«Δεν έχω ούτε μία φωτογραφία! Δεν με πειράζει που πέταξα το τραπέζι, τις καρέκλες, το κρεβάτι. Εχω δύο παιδιά και δεν έχω καθόλου αναμνήσεις – την κούνια, το καρότσι, τα ρουχαλάκια που κρατούσα. Είναι σαν να ξεκινά η ζωή τους τώρα. Αυτό με πονάει πιο πολύ». Η Ιουλία Μπακλαβά και ο σύζυγός της, Σωτήρης Γιώτας, περιφέρονται μέσα στο κατεστραμμένο σπίτι τους στον Βλοχό Καρδίτσας –το χωριό που θάφτηκε στη λάσπη από τη φονική κακοκαιρία «Daniel» τον Σεπτέμβριο του 2023– και μετρούν απώλειες. Διασχίζοντας δωμάτια με φουσκωμένα πατώματα, ξεφτισμένους σοβάδες και μουλιασμένες φωτογραφίες επάνω στα καλοριφέρ, αναλογίζονται αν είναι ασφαλές να επιστρέψουν. Την αγωνία τους καταγράφουν σε ένα πεντάλεπτο βίντεο ο εικαστικός Ιλίρ Τσούκο και η δημοσιογράφος Ανια Τρολένμπεργκ.
Οι δυο τους ξεκίνησαν ένα οδοιπορικό στις πληγείσες από τις πλημμύρες και τις φωτιές περιοχές της Θεσσαλίας, του Εβρου και της Ρόδου, έξι μήνες μετά τη μανία της φύσης. «Η σκέψη ήταν να επιστρέψουμε και να καταγράψουμε τα ίχνη της καταστροφής και τις συνέπειές της στους κατοίκους, όταν πλέον ο θόρυβος είχε κοπάσει, όταν τα κανάλια είχαν φύγει και ό,τι συνέβη σε αυτούς τους τόπους δεν αποτελούσε πλέον είδηση», εξηγεί ο Ιλίρ. Μοιρασμένος ανάμεσα σε τρεις χώρες –Αλβανία, Ελλάδα, Γερμανία– παραδέχεται πως υπήρχε συναισθηματική φόρτιση στη διάρκεια αυτού του καλλιτεχνικού πρότζεκτ. «Πάντα έτσι γίνονται τα πράγματα σε αυτή τη χώρα», είχε αρχίσει να σκέφτεται. Η Ανια, πάλι, γεννημένη στη Λειψία, δεν θεωρούσε ότι όλο αυτό αφορούσε τα χαμηλά αντανακλαστικά ενός κρατικού μηχανισμού. «Για μένα αυτό που έβλεπα ήταν, απλά, η κορυφή του παγόβουνου. Θα μπορούσε να έχει συμβεί οπουδήποτε. Πρέπει, εξαιτίας της κλιματικής κρίσης, να μάθουμε να ζούμε με αυτά τα βίαια ξεσπάσματα της φύσης, οπότε αυτό που περισσότερο μου κέντριζε το ενδιαφέρον ήταν πώς θα αποτυπώσω μια αδιόρατη απειλή», σχολιάζει η Ανια.

Στις 17 Μαρτίου του 2024, φτάνουν στο χωριό Αστρίτσα Καρδίτσας, τους υποδέχεται μια μικροκαμωμένη γυναίκα με γλυκούς τρόπους και τους δείχνει το σπίτι όπου θα διανυκτέρευαν. Οι τοίχοι ήταν φρεσκοβαμμένοι, τα πατώματα γυαλισμένα και στον χώρο υπήρχε μια ελαφρά μυρωδιά απολυμαντικού. «Αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε: πώς θα καταγράφαμε την καταστροφή όταν τα σημάδια της δεν ήταν πλέον εμφανή;», θυμάται ο Ιλίρ.
Στον Παλαμά
Την επόμενη μέρα στον Παλαμά, στο διπλανό χωριό, παρευρέθησαν σε μια τοπική γιορτή. Παρατηρούσαν παιδιά ντυμένα με παραδοσιακές ενδυμασίες που έπαιζαν κρυφτό, γελούσαν, φώναζαν. «Αυτή ήταν μια ενδιαφέρουσα σκηνή για εμάς, φαινόταν σαν να επιχειρούσαν οι κάτοικοι μια επανεκκίνηση στις ζωές τους», σημειώνει η Ανια, συμπληρώνοντας, ωστόσο, ότι μια μητέρα τής εκμυστηρεύτηκε πως τα παιδιά φοβούνται ακόμη όταν ακούνε τη βροχή. «Ηταν σαν μια απάντηση στο ερώτημα της προηγούμενης βραδιάς. Τα τραύματα δεν είναι πάντα ορατά ή εύκολα ανιχνεύσιμα».

