ΜΑΡΙΝΑ ΚΑΡΥΔΑ
Μάτι 23 Ιουλίου 2018
εκδ. Παπαδόπουλος, 2024
σελ. 336
Εχουν περάσει ήδη έξι χρόνια από την 23η Ιουλίου 2018 και την πολλαπλή τραγωδία που εκτυλίχθηκε εκείνη την ημέρα στο Μάτι της Αττικής. Εκατόν τέσσερις άνθρωποι όλων των ηλικιών –και μικρά παιδιά ανάμεσά τους– έχασαν τη ζωή τους με τραγικό και οδυνηρό τρόπο. Οι περισσότεροι απανθρακώθηκαν από τη φωτιά που ξεκίνησε από το Νταού Πεντέλης και εντελώς ανεμπόδιστη σάρωσε και κατέκαψε το Μάτι. Κάποιοι, στην προσπάθειά τους να διαφύγουν και να σωθούν, πνίγηκαν στη θάλασσα. Τεράστιες, αν και ήσσονος σημασίας βέβαια σε σχέση με τις ανθρώπινες ζωές, ήταν και οι υλικές καταστροφές. Επιπλέον, οι άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους και όσοι τραυματίστηκαν σωματικά και ψυχικά και είδαν τις περιουσίες τους να εξαφανίζονται, υπέστησαν ή βίωσαν όλη αυτή την ανείπωτη φρίκη, αφόρητα μόνοι και αβοήθητοι, αφού οι εντεταλμένοι μηχανισμοί της πολιτείας για την αντιμετώπιση των φαινομένων αυτών απουσίαζαν παντελώς και όπου παρενέβησαν συνετέλεσαν περισσότερο στην αύξηση του αριθμού των θυμάτων.
Μαρτυρίες, καταθέσεις και ντοκουμέντα για να μην ξεχαστούν ποτέ τα 104 θύματα της πυρκαγιάς στο Μάτι.
Εκείνη η ημέρα, όπως έγραψε στα κοινωνικά δίκτυα η κόρη ενός θύματος, «είναι ημέρα ντροπής για την Ελλάδα, όχι μόνο πένθους». Η ιδιαίτερα φορτισμένη αυτή φράση βρίσκεται και στις τελευταίες σελίδες του συνταρακτικού βιβλίου με τον τίτλο «Μάτι 23 Ιουλίου 2018», το οποίο επιχειρεί να συλλάβει το κυριολεκτικά ασύλληπτο συμβάν, να περιγράψει –όσο είναι δυνατόν– εξατομικευμένα αλλά και συλλογικά το βίωμά του από τα θύματα, να αποδώσει την εικόνα τού σχεδόν πολεμικού πυρακτωμένου σκηνικού και να θέσει τα αμείλικτα ερωτήματα για την πλήρη διαχειριστική ανεπάρκεια της οργανωμένης πολιτείας.
Πολυετής έρευνα
Συγγραφέας του βιβλίου είναι η Μαρίνα Καρύδα, κάτοικος της περιοχής και αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων. Η συγγραφέας δεν αρκέστηκε στην προσωπική της πρόσληψη των τραγικών συμβάντων. Με πολυετή ερευνητική προσπάθεια συνέλεξε και αφηγήθηκε τις εμπειρίες ανθρώπων που έχασαν παιδιά, συζύγους, γονείς, συγγενείς και γείτονες, που έζησαν οι ίδιοι την πυρκαγιά, που βρέθηκαν με τις ώρες αβοήθητοι στη θάλασσα, που αναζητούσαν τους δικούς τους στα νοσοκομεία ή στα νεκροτομεία. Επιπλέον ενσωμάτωσε πολλές από τις καταθέσεις των θυμάτων ως μαρτύρων ενώπιον της δικαιοσύνης, στις οποίες περιγράφουν τις τρομακτικές εμπειρίες τους. Στάθηκε ιδιαίτερα δε και στην κατάθεση του πραγματογνώμονα Δημητρίου Λιότσιου, ο οποίος κόντρα σε εκβιασμούς και απειλές διερεύνησε και ανέδειξε την εγκληματικά αμελή συμπεριφορά της Πυροσβεστικής και της Αστυνομίας.
