Κόλιν Ρένφριου: Ο επίμονος Αγγλος αρχαιολόγος και τα μυστικά της Κέρου

Κόλιν Ρένφριου: Ο επίμονος Αγγλος αρχαιολόγος και τα μυστικά της Κέρου

O Κόλιν Ρένφριου (1937-2024), ο οποίος αποκλήθηκε «γίγαντας της προϊστορικής αρχαιολογίας», είχε στο μυα- λό του συνεχώς τις Κυκλάδες. Τα διαμελισμένα ειδώλια, οι ψηφιακές τεχνολογίες αιχμής και η «Βίβλος» του για τους νεότερους επιστήμονες

5' 9" χρόνος ανάγνωσης

Ετος 1963, Ανω Κουφονήσι, Μικρές Κυκλάδες. Μέσα στον πρωινό καλοκαιρινό ήλιο, στο λιμανάκι του νησιού, ένα καΐκι βιράρει την άγκυρα και βάζει πλώρη για την Κέρο. Τρία ναυτικά μίλια προς τα δυτικά, με τις γυμνές πλαγιές και τις καμπύλες της να βάφονται παράξενα από το φως της ανατολής, το ερημονήσι μοιάζει με γιγάντιο κήτος που αναδύεται μέσα από το Αιγαίο.

Στο κατάστρωμα του τρεχαντηριού βρίσκεται ένας μόνο επιβάτης: ένας 26χρονος Αγγλος αρχαιολόγος που, συμπληρώνοντας το παζλ της διδακτορικής του έρευνας πάνω στις προϊστορικές Κυκλάδες και έχοντας ακούσει φήμες για τοπικά φαινόμενα αρχαιοκαπηλίας, αναζητεί απαντήσεις. Η Κέρος, όμως, που μέσα στα χρόνια θα επισκεπτόταν ξανά και ξανά, θα του έθετε συνεχώς νέα ερωτήματα, και η έρευνα που έμελλε να κάνει πάνω της θα γινόταν έργο ζωής που θα κρατούσε μισό αιώνα.

Ο λόγος για τον Κόλιν Ρένφριου, έναν από τους πιο σημαντικούς αρχαιολόγους του 20ού και των αρχών του 21ου αιώνα –έναν «γίγαντα της προϊστορικής αρχαιολογίας», όπως τον αποκάλεσαν–, που έφυγε από τη ζωή πριν από λίγες ημέρες στα 87 του χρόνια.

Γεννημένος στις 25 Ιουλίου 1937 στο Στόκτον-ον-Τις της Αγγλίας, γοητεύτηκε από μικρός από τα αινίγματα του παρελθόντος, θαυμάζοντας ερείπια από το Τείχος του Αδριανού που βρίσκονταν κοντά στο πατρικό του. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ανθρωπολογία στο St John’s College του Κέμπριτζ, όπου έλαβε το διδακτορικό του το 1965, ενώ την ίδια χρονιά διορίστηκε στη θέση του λέκτορα στο Τμήμα Προϊστορίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ.

Μεταξύ 1968 και 1970 ξαναβρέθηκε στην Ελλάδα, για να διευθύνει μαζί με τη Λιθουανή αρχαιολόγο Μαρίγια Γκιμπούτας ανασκαφές στους Σιταγρούς της Δράμας. Μεταξύ 1972 και 1973 διηύθυνε τις ανασκαφές σε έναν νεολιθικό τάφο στη Σκωτία, ενώ μεταξύ 1974-1977 επέστρεψε στο Αιγαίο και ηγήθηκε των ερευνών σε έναν από τους πιο σημαντικούς αιγαιοπελαγίτικους οικισμούς της Εποχής της Χαλκού, τη Φυλακωπή της Μήλου. Το 1980 εξελέγη μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας, ενώ το 1981 πήρε τη θέση του καθηγητή Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ.

Φαίνεται όμως πως το μυαλό του ήταν συνεχώς στις Κυκλάδες: το 1987 ταξίδεψε ξανά στην Ελλάδα και συνδιηύθυνε έρευνες για μια τετραετία στη Μαρκιανή της Αμοργού αλλά και στην Κέρο, στην οποία ξαναβρισκόταν μετά 24 χρόνια. Οπως και τον Ιούλιο του 1963, έτσι και τότε, 24 χρόνια μετά, το νησί τού παρουσίαζε το ίδιο ερώτημα: Γιατί βρίσκονταν πάνω του εκατοντάδες κυκλαδικά ειδώλια της Εποχής του Χαλκού, όλα τους (εκτός μονάχα ενός) διαμελισμένα; Τα μαρμάρινα θραύσματα που είχε συλλέξει και εξέταζε δεν έμοιαζαν σαν προϊόντα πρόσφατης αρχαιοκαπηλίας, αλλά σαν μια «σκόπιμη καταστροφή» που είχε συμβεί κατά την αρχαιότητα.

