ΒΟΛΦΓΚΑΝΓΚ ΚΕΠΕΝ
Θάνατος στη Ρώμη
Μτφρ.: Βασίλης Τσαλής
Εκδ.: Κριτική, 2024, σελ. 336
Δέκα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η πολλάκις τραυματισμένη Γερμανία προσπαθεί να μαζέψει τα συντρίμμια της και να μπει σε μια διαδικασία αναστήλωσης της οικονομίας και της κοινωνίας της. Ο Κόνραντ Αντενάουερ δείχνει αποφασισμένος να αφήσει πίσω το σκοτεινό παρελθόν και η αποναζιστικοποίηση είναι η μόνη εφικτή λύση.
Πρωτοπαλίκαρα του Χίτλερ κατάφεραν να διαφύγουν των δικαστηρίων και να μη συλληφθούν ποτέ. Ενα εξ αυτών είναι ο Γκότλιμπ Γιούντεγιαν, ανώτατος αξιωματικός των SS, ταγμένος στην ιδέα της μεγάλης Γερμανίας και αμετανόητος ναζιστής, παρά την ήττα του καθεστώτος και την αυτοκτονία του Φύρερ.
Ολα όσα είχε μάθει να μισεί εισβάλλουν στη ζωή του και τον οδηγούν σε ένα τέλος διόλου ηρωικό.
Μεταβαίνει στη Ρώμη, που με τη σειρά της θέλει να αφήσει πίσω τις μαύρες μέρες του Μουσολίνι και να γίνει ξανά η μεθυστική πόλη που θα υποδεχθεί τους τουρίστες και θα τους μαγέψει με τα αρχαία αγάλματα, τη νυχτερινή ζωή και τις τέρψεις που μπορεί να προσφέρει.
Μόνο που στην ιταλική πρωτεύουσα θα μεταβούν ακόμη ο κουνιάδος του Γιούντεγιαν, Φρίντριχ Πφάφρατ, δήμαρχος πλέον που έχει ξεπλύνει με επιδεξιότητα το ναζιστικό παρελθόν του, η γυναίκα του, οι δύο εκ διαμέτρου αντίθετοι γιοι του, ο κυνικός και εξουσιομανής Ντίτριχ και ο συναισθηματικός και τραυματισμένος Ζίγκφριντ, που είναι συνθέτης. Την κουστωδία κλείνει η γυναίκα του Γιούντεγιαν, Εύα, που δίχως τα κλέη του καθεστώτος έχει χάσει το ηθικό και την αξία της και ο γιος τους, Αντολφ, που έχει γίνει διάκονος, κάτι που εξοργίζει τον πατέρα του.
Οι σκιές
Ο Κέπεν δεν αφήνει τίποτα που να μη στιγματιστεί από την κριτική του ματιά. Οπως έπραξαν και οι άλλοι συγγραφείς της «γενιάς των ερειπίων», που όχι μόνο δεν αποδέχθηκαν τη λήθη, αλλά θέλησαν μέσω των έργων τους να καταδείξουν πως ο ναζισμός παραμένει ενεργός, έτσι και ο Κέπεν ρίχνει φως στα μύχια όλων των ηρώων του. Tους κάνει να μοιάζουν με μια δράκα φαντασμάτων που δεν λένε να ησυχάσουν και ζητούν εκδίκηση και τιμωρία. Ο,τι δεν πρόλαβαν να κάνουν επί Χίτλερ, ελπίζουν να το καταφέρουν τώρα που άλλαξαν οι συνθήκες.

Μόνη εξαίρεση ο Ζίγκφριντ, που πρόκειται να ανεβάσει μια συμφωνία του στη Ρώμη, την οποία θα διευθύνει ο Εβραίος αρχιμουσικός Κίρενμπεργκ. Ο Ζίγκφριντ πάλλεται από τις σκιές του παρελθόντος, τρέμει στην όψη του Γιούντεγιαν, παλεύει μέσω της τέχνης του να καταδείξει πώς το ναζιστικό καθεστώς διέλυσε κάθε έννοια ανθρωπιάς, πολιτισμού και εθνικής ταυτότητας. Το έργο του γίνεται δεκτό με ανάμεικτα συναισθήματα, καθώς σε πολλούς μοιάζει σαν αδιανόητος θόρυβος. Είναι, όμως, αυτός ο εσωτερικός θόρυβος που θέλει να αποτυπώσει.
Το ξεγύμνωμα όλων δεν θα αργήσει. Ακόμη και η Ρώμη που δείχνει πλουμιστή, είναι χτισμένη πάνω σε χώματα που στάζουν αίμα και τα μνημεία της τίποτα άλλο δεν είναι από το σκηνικό μιας νεκρόπολης.
Ο Γιούντεγιαν κυνηγάει μια νεαρή Εβραιοπούλα που, συν τοις άλλοις, συνευρίσκεται με άνδρες τα βράδια, μόνο που τη χάνει εξαιτίας του γιου του που την κερδίζει. Ο Ζίγκφιρντ ονειρεύεται να δοκιμάσει τον απαγορευμένο καρπό του έρωτα στα στέκια των ομοφυλόφιλων, η γυναίκα του Γιούντεγιαν μένει κλεισμένη στο δωμάτιο του ξενοδοχείου κι αυτός εγκλωβίζεται σε ένα δωμάτιο βουτηγμένο στην κόκκινη ομίχλη (λες και είναι ποτισμένη από το αίμα των ανθρώπων που σκότωσε) που μοιάζει με θάλαμο αερίων. Το τέλος του, καίτοι θα κάνει τον γύρο της παγκόσμιας ειδησεογραφίας, δεν θα είναι καθόλου ηρωικό. Αντίθετα, θα δείξει πως πίσω από τη σκληροτράχηλη φιγούρα του ναζί δολοφόνου υπήρχε πάντα μια φοβισμένη περσόνα. Ο μικρός Γκότλιμπ, που προσπαθούσε να αποκτήσει αξία που δεν είχε ποτέ. Η αποδόμηση που του επιφυλάσσει ο Κέπεν είναι αντάξια της ουσιαστικής κενότητας του ήρωα, η οποία, τελικά, θα μπορούσε να αποκτήσει αξία μόνο δίπλα σε έναν παρανοϊκό ολετήρα σαν τον Χίτλερ. Η μετάφραση του Βασίλη Τσαλή αξίζει να σημειωθεί, καθώς περατώνει ένα τόσο πυκνό κείμενο με εξαιρετικό τρόπο.

