Τα ποιητικά έργα του Δημήτρη Κοντού (1931-1996), χειρονομιακά ψυχογραφήματα καθώς κοιτούσε τον συννεφιασμένο ουρανό στο Παρίσι του 1961, σχηματίζουν μια ζωφόρο στη νέα στέγη της CAN Gallery της Χριστίνας Ανδρουλιδάκη. Στην οδό Χαλκοκονδύλη 19, κοντά στην Ομόνοια, στον μεγάλο ισόγειο χώρο ενός κλασικότροπου μοντερνιστικού κτιρίου του 1954 με την υπογραφή του Σπύρου Στάικου (1913-2012), η Χριστίνα Ανδρουλιδάκη έχει οργανώσει εδώ και λίγους μήνες τον νέο χώρο της γκαλερί, αφήνοντας το Κολωνάκι και ορίζοντας νέες βάσεις στην καρδιά της εμπορικής Αθήνας. Υπάρχει μια βαθιά αίσθηση vintage αθηναϊκότητας, με την εντυπωσιακή σε έκταση «θάλασσα» από ένα πράσινο μωσαϊκό της Τήνου, που αποκαλύφθηκε έπειτα από αφαιρέσεις επιστρώσεων. Τώρα, γεμίζει το βλέμμα και πλημμυρίζει τις αισθήσεις. Η οροφή από γυμνό σκυρόδεμα σε ικανό ύψος (μετά την καθαίρεση ψευδοροφής) έχει μια θαυμάσια μελέτη φωτισμού της Μαρίας Μανέτα (με την εφαρμογή από τον Θανάση Καλκάνη της Lights On).
Καθώς έξω από τη μεγάλη τζαμαρία της CAN Gallery η οδός Χαλκοκονδύλη έχει τον δικό της ρυθμό, στο εσωτερικό ο λεπταίσθητος κόσμος του Δημήτρη Κοντού αφηγείται την ιστορία ενός βλέμματος σε ένα καθεστώς ευπρόσδεκτης σιωπής. Η Χριστίνα Ανδρουλιδάκη μού εξιστορεί την ιδιαιτερότητα αυτής της ενότητας έργων του Δημήτρη Κοντού (που ανήκει στην οικογένεια). Ο Κοντός ζωγράφισε αυτά τα έργα σε ηλικία 30 ετών, όταν είχε εγκατασταθεί στο Παρίσι, αποχαιρετώντας τη Ρώμη, όπου μαζί με τους φίλους και συνοδοιπόρους του, Βλάση Κανιάρη, Νίκο Κεσσανλή, Γιάννη Γαΐτη και Κώστα Τσόκλη, είχαν ιδρύσει την ομάδα Gruppo Sigma.
Αυτό που έβλεπε από το παράθυρό του σε εκείνο το προάστιο του Παρισιού, ο συννεφιασμένος ουρανός και η βροχή, έγινε σταδιακά ένα εικαστικό ημερολόγιο, σαν ψυχογράφημα, με ελεύθερη χειρονομιακή γραφή με μολύβια και γραφίτη σε χαρτί, έργα οργανωμένα στο όριο της αφαίρεσης, έργα εξαιρετικής αισθητικής λεπτότητας, τα οποία για τις ανάγκες της έκθεσης πέρασαν από συντήρηση και αποκατάσταση. Εκείνη η θέα του Παρισιού πριν από 63 χρόνια έγινε η τωρινή έκθεση με τίτλο «Μεταμορφώσεις – Σύννεφα – Βροχή».
Οπως γράφει η Μαριάντρη Χρυσοστόμου για τον Δημήτρη Κοντό, «είναι ένας αφηγητής, ένας ρομαντικός ποιητής, που εκφράζει με περίσσια ευαισθησία το έπος του σύμπαντος και του φυσικού κόσμου. Δεν ενδιαφέρεται τόσο για τον άνθρωπο αυτούσια, όσο για την έννοια που τον περιλαμβάνει. Βλέπει την τέχνη ως έναν τρόπο να ανακαλύψει τον εαυτό του, τη ζωή και τον χρόνο μέσα από μια ευρύτερη έννοια, έξω από το άτομο αλλά μέσα στο σύμπαν μέσα από ένα παιχνίδι σύνδεσης και ανακάλυψης».
Εχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς η έκθεση αυτή είναι μουσειακών προδιαγραφών και εντάσσεται σε ένα άτυπο κλίμα εικαστικής διαπαιδαγώγησης, ότι η περίπτωση του Δημήτρη Κοντού εντάσσεται σε εκείνο το τότε αποσχιστικό ρεύμα της ελληνικής τέχνης. Ο Κοντός εκτέθηκε από το 1958, όταν εγκαταστάθηκε αρχικά στη Ρώμη, σε όλα τα ρηξικέλευθα ρεύματα που άλλαζαν τότε τον κόσμο της τέχνης. Είδε νέα τέχνη, αφομοίωσε επιρροές. Ονόματα όπως οι Αλμπέρτο Μπουρί, Τζάκσον Πόλοκ και Αντόνι Τάπιες έμπαιναν σε ένα νέο σύμπαν πρόσληψης του κόσμου.
Η χαμηλόφωνη παρουσίαση αυτής της ενότητας του 1961 με τον συννεφιασμένο ουρανό που έβλεπε ένας νεαρός Ελληνας ζωγράφος σε ένα προάστιο του Παρισιού είναι μια επανασύνδεση με πολύ βασικές αρχές ζωγραφικής και νοήματος.
Δημήτρης Κοντός, «Μεταμορφώσεις – Σύννεφα – Βροχή». CAN Christina Androulidaki Gallery, έως τις 18 Ιανουαρίου 2025.

