναδείξει σε όλο της το απεχθές μεγαλείο μέσα και από την ερμηνεία του Μπιλ Σκάρσγκαρντ, ο οποίος κρύβεται πίσω από τα αληθινά και ψηφιακά πρόσθετα του κόμη Ορλόκ. Στο ύψος της ερμηνευτικά η Λίλι-Ρόουζ Ντεπ, όπως και ο Γουίλεμ Νταφόε, ο οποίος μοιάζει γεννημένος (και) για ρόλους σαν αυτόν του εκκεντρικού καθηγητή Εμπενχαρτ.
Better Man ★★★
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ (2024) 134΄
Σκηνοθεσία: Μάικλ Γκρέισι
Ερμηνείες: Ρόμπι Γουίλιαμς, Τζόνο Ντέιβις
Η κινηματογραφική βιογραφία του Ρόμπι Γουίλιαμς έρχεται στις αίθουσες για να εξερευνήσει σε βάθος την προσωπικότητα του κορυφαίου ποπ σταρ, χρησιμοποιώντας ένα καινοφανές εύρημα για να το πετύχει. Στην επαρχιακή Αγγλία της δεκαετίας του 1980, ο νεαρός Ρόμπι μεγαλώνει περιφρονημένος από τον περίγυρο λόγω του ατίθασου χαρακτήρα και της καχεκτικής του εμφάνισης. Εχοντας όμως κληρονομήσει την καλλιτεχνική φλέβα του πατέρα του και με την αγάπη της πάντα υποστηρικτικής γιαγιάς του, είναι αποφασισμένος να διακριθεί στη βιομηχανία του θεάματος.
Τελικά η ευκαιρία θα έρθει μέσα από το συγκρότημα των Take That, με τον Γουίλιαμς να γίνεται πράγματι διάσημος, όμως στη συνέχεια να γκρεμίζει τα πάντα με την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του, που θα οδηγήσει και στην εκδίωξη από την μπάντα. Κάπου εκεί θα έρθουν η ανασυγκρότηση και η σόλο καριέρα, η οποία σύντομα θα τον μετατρέψει σε έναν από τους μεγαλύτερους μουσικούς αστέρες του πλανήτη.
Ο Αυστραλός κινηματογραφιστής –και σπεσιαλίστας των ειδικών εφέ– Μάικλ Γκρέισι δημιουργεί μια βασικά συμβατική μουσική βιογραφία όσον αφορά το σενάριο, την (καθαρά γραμμική) αφήγηση κ.ο.κ., κάνοντας ωστόσο μια ρηξικέλευθη επιλογή: να απεικονίσει τον ήρωά του, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας ως… μαϊμού.
Αν δεν το δει κανείς είναι δύσκολο να το πιστέψει, αλλά οι «μάγοι» των ειδικών εφέ της Weta FX («Αρχοντας των Δαχτυλιδιών») έκαναν το θαύμα, βάζοντας μια απόλυτα ρεαλιστική μαϊμού μέσα στα ρούχα και στα παπούτσια του Γουίλιαμς – ταυτόχρονα αυτή διατηρεί σε αδρές γραμμές τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Βρετανού μουσικού. Ο ίδιος άλλωστε μοιράστηκε τον ρόλο μαζί με τον νεαρό Τζόνο Ντέιβις, ο οποίος τον υποδύθηκε σε μικρότερη ηλικία.
Οπως είναι λογικό, το συγκεκριμένο εύρημα είναι τόσο εντυπωσιακό, που στην πραγματικότητα επισκιάζει οτιδήποτε άλλο βλέπουμε στην οθόνη, ακόμη και αν αυτό είναι μια αποθεωτική συναυλία με 250.000 θεατές. Σε δεύτερο επίπεδο, ο Ρόμπι-μαϊμού λειτουργεί προφανώς σαν παραβολή γύρω από τη διασημότητα και τον τρόπο με τον οποίο αυτή επιδρά στις ζωές των ανθρώπων. «Η βιομηχανία του θεάματος σου επιβάλλει να γίνεις είτε ρομπότ είτε μαϊμού. Εγώ επέλεξα το δεύτερο», έχει πει ο ίδιος ο Γουίλιαμς. Κατά τα λοιπά, σε ένα φιλμ γεμάτο από μουσικά χιτ, μερικά εκτελεσμένα με άκρως εντυπωσιακό τρόπο, λείπει, μάλλον εύλογα, μόνο το «Me and my Monkey».
Sonic 3: Η ταινία ★★½
ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ (2024), 110΄
Σκηνοθεσία: Τζεφ Φάουλερ
Ερμηνείες: Τζιμ Κάρεϊ, Τζέιμς Μάρσντεν
Δεύτερο σίκουελ για την εμπορικά επιτυχημένη σειρά ταινιών με πρωταγωνιστή τον Σόνικ, τον σκαντζόχοιρο με τις θαυμαστές υπερδυνάμεις. Ο τελευταίος, μαζί με τους πιστούς του φίλους, θα τα βάλει αυτή τη φορά απέναντι στον μυστηριώδη Σάντοου, έναν παντοδύναμο κακό, ο οποίος θα τους οδηγήσει σε μια απίθανη συμμαχία προκειμένου να προστατεύσουν τον πλανήτη. Εντυπωσιακή δράση, συνδυασμός animation και ζωντανών σκηνικών-ηθοποιών και ένας βίντατζ Τζιμ Κάρεϊ στον ρόλο του ανεκδιήγητου Ιβο Ρομπότνικ συγκαταλέγονται στα ατού της ταινίας. Από την άλλη, το γκάζι και το εφευρετικό χιούμορ των προηγούμενων δύο ταινιών μοιάζουν εδώ κάπως ξεθυμασμένα.