Στις φωτογραφίες, ο Ιλίρ αιχμαλωτίζει ίχνη μιας καθημερινότητας που υπήρξε και διακόπηκε απότομα –λερωμένες σημαίες, ξεχαρβαλωμένες βιβλιοθήκες, σκουριασμένες μηχανές– προσπαθώντας ωστόσο μέσα από το οπτικό υλικό να μεταδώσει και τη μετέωρη κατάσταση στην οποία βρίσκονται αυτοί οι άνθρωποι. Να επιστρέψουν και να ξαναφτιάξουν τα σπίτια τους, με το ενδεχόμενο μιας νέας καταστροφής, ή να στήσουν αλλού μια νέα ζωή; «Για μένα μια φωτογραφία έχει επιτελέσει τον σκοπό της όταν προκαλεί ερωτήματα, όταν σε εμπνέει να φανταστείς τη συνέχεια», εξηγεί ο καταξιωμένος φωτογράφος.
Η ελπίδα επέζησε
Στο χωριό Κίρκη στην Αλεξανδρούπολη, οι δύο συνεργάτες έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στην κυρία Ζωή. Στα ογδόντα της χρόνια, μόνη, έφευγε κάθε πρωί από το σπίτι όπου έμενε και πήγαινε στο δικό της που είχε καεί. Επαιρνε το λάστιχο από τον ξάδελφό της και πότιζε τα λουλούδια στην αυλή της που είχαν σωθεί από τη φωτιά. «Σπίτι δεν υπήρχε, μόνο τα λουλούδια κοντά στον φράχτη, όμως επέμενε να τα φροντίζει. Το θέαμα ήταν παράδοξο αλλά και συγκινητικό. Ο άνθρωπος πιάνεται από την ελπίδα για να συνεχίσει – ό,τι μορφή κι αν έχει», υποστηρίζει ο Ιλίρ.

Η Ανια θυμάται, επίσης, την κυρία Χρυσούλα στην Αστρίτσα· είχε χάσει όλα της τα ζώα από τον κατακλυσμό και το σπίτι της είχε υποστεί σοβαρές καταστροφές. Μέσα σε όλη αυτήν τη συντριβή, είχε τον νου της να κόψει ένα πλαστικό μπουκάλι και να το στολίσει με λουλούδια. «Η ανάγκη για το ωραίο δεν παύει. Ξέραμε ότι καμία από αυτές τις ιστορίες δεν έχει την αξία μιας είδησης, δεν θα διεκδικούσε ποτέ τηλεοπτικό χρόνο από κάτι άλλο, μας έμαθε όμως πως ο άνθρωπος μπροστά στον χαμό απελευθερώνει μια ενέργεια που δεν τη φαντάζεσαι», τονίζει η Ανια.
Και οι δύο δηλώνουν πως δεν περίμεναν να συναντήσουν τόσο θερμή υποδοχή από τους κατοίκους. Θεωρούσαν ότι οι άνθρωποι θα ήταν απασχολημένοι με το να βρουν τα πατήματά τους, ανησυχούσαν πως θα έπρεπε να επιμείνουν για να εκμαιεύσουν ιστορίες. «Μας σταματούσαν στον δρόμο. Ηταν λογικό, από τη μία, το παράπονό τους ήταν πως τους ξέχασαν πολύ σύντομα, εκείνοι όμως δεν είχαν προλάβει να πενθήσουν, να επουλώσουν τα τραύματά τους, να διαχειριστούν την επόμενη μέρα», αναφέρει ο Ιλιρ, προσθέτοντας ότι η έννοια της συνέχειας χαρακτήριζε το σύνολο των αφηγήσεων των κατοίκων.
Στη Ρόδο

Στο Ασκληπιείο της Ρόδου, επάνω στον λόφο συνάντησαν ένα συνταξιούχο δάσκαλο· φύτευε ελιές. «Ηταν ηλικιωμένος, ήταν βέβαιο ότι δεν θα έβλεπε τα δενδρύλλια αυτά να καρποφορούν, το έκανε όμως για τους επόμενους», επισημαίνει η Ανια. Τους συγκίνησε η πράξη του δασκάλου, όπως και οι σοφίες που μοιράστηκε μαζί τους. «Πάντα να αφήνεις μερικούς καρπούς πάνω στα δέντρα για τα πουλιά και ό,τι βγαίνει έξω από τον φράχτη σου μην το κόβεις, μπορεί να περνούν περαστικοί που πεινάνε», μας έλεγε. Η καταστροφή ίσως να μας κάνει πιο ταπεινούς και σοφότερους, σχολιάζω. «Η καταστροφή είναι μέρος του κύκλου, η φύση μάς δείχνει ότι υπάρχει συνέχεια. Στη Δαδιά το έδαφος έχει ήδη πετάξει βλαστάρια», με ενημερώνει ο Ιλίρ. Και προσθέτει μαζί με την Ανια: «Συχνά, αντλούμε ιστορίες από μικρές κουκκίδες στον χάρτη και τις πάμε στις μεγάλες πόλεις. Πρέπει, όμως, να επιστρέψουμε εκεί όπου ξεκίνησαν όλα».
Η έκθεση «Beyond Destruction – Ρόδος Θεσσαλία, Εβρος», με φωτογραφίες, video κι έντυπο υλικό, θα παρουσιαστεί από 12/12 έως 31/1, στο Goethe Institut Athen, Ομήρου 14-16. Επίσης, θα ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη, σε πόλεις της Ευρώπης, όμως θα γυρίσει πίσω και στους τόπους για τους οποίους μιλάει. Το πρότζεκτ πραγματοποιείται με την υποστήριξη του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ – Γραφείο Θεσσαλονίκης.

