Στα προχθεσινά εγκαίνια της έκθεσης «Αδειάζει, γεμίζει, το φως», που φιλοξενείται στο Iδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη, ο εικαστικός Γιάννης Μπουτέας βρέθηκε έπειτα από αρκετό καιρό ανάμεσα σε νέους καλλιτέχνες. Ο 73χρονος καλλιτέχνης, μέλος και αυτός μιας πληθωρικής γενιάς όπως ήταν εκείνη του ’70, παρουσιάζει τρία έργα και μια σειρά φωτογραφιών για την αρχή και την πηγή της έμπνευσής του.
Ο Μπουτέας, που σπούδασε χαρακτική στην ΑΣΚΤ της Αθήνας με τον Κώστα Γραμματόπουλο και συνέχισε τις σπουδές του ως υπότροφος στη Σχολή καλών Τεχνών του Παρισιού, όπου εργάστηκε για δέκα χρόνια, αναγνωρίζεται από τους 30άρηδες και 40άρηδες καλλιτέχνες της έκθεσης ως «δικός» τους. Από πολύ νωρίς έως και σήμερα χρησιμοποιεί το φως, φυσικό ή τεχνητό, ως κυρίαρχο εκφραστικό του μέσο. Το φως, συνήθως με τη μορφή σωληνωτών λαμπτήρων νέον, είναι ένα υλικό που εμφανίζεται ήδη στην πρώτη ατομική του έκθεση στην Αθήνα (1972, Αίθουσα Τέχνης Αθηνών – Χίλτον).
Ο Γιάννης Μπουτέας διαθέτει, παρά τη μακρά πορεία του στη τέχνη, μια συστολή ανάλογη της διακριτικής προσωπικότητάς του. Ωστόσο, καλλιτεχνικά εκφράζεται με δυνατές, κυριαρχικές εικαστικές συνθέσεις που επιβάλλονται στον χώρο. Τα έργα του –κατασκευές και εγκαταστάσεις– διατηρούν τη φόρτισή τους, ενώ ταυτόχρονα είναι απλά, φιλικά, οικεία, προσβάσιμα, σε μια διαρκή επικοινωνία με τους θεατές.
Στη συζήτησή μας, που περιστρέφεται βεβαίως γύρω από το φως, αλλά και το διαρκές παιχνίδι της καλλιτεχνικής του αναζήτησης μέσω ευτελών ανόμοιων υλικών –σχοινιά και σπάγγοι, πέτρες, λαμαρίνες, πλαστελίνη, καουτσούκ, άσφαλτος και, αργότερα, καθρέφτες– ο λόγος πηγαίνει γρήγορα στην παιδική του ηλικία και στα μετεμφυλιακά χρόνια στη γενέθλια πόλη, Καλαμάτα. «Κατασκεύαζα αυτοσχέδια παιχνίδια με τα κουτιά από κονσέρβες και τοποθετούσα πρόκες στις ράγες του τρένου για να πατηθούν από τις ρόδες και να γίνουν αιχμηρές σαν κοπίδια, ώστε να χρησιμοποιηθούν για τις επόμενες κατασκευές», μας λέει.


Το παιχνίδι βρίσκεται στη βάση των ιδεών που διατυπώνει ο καλλιτέχνης –ως «ιδέες» χαρακτηρίζει τα έργα του– και όπως τονίζει ο ίδιος, «από τη σχέση που δημιουργείται με τη συνύπαρξη δύο ή περισσότερων αντίθετων υλικών προκύπτει πάντα κάτι καινούργιο». Με τον ίδιο τρόπο συσχετίζει στα έργα του διαφορετικές κουλτούρες, δημιουργώντας ένα είδος διαστρωματώσεων, λέξη που χρησιμοποιείται συχνά στους τίτλους των έργων του.
Τον ρωτώ πώς ξεκίνησε η σχέση του με το φως και απαντώντας επιστρέφει πάλι στην αρχή των πραγμάτων, αυτή τη φορά όμως μιλώντας για τη δημιουργία του κόσμου. «Χάρη στο Big Bang έγινε ο κόσμος όπως μπορούμε σήμερα να τον αντιληφθούμε», εξηγεί και αναφέρεται στη μαγεία του ήλιου, στις εκρήξεις και στις μαύρες τρύπες του Διαστήματος, στους συμβολισμούς του φωτός μέσα στους αρχαίους πολιτισμούς, φτάνοντας μέχρι το παρόν, την αστροφυσική και την ψηφιακή τεχνολογία.
«Από τη σχέση που δημιουργείται με τη συνύπαρξη δύο ή περισσότερων αντίθετων υλικών προκύπτει πάντα κάτι καινούργιο», λέει ο 73χρονος εικαστικός.
Ο κοινός άξονας
Το κοινό θεματικό στοιχείο των έργων που παρουσιάζονται στην έκθεση είναι η εκφραστική δύναμη του φωτός, και πάνω σε αυτόν τον άξονα συναντιέται μια παλιά «φρουρά» καταξιωμένων δημιουργών με νεότερους. Συνολικά δεκαεπτά καλλιτέχνες συνδιαλέγονται και αντιπαρατίθενται μέσω της τέχνης τους, προσεγγίζοντας αναζητήσεις γύρω από το φως και τη σκιά, τη γεωμετρική φόρμα και τη διάχυση των ορίων, το πάντρεμα του χρώματος με το κενό και την αντανάκλαση.
Ετσι, η έκθεση που είναι βασισμένη στη συνεργασία δύο επιμελητών, του Τάκη Μαυρωτά, διευθυντή του εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος, και του ιστορικού τέχνης Πάνου Γιαννικόπουλου, αποτελεί συνάντηση ιστορικών έργων εμβληματικών δημιουργών που δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή –Chryssa, Takis, Antonakos, Λάππας– με νέους μέσω εγκαταστάσεων, ζωγραφικής, γλυπτικής και φωτογραφίας.
«Πιστεύω ότι ο Γιάννης Μπουτέας ενστερνίζεται τον στοχασμό του Πικάσο που συχνά έλεγε πως “όλα τα πράγματα του κόσμου έχουν δικαίωμα στο φως”», σχολιάζει ο Τάκης Μαυρωτάς. «Η δουλειά του διακρίνεται από βάθος και εύρος, διαφορετικές προσεγγίσεις και συνεχή έρευνα. Το έργο του βασίζεται στις ιδέες του, στη φιλοσοφημένη του θέση για την πορεία της τέχνης», καταλήγει.
Εκθεση «Αδειάζει, γεμίζει, το φως», έως τις 16 Φεβρουαρίου.