Χρειάστηκε να περάσουν άλλες δύο δεκαετίες για να επιστρέψει εκεί και, για τρεις περιόδους ανασκαφών που ξεκίνησαν το 2006 και έληξαν το 2008, έχοντας δίπλα του μια διεθνή ομάδα σχεδόν 30 ειδικών, δημιούργησε μια νέα αιχμή στην έρευνά του, επικεντρωμένη στη βραχονησίδα του Δασκαλιού, στο δυτικό μέρος του νησιού, κοντά στον παράκτιο αρχαιολογικό χώρο του Κάβου. Εκεί άρχισε να μελετά τα ερείπια ενός οικισμού έκτασης 13 στρεμμάτων με προηγμένη πολεοδομική μελέτη και σύστημα αποστραγγιστικών αγωγών, δομημένου με εντυπωσιακά προηγμένη για την εποχή τεχνολογία και υλικά. Στο μικροσκοπικό νησί, ογδόντα μόνο μέτρα από την ακτή (με την οποία κάποτε ενωνόταν με έναν ισθμό), ο Κόλιν Ρένφριου μαζί με τον συνάδελφό του στο Κέμπριτζ δρα Μάικλ Μπόιντ βρήκαν στις λιθοδομές ναξιώτικο μάρμαρο, κάτι που σημαίνει πως τέσσερις-πέντε χιλιετίες π.Χ. οι προϊστορικοί Κυκλαδίτες ήταν ήδη άξιοι ναυτικοί και έκαναν με τα πλοία τους εμπόριο και μεταφορές μεταξύ των γύρω νησιών.

Οσον αφορά το «μυστήριο των σπασμένων ειδωλίων», μια από τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις εκείνης της αποστολής ήταν πως η απουσία μαρμάρινων θρυμμάτων (αναμενόμενων στην περίπτωση μιας επιτόπου θραύσης) πρόδιδε ότι το σπάσιμο είχε γίνει αλλού. Το πιο περίεργο εύρημα, όμως, ήταν ότι σχεδόν κανένα από τα θραύσματα των συνολικά 500 ειδωλίων και 2.500 μαρμάρινων αγγείων δεν μπορούσαν να ενωθούν μεταξύ τους. Ο Ρένφριου θα έλεγε: «Το μόνο συμπέρασμα στο οποίο μπορούσαμε να καταλήξουμε ήταν πως τα σπασίματα έγιναν σε άλλα νησιά και μεμονωμένα κομμάτια από κάθε ειδώλιο ή αγγείο μεταφέρθηκαν με μια σειρά από γενιές νησιωτών στην Κέρο. Φαίνεται ότι υπήρχε τότε κάτι σαν κοινωνική υποχρέωση, η οποία όριζε πως έπρεπε να φέρεις ένα κομμάτι από το σπασμένο ειδώλιο και να το εναποθέσεις σε έναν τόπο που τότε θεωρείτο ιερός, πιθανώς διαμένοντας λίγες μέρες στο Δασκαλιό, ώσπου να ολοκληρωθεί η τελετή».

Η θεωρία του σκιαγραφούσε ένα «ιερό νησί» στην καρδιά του Αιγαίου – μια εικόνα που μας φέρνει αμέσως στον νου τη Δήλο, η οποία όμως θα ανθούσε… τρεις χιλιάδες χρόνια αργότερα. Οπως είχε πει σε μια διάλεξη στη Βρετανική Ακαδημία το 2013, «αν συμπεράνουμε ότι οι επισκέψεις είχαν τελετουργικό και συμβολικό σκοπό, μπορούμε ίσως να αναφερθούμε στον Κάβο ως ένα “ιερό”, χρησιμοποιώντας έναν σκόπιμα ασαφή όρο, που σημαίνει τοποθεσία για περιοδικές τελετουργικές επισκέψεις. Οπως φαίνεται, ήταν το πρώτο περιφερειακό ιερό στο Αιγαίο, με επισκέπτες που προέρχονταν από μια ευρεία περιοχή. Μπορεί να αποδειχθεί το παλαιότερο ναυτικό ιερό στον κόσμο».

Εκτός από την Κέρο και τα μυστήριά της, κεντρικό ρόλο στο έργο του Κόλιν Ρένφριου είχαν και οι λύσεις της τεχνολογίας. Οι τελευταίες ανασκαφές του στην Κέρο και στο Δασκαλιό –όσες άρχισαν το 2015 και συνεχίζονται ακόμα– χρησιμοποιούν ψηφιακές τεχνολογίες αιχμής. Επιπλέον, το έργο του στη χρήση του αρχαιολογικού αρχείου ως βάσης για την κατανόηση του αρχαίου νου ήταν θεμελιώδες στο πεδίο της εξελικτικής γνωσιακής αρχαιολογίας. Μαζί με τον μαθητή του, Λάμπρο Μαλαφούρη, επινόησαν τον όρο «neuroarchaeology» για να περιγράψουν μια «αρχαιολογία του νου». Αξίζει επίσης να αναφέρουμε και μια σημαντική έκδοση την οποία επιμελήθηκε, το ακόμη ευπώλητο, μετά εννέα επανεκδόσεις, «Archaeology: Theories, Methods, and Practice» της Thames & Hudson, μια «βίβλο» του χώρου, για την οποία είχε γραφτεί πως αποτελεί τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής ενός φοιτητή Αρχαιολογίας «όσο ένα φτυάρι και μια μπίρα».

Μιλώντας στο προωθητικό βίντεο του ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε για αυτόν και το έργο του στην Κέρο, μια συμπαραγωγή του National Geographic και της Cosmote TV που προβλήθηκε το 2020, με την αριστοκρατική προφορά ενός παλιού Αγγλου τζέντλεμαν, λέει: «H γοητεία της αρχαιολογίας της Κέρου έγκειται στο γεγονός ότι πηγαίνει πίσω στις απαρχές του ελληνικού πολιτισμού, άρα και του ευρωπαϊκού». Kαι συνεχίζει: «Η αρχαιολογία είναι ένα συναρπαστικό θέμα. Μας μιλάει για το ανθρώπινο παρελθόν, και το κάνει συνδυάζοντας την Ιστορία με τις φυσικές επιστήμες, προσπαθώντας έτσι να δώσει απαντήσεις στο ερώτημα τι σημαίνει να είσαι ανθρώπινο ον».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT