Αστός εναντίον αστών

Υπάρχουν δύο βιβλία για το σινεμά που αξίζει να διαβάσει κανείς. Το ένα είναι οι «Σημειώσεις για τον κινηματογράφο» του Ρομπέρ Μπρεσόν. Εδώ και χρόνια εξαντλημένο. Το άλλο είναι η «Τελευταία μου πνοή» του Λουίς Μπουνιουέλ. Δεν είναι αυτοβιογραφία ή ημιβιογραφία. Δεν είναι μυθιστόρημα

4' 27" χρόνος ανάγνωσης

Υπάρχουν δύο βιβλία για το σινεμά που αξίζει να διαβάσει κανείς. Το ένα είναι οι «Σημειώσεις για τον κινηματογράφο» του Ρομπέρ Μπρεσόν. Εδώ και χρόνια εξαντλημένο. Το άλλο είναι η «Τελευταία μου πνοή» του Λουίς Μπουνιουέλ. Δεν είναι αυτοβιογραφία ή ημιβιογραφία. Δεν είναι μυθιστόρημα. Είναι ό,τι απέμεινε στις γωνιές της μνήμης ενός μεγάλου σκηνοθέτη που άλλαξε τον τρόπο αντίληψης της ανθρωπότητας μ’ ένα μόνο πλάνο, ήδη από την πρώτη του ταινία, γυρισμένη πριν από σχεδόν εκατό χρόνια. Ενα νυστέρι κόβει ένα μάτι. Το μάτι μας. Και μετά, ο κόσμος άρχισε να βλέπει διαφορετικά.

Εχω δει μπόλικες ταινίες. Μα ακόμα πιστεύω πως όλες είναι παραλλαγές τριών φιλμ. «Εξοδος από το εργοστάσιο» των Λιμιέρ (ρεαλισμός, καθημερινότητα), «Διαγωγή μηδέν» του Βιγκό (ποίηση, εξέγερση) και «Ενας ανδαλουσιανός σκύλος» του Μπουνιουέλ (κωμωδία, βία).

Ενα απόγευμα λοιπόν, λίγες ημέρες πριν μάθω για την κυκλοφορία της αυτοβιογραφίας από τις εκδόσεις Δώμα, σε νέα μετάφραση από τον Θάνο Σαμαρτζή, έψαχνα, σ’ ένα βιβλιοπωλείο στο Παγκράτι, την έκδοση της «Πνοής» που είχε κυκλοφορήσει κάποτε από τον εκδοτικό οίκο Οδυσσέας. Ηθελα να τη δωρίσω στην ανιψιά μου.

Ηταν η μητέρα μου που μου είχε δώσει να τη διαβάσω στην πρώτη της εκδοχή, σε βιβλίο τσέπης, όταν ήμουν ακόμα στο λύκειο. Στην αρχή ήμουν πολύ επιφυλακτικός (φαντάζομαι ακριβώς γι’ αυτό, επειδή μου το είχε προτείνει η μάνα μου). Αλήθεια, ποιος ήταν εκείνος ο κύριος, στο γυαλιστερό εξώφυλλο, που στεκόταν μπροστά από το νεανικό του πορτρέτο, ζωγραφισμένο από τον φίλο του τον Νταλί, όπως θα μάθαινα αργότερα; Και τι σόι ταινίες είχε γυρίσει; Τίποτα δεν μ’ έπειθε την περίοδο της εφηβείας μου. Κανείς. Ημουν αλλού.

Το γεγονός ότι η αυτοβιογραφία του Μπουνιουέλ, γραμμένη με τη βοήθεια του συνεργάτη του στα σενάρια Ζαν-Κλοντ Καριέρ, έγινε ένα από τα δέκα αγαπημένα μου βιβλία, το αφήνω ασχολίαστο. Οπως επίσης και το γεγονός ότι δεν επέστρεψα ποτέ το μητρικό αντίτυπο.

Σαν φιλμ 4Κ

Ειλικρινά, δεν μ’ ενδιαφέρει αν η νέα απόδοση του κειμένου από τον Σαμαρτζή είναι καλύτερη από την παλαιότερη της Μαρίας Μπαλάσκα. Σίγουρα είναι. Διαβάζοντας μάλιστα μερικά αποσπάσματα από την πρόσφατη κυκλοφορία, έχω την αίσθηση πως παρακολουθώ ένα φιλμ του Μπουνιουέλ σε αποκατεστημένη κόπια 4K. Ξαφνικά, το κείμενο έχει αποκτήσει υψηλή ευκρίνεια, με αποτέλεσμα τα ατσούμπαλα σημεία της παλαιότερης μετάφρασης από το γαλλικό πρωτότυπο να έχουν επιμελώς απαλειφθεί, καθαρίζοντας τις άκρες του κάδρου και επουλώνοντας κάθε είδους γρατζουνιές που υπήρχαν στην εμουλσιόν της σελίδας. Αυτό είναι καλό; Μήπως είναι κακό; Δεν ξέρω.

Για εμένα, το πιο σημαντικό είναι πως ενώ, μέχρι πρότινος, η «Τελευταία μου πνοή» ήταν κάπου καταχωνιασμένη ανάμεσα σε άλλα ξεχασμένα βιβλία για τον κινηματογράφο στα ράφια των βιβλιοπωλείων (άλλωστε, ποιος τρελός διαβάζει κείμενα για το σινεμά στις μέρες μας;) ή κρυμμένη πίσω από την εκδοτική παραγωγή, που θυμίζει τη φαντασίωση ενός μανιακού που θέλει να μας πνίξει με βιβλία, έχοντας απώτερο σκοπό να μισήσουμε το διάβασμα, τώρα έχει μια ακόμα ευκαιρία να βρεθεί στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αποκτώντας μια δεύτερη ζωή. Μέχρι να πεταχτεί ξανά στ’ αζήτητα.

Η ζωή του Μπουνιουέλ ήταν σαν τεθλασμένη γραμμή. Μεγάλωσε σε αστική οικογένεια, στα φοιτητικά του χρόνια έγινε φίλος με τον Λόρκα και τον Νταλί (τον οποίο αργότερα μίσησε), πήγε στο Παρίσι, μπλέχτηκε με το κίνημα των Σουρεαλιστών και άρχισε να σκηνοθετεί ταινίες στα τριάντα του. Εκείνη την περίοδο ολοκλήρωσε τρία σπουδαία φιλμ: τον «Σκύλο», τη «Χρυσή εποχή» και τη «Γη χωρίς ψωμί». Μετά έκανε μια παύση δεκαπέντε χρόνων, κάτι που κανένας σκηνοθέτης δεν θα τολμούσε στις μέρες μας. Θα έτρεμε μην ξεχαστεί τ’ όνομά του. Κάτι που ο Μπουνιουέλ ευχόταν για τον ίδιο. Τη λήθη.

Δεύτερη ζωή για το αυτοβιογραφικό «Η τελευταία μου πνοή» του Λουίς Μπουνιουέλ.

Τη δεκαετία του ’40 έζησε στην Αμερική και τελικά εγκαταστάθηκε στο Μεξικό. Για βιοποριστικούς λόγους επέστρεψε στο σινεμά. Εκανε ταινίες που τις γύριζε σε τρεις εβδομάδες και τις μόνταρε γρήγορα, χωρίς πολλή σκέψη. Κι όμως, ακόμα κι έτσι, ξεβράστηκαν διαμάντια: «Λος Ολβιδάδος», «Ανέβασμα στον ουρανό», «Ναζαρέν». Οι Ευρωπαίοι τον ξαναθυμήθηκαν όταν γύρισε τη «Βιριδιάνα». Τότε ξεκίνησε μια δεύτερη (ή τρίτη) καριέρα, στα εξήντα του. Οσο μπορούσε να ενδιαφέρει κάτι τέτοιο έναν άνθρωπο που το σκηνοθετικό του πρόγραμμα συνοψιζόταν στη φράση «Αστός εναντίον αστών», όπως αναφέρει κάπου στην αφήγησή του.

«Υπέρ και κατά»

Διαβάζω για πολλοστή φορά, με την ίδια λαχτάρα, ένα από τα πιο ωραία κεφάλαια του βιβλίου, το «Υπέρ και κατά», εκεί που ο Μπουνιουέλ απαριθμεί μια λίστα με τα πράγματα που αγαπούσε και εκείνα που μισούσε. Η απολυτότητά του είναι κραυγαλέα, σχεδόν παραδειγματική. Τι αγαπούσε: τη βροχή, το κρύο, τη μουσική, τα βιβλία του Ντε Σαντ, τα μοναστήρια, τα μπαρ, το ντράι μαρτίνι, τον Φριτς Λανγκ, τα όπλα, τις αράχνες. Τι μισούσε: τον Μπόρχες, τον Στάινμπεκ, τον στόμφο, τον όχλο, τις στατιστικές, τη δημοσιότητα, τις αράχνες. Αλλά κυρίως αυτό: «Δεν μου αρέσουν οι κάτοχοι της αλήθειας, όποιοι κι αν είναι. Μου προκαλούν πλήξη και με τρομάζουν».

Σπάνιες φορές μού έχει συμβεί να μην έχει χαθεί καθόλου η απόλαυση της ανάγνωσης για ένα κείμενο που πρωτοδιάβασα πριν από δεκαετίες. Ισως επειδή ο Μπουνιουέλ, χωρίς την επιτήδευση που συνήθως έχουν όσοι αυτοβιογραφούνται, είναι σαν να μου υπενθυμίζει πως κάθε ζωή αξίζει. Κάθε ζωή έχει απόλαυση, έρωτα, όνειρα, πόνο. Είναι σαν μου λέει: «Ζήσε». Μέσα στα σκατά, βρίσκεις πάντα λάμψεις ανακούφισης. Στις 12 Μάρτη του ’82, ένα χρόνο πριν πεθάνει, είχε γράψει στον Καριέρ: «Είμαι εξαντλημένος». Ολοι είμαστε πια. Βρείτε κι αγοράστε τη νέα μετάφραση από τις εκδόσεις Δώμα. Αλλά εγώ θα κρατήσω στη βιβλιοθήκη το αντίτυπο της μάνας μου.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT