Το τραύμα της Κάλλας με άλλη ματιά

Λυδία Κονιόρδου και Αγγελίνα Παπαδοπούλου μιλούν για τη συμμετοχή τους στο φιλμ «Maria», δίπλα στην Αντζελίνα Τζολί

3' 44" χρόνος ανάγνωσης

Το «Maria», η πολυαναμενόμενη κινηματογραφική βιογραφία της Μαρίας Κάλλας, διά χειρός Πάμπλο Λαρέιν, κυκλοφορεί εδώ και μερικές μέρες στις ελληνικές αίθουσες, καλώντας το κοινό να ανακαλύψει λιγότερο γνωστές πτυχές της κορυφαίας ντίβας της όπερας. Η Αντζελίνα Τζολί, που ανέλαβε τη δύσκολη αποστολή να υποδυθεί την Κάλλας, βρίσκεται προφανώς στο επίκεντρο, ωστόσο στην ταινία συμμετέχουν και δύο Ελληνίδες ηθοποιοί με μικρούς αλλά σημαντικούς ρόλους: η Λυδία Κονιόρδου που παίζει τη μητέρα της, Λίτσα Καλογεροπούλου, και η Αγγελίνα Παπαδοπούλου, η οποία μπαίνει στα παπούτσια της νεαρής Κάλλας.

Την πρώτη την βλέπουμε σε ένα από τα πολυάριθμα φλας μπακ της ταινίας, να προσπαθεί να εκμεταλλευθεί το μουσικό ταλέντο της κόρης της προκειμένου να επιβιώσει η οικογένεια στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. «Είναι πασίγνωστη η δύσκολη σχέση που είχε η Κάλλας με τη μητέρα της από σχετικά μικρή ηλικία και πολύ περισσότερο αργότερα όταν έγινε διάσημη. Σίγουρα εκείνη είδε το ταλέντο της μικρής Μαρίας και την ώθησε με όλες τις δυνάμεις της να δουλέψει και να εξελιχθεί· ταυτόχρονα ωστόσο ήταν σκληρή απέναντί της. Θα μπορούσα να παρομοιάσω τη σχέση τους με εκείνη της Κλυταιμνήστρας και της Ηλέκτρας, την αρχετυπική σχέση ανταγωνισμού μεταξύ μάνας-κόρης. Η Μαρία αναζητούσε πάντα την αγάπη της μάνας, όμως συνήθως εισέπραττε αρνητισμό και ιδιοτέλεια», μας λέει η Λυδία Κονιόρδου, για την οποία, εκτός των άλλων, η Κάλλας αποτελεί διαχρονική πηγή έμπνευσης και θαυμασμού.

Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια, με την επιρροή πιθανώς και των διαφόρων κινημάτων υπέρ των γυναικών, η ιστορία της Μαρίας Κάλλας προσεγγίζεται εκ νέου μέσα από ντοκιμαντέρ, ταινίες μυθοπλασίας και τηλεοπτικές σειρές. «Πιθανόν να έχει να κάνει με έναν αναστοχασμό της κοινωνίας μας απέναντι σε έναν άνθρωπο που προσέφερε τόσο πολλά στην τέχνη κι όμως η κοινή γνώμη υπήρξε ελάχιστα γενναιόδωρη στην εποχή της, παρά τη φαινομενική λατρεία. Το “χρεώνεται” όλη η κοινωνία ότι ένα τέτοιο πλάσμα έφυγε από τη ζωή με τόσο βαθιά ψυχικά τραύματα. Αν αναλογιστώ τη δική μου διαδρομή στην τραγωδία, της οποίας η όπερα αποτελεί μουσική εξέλιξη, δεν ξέρω αν θα άντεχα να συμβούν όλα αυτά στην επαγγελματική και προσωπική ζωή μου και να συνεχίσω να δουλεύω», σημειώνει σχετικά η έμπειρη Ελληνίδα ηθοποιός. 

