Ενδιαφέρον πρόγραμμα από τη Συμφωνική του Δήμου Αθηναίων

Ενδιαφέρον πρόγραμμα από τη Συμφωνική του Δήμου Αθηναίων

Τρία ενδιαφέροντα όσο και μεταξύ τους τελείως διαφορετικά έργα του 20ού αιώνα περιελάμβανε η συναυλία της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Αθηναίων στις 12 Νοεμβρίου

2' 21" χρόνος ανάγνωσης

Τρία ενδιαφέροντα όσο και μεταξύ τους τελείως διαφορετικά έργα του 20ού αιώνα περιελάμβανε η συναυλία της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Αθηναίων στις 12 Νοεμβρίου. Υπό τη διεύθυνση του Βλαδίμηρου Συμεωνίδη, ακούστηκαν το περίφημο «Αντάτζιο» του Σάμιουελ Μπάρμπερ, η δεύτερη Συμφωνία του Κουρτ Βάιλ, καθώς επίσης το δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο του Ντμίτρι Σοστακόβιτς με σολίστ τον Θοδωρή Τζοβανάκη.

Η βραδιά ξεκίνησε μάλλον δύσκολα. Το απλό, λυρικό «Αντάτζιο», στο οποίο οφείλει την αθανασία του ο Μπάρμπερ, στηρίζεται αποκλειστικά στα έγχορδα, στον συντονισμό και στην ακρίβειά τους, καθώς αυτά περνούν από τον έναν μουσικό φθόγγο στον επόμενο. Μια και δεν υπάρχει κάτι περισσότερο να ακούσει ή να απολαύσει κανείς, το βάρος πέφτει εξ ολοκλήρου στις ποιότητες αυτές. Oπως φάνηκε και στη συνέχεια, η ακρίβεια και ο συντονισμός των εγχόρδων της Συμφωνικής του Δήμου Αθηναίων είναι τα λιγότερο δυνατά χαρτιά της.

Ο Βλαδίμηρος Συμεωνίδης διηύθυνε μια βραδιά με συμφωνικά έργα των Μπάρμπερ, Βάιλ και Σοστακόβιτς.

Το δεύτερο Κοντσέρτο για πιάνο, έργο μάλλον φωτεινό για τα δεδομένα του Σοστακόβιτς, γράφηκε για τον 19χρονο γιo του Μαξίμ, ο οποίος και το πρωτόπαιξε το 1957 κατά την αποφοίτησή του από το Ωδείο της Μόσχας. Στο πρώτο μέρος κυριαρχούν μηχανιστικοί ρυθμοί, στο δεύτερο έντονος λυρισμός, ενώ στο τρίτο τη διάθεση καθορίζουν χορευτικοί ρυθμοί. Το σβέλτο πρώτο μέρος, όπως αντίστοιχα και το ζωηρό τρίτο, ωφελούνται όταν η ερμηνεία της ορμητικής μουσικής διαθέτει πάνω απ’ όλα ελαφράδα και, κυρίως, όταν δεν προδίδει αγωνία. Με την επιφύλαξη, πάντα, της προβληματικής ακουστικής του θεάτρου «Ολύμπια», η οποία σκληραίνει την ηχητική εντύπωση, στα δύο αυτά μέρη η γενική εντύπωση απέπνεε μάλλον αρκετή ανησυχία. Επιπλέον, ο συντονισμός ανάμεσα στον πιανίστα και στην ορχήστρα ήταν συχνά λιγότερο από ιδανικός, με την ορχήστρα αρκετές φορές να μένει πίσω. Το πιάνο υπήρξε πολύ πιο πειστικό στο ποιητικό δεύτερο μέρος, με διάθεση νυχτερινού, ενώ στο πρώτο μέρος δεν φάνηκε να επενδύει ιδιαίτερα σε αποχρώσεις ή διαφοροποιήσεις δυναμικής που θα βοηθούσαν την πλαστικότητα της ερμηνείας.

Είναι λυπηρό που οι περισσότεροι σήμερα γνωρίζουν τον Κουρτ Βάιλ κυρίως από τα τραγούδια ή τις δύο όπερές του σε κείμενο του Μπέρτολντ Μπρεχτ, την «Oπερα της πεντάρας» και την «Aνοδο και πτώση της πόλης Μαχαγκόνι». Γενικότερα, είναι πολύ λυπηρό που έχουν εξαφανιστεί από τα προγράμματα συναυλιών τα έργα συνθετών που διώχτηκαν από τους ναζί, αλλά και όσων από αυτούς κατέφυγαν στις ΗΠΑ. Ο Βάιλ συνέθεσε μουσική κάθε είδους, ανάμεσα στα οποία ένα Κοντσέρτο για βιολί και δύο Συμφωνίες. Η τριμερής δεύτερη πρωτοπαρουσιάστηκε το 1934 από την περίφημη Βασιλική Ορχήστρα Κοντσέρτχεμπαου του Αμστερνταμ υπό τον Μπρούνο Βάλτερ. Πρόκειται για έργο που εντάσσεται ομαλά στη γερμανική συμφωνική παράδοση, ενώ, παράλληλα, διαθέτει όλα τα γνώριμα στοιχεία της γραφής του συνθέτη, τον λυρισμό, τη λεπτή ειρωνεία, τη μελωδικότητα, όπως και το τραγικό στοιχείο. Ο Συμεωνίδης ανέδειξε τις όψεις αυτές και μεμονωμένοι μουσικοί, κυρίως των ξύλινων και χάλκινων πνευστών, συνέβαλαν στην αποσαφήνιση του χαρακτήρα κάθε ενότητας. Αξίζει κανείς να επανέλθει.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT