Το μίσος, υποστήριζε η Πολωνή ποιήτρια Βισουάβα Σιμπόρσκα στο ομότιτλο ποίημά της, δεν μοιάζει με άλλα συναισθήματα, διατηρείται πάντα σε φόρμα, υπερπηδά τα πιο ψηλά εμπόδια, δεν επιλέγει θρησκείες ούτε πατρίδες, συντάσσεται στο πλευρό οποιουδήποτε, αρκεί να γίνει η δουλειά. Από το δικό της ποίημα και ιδιαίτερα στην τελευταία στροφή όπου το μίσος παρομοιάζεται με την οξύτατη όραση ενός ελεύθερου σκοπευτή εμπνεύστηκε και ο Δαυίδ Σαμπεθάι για να δημιουργήσει το «Sniper», έναν από τους πίνακες που μας υποδέχονται στο «We, the monster», την έκθεση που συνοδεύει το φερώνυμο αφιέρωμα του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με τη δική του συμμετοχή και της Μαλβίνας Παναγιωτίδη, σε επιμέλεια του καλλιτεχνικού διευθυντή του φεστιβάλ, Ορέστη Ανδρεαδάκη. Το όνομα της βραβευμένης με Νομπέλ ποιήτριας έπεσε στο τραπέζι στην πρώτη κιόλας συνάντηση που είχαν οι τρεις τους τον περασμένο Αύγουστο για να συζητήσουν πώς αντιλαμβανόταν ο καθένας την έννοια του τέρατος. Πώς έχουν αποτυπωθεί τα τέρατα στη λογοτεχνία και στον κινηματογράφο; Πώς μοιάζουν σήμερα; Ταυτίζονται με την έννοια του δύσμορφου αλλόκοτου πλάσματος ή μπορεί και να είναι φιγούρες με συνηθισμένα χαρακτηριστικά και δημαγωγικό λόγο; «Η έκθεση αυτή μοιάζει σαν να επιστρέφουμε σε θέματα με τα οποία και οι δύο ασχολούμασταν αλλά τώρα είναι σαν να κρατάμε ένα μακροφακό, σαν να βλέπουμε τη μεγαλύτερη εικόνα», αναφέρει ο Δαυίδ. Η έκθεση με πίνακες, έργα σε ύφασμα, κεραμικά, video και επίτοιχα γλυπτά αναπτύσσεται περιμετρικά της βιντεοεγκατάστασης του Γέσπερ Γιουστ, «Ιnterfears».
Ακολουθείς μια συγκεκριμένη διαδρομή σαν να εισέρχεσαι σε ένα τούνελ το οποίο δημιουργεί μια ατμόσφαιρα αγωνίας, δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις στην επόμενη στροφή. «Πολύ γρήγορα αποφασίσαμε ότι θα ντύσουμε όλους τους τοίχους με ύφασμα θέλοντας να φέρουμε στον νου εικόνες από την παιδική μας ηλικία, όπου με ένα σεντόνι δημιουργούσαμε ένα χώρο στον οποίο είχε θέση το φαντασιακό», εξηγεί ο Δαυίδ. Ο δεύτερος λόγος ήταν πώς ήθελαν να δημιουργήσουν «κεφάλαια» μέσα στην αφήγηση ώστε να μπορεί κάποιος να σκεφτεί τις διαφορετικές εκφάνσεις και αποτυπώσεις του τέρατος. Η Μαλβίνα αντλεί ιδέες για τα κεραμικά της από τις απεικονίσεις Σατύρων που συναντάμε στις προθήκες αρχαιολογικών μουσείων αλλά και από τα «στοιχειά» της λαογραφικής μας παράδοσης, τα οποία όπως λέει δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις απωθητικά στον άνθρωπο. «Το τέρας δεν είναι πάντα τρομακτικό, μπορεί να είναι μια ιδέα ή μια άλλη οντότητα, κάτι που το μάτι μας δεν έχει συνηθίσει», σημειώνει. Στην πρακτική της με τα χάλκινα γλυπτικά στοιχεία «παίζει» συχνά και με την έννοια του κατακερματισμένου σώματος. Διαμελισμένα μέλη που συντίθενται σε ένα νέο σώμα. «Το έργο της Μαλβίνας μπορεί να γεννήσει συνειρμούς με το “Alien” του Ρίντλεϊ Σκοτ, τις ταινίες του Τζον Κάρπεντερ, είναι το οικείο που μπορεί να μεταμορφωθεί σε τερατώδες γιατί φέρει κάτι διαφορετικό στην όψη του», σχολιάζει και ο Δαυίδ. Και οι δύο υποστηρίζουν ότι την ιδέα του αλλόκοτου μπορεί να τη συναντήσει κανείς και σε καθημερινό και σε φαντασιακό πλαίσιο, δεν είναι τόσο η έμπνευση όσο το στοιχείο της περιέργειας που λειτουργεί σαν κινητήρια δύναμη για να εξερευνήσουν αυτήν την περιοχή.
Σε μια εσοχή αντικρίζουμε έναν ψιλόλιγνο κύριο πάνω σε μια σκηνή. Φαίνεται σαν να πατάει σε ένα χαλάκι που μοιάζει με τη γη. Πηγή έμπνευσης για το «Αtrocity Exhibition», ζωγραφικό έργο σε καμβά του Δαυίδ Σαμπεθάι είναι τα freak shows αλλά και το «The Elephant Man» του Ντέιβιντ Λιντς (ταινία που συμμετέχει στο κινηματογραφικό αφιέρωμα), το οποίο μας μιλάει για την παθητική πλευρά του τέρατος. Το τέρας ως θεατής που ψυχαγωγείται διασκεδάζοντας με τη διαφορετικότητα των άλλων.
Εως τις 24/11, ΜΟΜus Πειραματικό Κέντρο Τεχνών, Αποθήκη Β1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης.