«Μοναδική εμπειρία»

Στον αντίποδα, η νεαρή Αγγελίνα Παπαδοπούλου, η οποία τώρα κάνει τα πρώτα βήματά της στην υποκριτική, μιλάει για τη μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισε στον ρόλο της. «Νομίζω πως ήταν να μπω στην ψυχολογία του χαρακτήρα μου και να αποδώσω την εσωτερική της σύγκρουση με τρόπο αυθεντικό και όχι επιφανειακό. Ο ρόλος απαιτούσε πολύ έντονο συναίσθημα, και το γεγονός ότι συμμετείχα σε μια τόσο υψηλού επιπέδου παραγωγή πρόσθετε μια πίεση για να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό».

Πώς ήταν όμως η εμπειρία της συνεργασίας με έναν κινηματογραφιστή του διαμετρήματος του Πάμπλο Λαρέιν; «Η συνεργασία με τον Πάμπλο Λαρέιν ήταν μια μοναδική εμπειρία. Ο τρόπος που δουλεύει, η βαθιά κατανόηση των χαρακτήρων και η οπτική του με ενέπνευσαν και με έκαναν να δω την υποκριτική με έναν πιο βαθύ και προσωπικό τρόπο. Ξεχωρίζω την ηρεμία και την ακρίβειά του στο σετ, καθώς και την ικανότητά του να με κάνει να νιώθω σημαντική για τη συνολική ιστορία. Μετά από κάθε σκηνή μου με ευχαριστούσε και μου έσφιγγε το χέρι. Είναι από τους σκηνοθέτες που ξέρουν πώς να δημιουργούν έναν χώρο εμπιστοσύνης, κάτι που μου έδωσε την ελευθερία να εξερευνήσω τον ρόλο μου και να αποδώσω στο καλύτερο δυνατό». 

Η συνεργασία με τον Πάμπλο Λαρέιν ενθουσίασε τις δύο ηθοποιούς που τον περιγράφουν ως άνθρωπο «ευαίσθητο και λεπτό», που δουλεύει «με ηρεμία και ακρίβεια».

Η Λ. Κονιόρδου από την πλευρά της χαρακτηρίζει τον σκηνοθέτη Λαρέιν «ευαίσθητο, λεπτό και σχεδόν ανεπαίσθητο στην καθοδήγηση των ηθοποιών του».

Οι δύο Ελληνίδες ηθοποιοί είχαν επίσης την ευκαιρία να συνεργαστούν με την Αντζελίνα Τζολί, για την οποία έχουν να πουν μόνο καλά λόγια: «Σεναριακά είχαμε μαζί μια σκηνή, η οποία τελικά κόπηκε στο μοντάζ, μάλλον γιατί κρίθηκε υπερβολικά σκληρή. Αισθάνθηκα ότι είναι ένας όμορφος άνθρωπος. Μοιάζει εύθραυστη όμως είναι “γειωμένη”, έχει άποψη για όσα συμβαίνουν στον κόσμο και την εκφράζει», παρατηρεί η Λ. Κονιόρδου και η Αγγ. Παπαδοπούλου συμπληρώνει: «Ηταν εξαιρετικά φιλική και προσιτή από την πρώτη στιγμή, κάτι που με έκανε να νιώσω πολύ άνετα παρά το αρχικό μου άγχος. Στη σκηνή που μοιραστήκαμε, μου έκανε εντύπωση η συγκέντρωση και η αμεσότητά της. Ενιωσα ότι με “άκουγε” πραγματικά, όχι μόνο με τα λόγια, αλλά με το βλέμμα και την ενέργειά της. Ηταν σαν να μπαίναμε μαζί σε έναν “χορό”, όπου κάθε της αντίδραση ενίσχυε τη δική μου ερμηνεία. Μου έδωσε πολύτιμες συμβουλές μετά τη σκηνή που γυρίσαμε μαζί, κάτι που με συγκίνησε».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT