Oταν τον περασμένο Ιούλιο η Αντρεα Σκίνερ αποκάλυψε ότι ο πατριός της την κακοποιούσε σεξουαλικά από την ηλικία των εννέα ετών μέχρι την εφηβεία της και ότι η μητέρα της, η Καναδή νομπελίστρια Αλις Μανρό (1931-2024), είχε αγνοήσει εκκωφαντικά τις εκκλήσεις της κόρης της για υποστήριξη, πολλοί ήταν εκείνοι που άρχισαν να βλέπουν τη μόλις εκλιπούσα τότε συγγραφέα όχι σαν μια λογοτεχνική φωνή ενσυναίσθησης και κατανόησης των ανθρωπίνων, αλλά σαν ένα σύμβολο μητρικής εγκατάλειψης.
Σε πρόσφατο άρθρο του στους New York Times, ο βιβλιοκριτικός Τζάιλς Χάρβεϊ επιχειρεί να εντοπίσει όχι μόνο τα βιογραφικά στοιχεία της Μανρό που φανερώνουν ίσως την προέλευση της σκληρής στάσης της προς την κόρη της, αλλά και εκείνα τα διηγήματά της τα οποία γράφτηκαν μετά την αποκάλυψη της αλήθειας και μοιάζουν επηρεασμένα από το τρομερό γεγονός που η Καναδή αντιμετώπισε περισσότερο στην τέχνη της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το διήγημα «Vandals», για το οποίο η Μανρό έγραφε στον ατζέντη της το 1993 (μόλις ένα χρόνο μετά τις απέλπιδες εκμυστηρεύσεις της κόρης της) ότι την είχε δυσκολέψει τόσο που κυριολεκτικά την «αρρώστησε». Η ιστορία που διαβάζει κανείς στο «Vandals» μοιάζει αρκετά με τον πυρήνα όσων συνέβησαν μεταξύ της Μανρό, της κόρης της, Αντρεα Σκίνερ, και του θετού πατέρα της και συντρόφου της Καναδής συγγραφέως, Τζέραλντ Φρέμλιν: ο άνδρας κακοποιεί ένα νεαρό κορίτσι, αλλά η συμβία του, παρότι μαθαίνει την αλήθεια, παραμένει εξαρτημένη από εκείνον, αποτυγχάνοντας να προστατεύσει το θύμα.
«Η ενσυναίσθηση που επιδαψιλεύει η Μανρό στο μυθιστορηματικό της παιδί προφανώς είχε παρακρατηθεί από το αληθινό της», γράφει για το «Vandals» ο βιβλιοκριτικός των New York Times. Ο οποίος πάντως αναφέρει και τη δύσκολη σχέση της Καναδής με τη δική της μητέρα, την υποψία της Μάργκαρετ Ατγουντ ότι είχε κακοποιηθεί και η Μανρό ως παιδί, καθώς και την αίσθηση πλήρους αποδοχής που της πρόσφερε ο Φρέμλιν, ο οποίος φαίνεται βέβαια πως είχε κακοποιήσει και άλλα παιδιά. Ο ίδιος πάντως είχε δηλώσει ένοχος για την κακοποίηση της Αντρεα Σκίνερ το 2005.
Παραθέτει και άλλα διηγήματα της Μανρό το άρθρο των New York Times. Ενα από αυτά είναι και το «Runaway», που στα ελληνικά αποδόθηκε από τη μεταφράστρια Σοφία Σκουλικάρη ως «Απόδραση» και περιλαμβάνεται στην ομώνυμη συλλογή που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Η ηρωίδα της «Απόδρασης» αποφασίζει μεν να φύγει από έναν καταπιεστικό σύντροφο, στην πορεία όμως διαπιστώνει ότι ούτε μακριά του μπορεί να ζήσει και έτσι επιστρέφει σε αυτόν. Και στο διήγημα «Χαλίκι», ένα μικρό κορίτσι χάνει τη ζωή του, ενώ η μητέρα του κάνει σεξ με τον νέο της σύντροφο και έτσι δεν αντιλαμβάνεται το αίτημα για βοήθεια από τη μεγάλη της κόρη: «Ισως εδώ η Μανρό να κατηγορεί τον εαυτό της», λέει η Σοφία Σκουλικάρη.
Οπως επισημαίνει ωστόσο η μεταφράστρια, οι σκοτεινές πτυχές των ανθρωπίνων σχέσεων που απασχολούν τη Μανρό εντοπίζονται σε διάφορα άλλα διηγήματά της και δεν συνδέονται αποκλειστικά με τη σεξουαλική κακοποίηση, αλλά και με την κακία των παιδιών κ.ά. Η υπόθεση της κόρης της μπορεί να αποτυπώθηκε σε κάποια διηγήματα, «αλλά δεν μπορεί να χαρακτηρίσει όλο το μετέπειτα έργο της Μανρό», λέει η Ελληνίδα μεταφράστρια και προσθέτει: «Υπήρξε αφελής, εγωίστρια, εξαρτημένη, αλλά θεωρώ παρακινδυνευμένο το να επανερμηνεύουμε τα πάντα υπό αυτό το φως».

