SONIA PURNELL
Kingmaker
εκδ. Viking, σελ. 528
Χαρακτηρίσθηκε ως η μεγάλη σειρήνα του περασμένου αιώνα, η γυναίκα που άφησε το στίγμα της στην πολιτική ζωή στις δύο όχθες του Ατλαντικού, που υποτιμήθηκε και λοιδορήθηκε σε μια εποχή που οι επιτυχημένες γυναίκες κρίνονταν διαφορετικά και αυστηρότερα από τους άνδρες.
Γεννημένη στην Αγγλία το 1920 από αριστοκρατική οικογένεια, η Πάμελα Χάριμαν βρέθηκε στο κέντρο της εξουσίας, από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ως νύφη του Ουίνστον Τσώρτσιλ, μετά τον γάμο της με τον γιο του, Ράντολφ, τον Οκτώβριο 1939, έως τον θάνατό της τον Φεβρουάριο του 1997 στο Παρίσι, όπου υπηρέτησε για τέσσερα χρόνια ως πρέσβειρα των ΗΠΑ. Εκεί διορίσθηκε από τον Μπιλ Κλίντον, στο άστρο του οποίου είχε ποντάρει νωρίς, όταν έγινε η «πρώτη κυρία του Δημοκρατικού Κόμματος» στην Αμερική μετά τον γάμο της το 1971 με τον Αβερελ Χάριμαν (1891-1986), μια σεβάσμια προσωπικότητα στο κόμμα με κύρος και πλούτο.
Τη συναρπαστική ζωή της, γεμάτη συγκινήσεις και ίντριγκες, σκιαγραφεί η Βρετανίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας Σόνια Περνέλ, γνωστή από το μπεστ σέλερ «Μια ασήμαντη γυναίκα», για την Αμερικανίδα κατάσκοπο Βιρτζίνια Χολ στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο («Καθημερινή», 15.9.2019). Είχαν προηγηθεί βιβλία της για τη σύζυγο του Τσώρτσιλ, Κλέμεντιν, και τον Μπόρις Τζόνσον.
Η συγγραφέας εξιστορεί πώς η Πάμελα, σε ένα κλίμα καχυποψίας, αγωνιζόταν να καταρρίψει τα αρνητικά στερεότυπα που την ήθελαν να κινεί τα νήματα ως «σκεύος ηδονής» και να αποδείξει ότι πέρα από το σεξαπίλ διέθετε ικανότητες, που άξιζαν την αναγνώριση και όχι την περιφρόνηση. Υπήρξε θύμα επίμονης ζηλοφθονίας, ότι όφειλε την επιρροή της στις επιδόσεις της «κάτω από τα σεντόνια», ότι ήταν μια πανούργα εταίρα-χρυσοθήρας, που δεν διέθετε τα τυπικά προσόντα της μόρφωσης και εμπειρίας, που θα δικαιολογούσαν την έλξη που ασκούσε σε τόσους ισχυρούς άνδρες. Αυτοδίδακτη στην τέχνη της πολιτικής και της διπλωματίας, εκπαιδεύθηκε δίπλα σε δύο μεγάλες προσωπικότητες, «τον πατέρα της νίκης» Τσώρτσιλ και τον κατά τριάντα χρόνια μεγαλύτερό της Χάριμαν, τον οποίο ξελόγιασε στο Λονδίνο το 1941 ως απεσταλμένο του Ρούζβελτ, υπεύθυνο για το αμερικανικό πρόγραμμα στρατιωτικής βοηθείας Lend-Lease, ύψους 42 δισ. δολαρίων.
Σε ένα κλίμα καχυποψίας, αγωνιζόταν να καταρρίψει τα αρνητικά στερεότυπα που την ήθελαν να κινεί τα νήματα ως «σκεύος ηδονής» και να αποδείξει ότι πέρα από το σεξαπίλ διέθετε ικανότητες.
Βασισμένη σε μια τετραετή έρευνα στα αμερικανικά, βρετανικά και γαλλικά αρχεία, σε συνεντεύξεις και ημερολόγια, η Περνέλ ξετυλίγει τον μίτο της «ομορφότερης κοκκινομάλλας στο Λονδίνο του πολέμου». Από τον Μάιο του 1940 που ο Τσώρτσιλ ανέλαβε την πρωθυπουργία, έγινε το «μυστικό όπλο του», όταν σε ηλικία είκοσι ετών αφιερώθηκε στον στρατηγικό στόχο να εξασφαλιστεί η στήριξη της Βρετανίας στον πόλεμο κατά του Χίτλερ γοητεύοντας με την ομορφιά και την πονηριά διπλωμάτες, στρατηγούς και δημοσιογράφους, συνεισφέροντας έτσι και η ίδια στην οικοδόμηση της «ειδικής σχέσης» Αμερικής – Βρετανίας. Μεταξύ των Αμερικανών που υπέκυψαν στα θέλγητρά της ήταν και ο ανταποκριτής του CBS Εντ Μάροου, του οποίου οι νυχτερινές ανταποκρίσεις από το Λονδίνο για τη ναζιστική απειλή είχαν μεγάλη απήχηση στην αμερικανική κοινή γνώμη.
Ηταν 25 ετών το 1945, όταν έληξε ο πόλεμος και ο προβληματικός γάμος της με τον Ράντολφ, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, που πήρε το όνομα του περίφημου παππού του. Μεταπολεμικά συνδέθηκε ερωτικά με πολλούς επιφανείς της πολιτικής και της οικονομίας, όπως τον ιδιοκτήτη της FIAT Τζάνι Ανιέλι, τον τραπεζίτη Ελι ντε Ρότσιλντ και περιστασιακά τον Σταύρο Νιάρχο. Πεπεισμένη ότι το μέλλον δεν ανήκε πλέον στη Γηραιά Ηπειρο, μετακόμισε στην Αμερική, στο νέο κέντρο της παγκόσμιας ισχύος και γοήτρου, παντρεύτηκε τον θεατρικό ιμπρεσάριο Λέλαντ Χέιγορντ από το 1960 μέχρι τον θάνατό του το 1971, για να ακολουθήσει την ίδια χρονιά, μια τριακονταετία μετά τον σφοδρό έρωτά τους στο Λονδίνο, ο γάμος της με τον Αβερελ Χάριμαν, πρώην πρέσβη της Αμερικής στη Μόσχα και στο Λονδίνο, υπουργό Εμπορίου, κυβερνήτη της Νέας Υόρκης και κληρονόμο του σιδηροδρομικού κολοσσού Union Pacific Railroad.
Μετά το 1986
Με το δίκτυο των υψηλών γνωριμιών, την απαράμιλλη γοητεία και το χρήμα του συζύγου της μέχρι τον θάνατό του το 1986, έγινε η πιο περιζήτητη οικοδέσποινα της Ουάσιγκτον. Το σπίτι της στο Τζορτζτάουν μετατράπηκε σε στρατηγείο για την ανάδειξη και χρηματοδότηση της νέας γενιάς Δημοκρατικών ηγετών απέναντι στον ρεϊγκανισμό της δεκαετίας του ’80, με επιστέγασμα τη νίκη του Μπιλ Κλίντον στις προεδρικές εκλογές του 1992, ύστερα από δώδεκα χρόνια που το κόμμα περιπλανιόταν στην πολιτική ερημιά. Ως πρέσβειρα της Αμερικής στο Παρίσι (1993-1997) γοήτευσε τον πρόεδρο Σιράκ και βοήθησε στη σύσφιγξη των αμερικανογαλλικών σχέσεων παίζοντας μεσολαβητικό ρόλο στην ειρήνευση της Βοσνίας το 1995, που διαπραγματεύθηκε ένας άλλος προστατευόμενός της, ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ. Στους θαυμαστές της περιλαμβανόταν και ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, που, όπως και οι προκάτοχοί του, δεν ξεχνούσε τη φιλία του συζύγου της προς τη Μόσχα στη διάρκεια του πολέμου και την αδιάκοπη συνηγορία του ζεύγους υπέρ της ύφεσης στην ψυχροπολεμική εποχή.
Ο θάνατος τη βρήκε στην πισίνα του ξενοδοχείου Ριτζ στο Παρίσι, από εγκεφαλική αιμορραγία, θύμα του άγχους, όχι τόσο από ένα απαιτητικό διπλωματικό πόστο, όσο από την πικρή νομική διαμάχη για τα κληρονομικά με την οικογένεια Χάριμαν.
*Ο κ. Αχιλλέας Παπαρσένος υπηρέτησε στις ελληνικές πρεσβείες της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου ως σύμβουλος Τύπου και Επικοινωνίας.