Για την πιο σφαιρική όμως θεώρηση των συμβάντων ανέτρεξε και στις καταθέσεις, στην ίδια δικαστική διαδικασία, των κατηγορουμένων ανωτάτων αξιωματικών αυτών των μηχανισμών που ενεπλάκησαν στη διαχείριση και την αντιμετώπιση της φονικής πυρκαγιάς. Προς την ίδια κατεύθυνση συμπεριέλαβε και τις αμήχανες και υποκριτικές θέσεις των τότε κυβερνητικών στελεχών και την κυνική επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας που επιχείρησαν. Με απομαγνητοφωνημένα ηχητικά ντοκουμέντα και παραπομπές σε δημοσιεύματα του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου πλαισιώνει και υποστηρίζει το αναλυτικό ερευνητικό της εγχείρημα.
Η Καρύδα, με μια εξαιρετική κειμενική σκηνοθεσία, διευθέτησε και διαχειρίστηκε όλο αυτό το υλικό και περιέγραψε το τραγικό συμβάν ακολουθώντας τη γραμμική χρονική εξέλιξή του. Ετσι, ακολουθεί τα ίδια τα θύματα και τους αυτόπτες μάρτυρες στις δραματικές τους διαδρομές σε εκείνο το εφιαλτικό σκηνικό και με μια πολυφωνική και πολυπρισματική αφήγηση αποδίδει τη ροή των γεγονότων, αναδεικνύει συγκινητικές συμπεριφορές αλληλεγγύης και τα αντίστοιχα συναισθήματα ανθρώπων, ακόμη και μπροστά στο φάσμα ενός επερχόμενου φρικτού θανάτου. Με τα όσα αφηγείται και περιγράφει καταδεικνύει ευθέως την εγκληματική αμέλεια και τη διαχειριστική ανικανότητα των κρατικών μηχανισμών και των ηγεσιών τους και βέβαια την ανήθικη πολιτικά προσπάθεια της τότε πολιτικής εξουσίας να αποσείσει τις ευθύνες της.
«Μνημείο με λέξεις»
Το βιβλίο είναι, όπως επισημαίνει εύστοχα στον πρόλογό του ο καθηγητής Κοινωνιολογίας Παναγής Παναγιωτόπουλος, «ένα σύγχρονο μνημείο νεκρών και ζωντανών από την πύρινη καταστροφή στο Μάτι. Ενα μνημείο με λέξεις». Η «μνημείωση» αυτή, πέρα από την τραγικότητά της, συγκροτείται από την Καρύδα με μια υβριδική σύνθεση λογοτεχνικών ειδών, όπως η τεκμηριωτική και non fiction πεζογραφία και η ερευνητική «νέα δημοσιογραφία», καθώς και με τη χρήση διαφόρων αφηγηματικών τρόπων, όπως η εναλλαγή στην εκφορά των αφηγήσεων και η συσσωμάτωση ντοκουμέντων και επίσημων κρατικών δηλώσεων, με αποτέλεσμα μια ευρύτερη περιγραφική εποπτεία. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η αφηγηματική της τεχνική, η θεματική και η στόχευσή της προσομοιάζουν με αυτές της βραβευμένης με Νομπέλ Λευκορωσίδας Σβετλάνα Αλεξίεβιτς. Το γλωσσικό της ύφος δε, χωρίς λυρικές μεγαλοστομίες, συλλαμβάνει και αποδίδει πλήρως και με ιδιαίτερη ένταση ένα πραγματικό σκηνικό ολικής καταστροφής και τα πάθη των ανθρώπων στο εσωτερικό του. Τον πόνο, την οδύνη, την αγωνία, τον αγώνα για την επιβίωση, την αλληλεγγύη για τους οικείους και για τους ομοιοπαθείς συνανθρώπους τους.
Η συγγραφέας, λίγο πριν τελειώσει το κείμενό της, παραθέτει τα ονόματα των εκατόν τεσσάρων νεκρών στο Μάτι την 23η Ιουλίου 2018 και τα παραδίδει στην εγχώρια συλλογική μνήμη.

