Ιστορίες ανθρώπων με πάθη και δάκρυα

Η συγγραφέας Αλις Μονρό έφυγε από τη ζωή στα 92 της

4' 10" χρόνος ανάγνωσης

Υπάρχει ένα διήγημα της Αλις Μονρό, με τον τίτλο «Ευχαριστώ για τη βόλτα» (Thanks for the Ride), στο οποίο αφηγείται την ιστορία ενός αυτάρεσκου νέου άνδρα από την πόλη, ο οποίος περνάει τη νύχτα με ένα κορίτσι από την επαρχία. Τον νεαρό τον έλκει μα και την ίδια στιγμή τον απωθεί η μιζέρια της ζωής της κοπέλας από την επαρχία.

Ιστορίες ανθρώπων με πάθη και δάκρυα-1Η ιδέα για την ιστορία αυτή ξεπήδησε στη νομπελίστα Καναδή διηγηματογράφο που «έφυγε» την περασμένη Τρίτη στα 92 της (είχε γεννηθεί το 1931), όταν φιλοξενούσε στο σπίτι της στο Οντάριο έναν φίλο του άνδρα της. Ο άνδρας αυτός διηγήθηκε στο ζευγάρι που τον φιλοξενούσε πώς βρέθηκε κάποτε σε μια επαρχιακή πόλη και γνώρισε μια ντόπια κοπέλα.

«Ηταν η επαφή ανάμεσα σε ένα παιδί της μεσαίας τάξης με κάτι που σ’ εμένα ήταν πολύ οικείο, αλλά όχι και σ’ εκείνον», διηγούνταν η Μονρό σε εκτενή συνέντευξή της στο ιστορικό περιοδικό The Paris Review (τχ. 131, 1994). «Οπότε», συνέχισε, «αμέσως ταυτίστηκα με την κοπέλα και την οικογένειά της και την όλη κατάστασή της, και θα έλεγα ότι έγραψα μετά το διήγημα αρκετά σύντομα, διότι το μωρό μου με κοίταζε από την κούνια του».

Το επεισόδιο αυτό φανερώνει πολλά για την Αλις Μονρό. Πρώτον, πώς έγραφε, από πού αντλούσε τις ιδέες της και τι την ερέθιζε ως συγγραφέα. Δεύτερον, τις συνθήκες υπό τις οποίες έγραφε τις ιστορίες της: ήταν σύζυγος και μητέρα (γέννησε τέσσερα παιδιά από δύο γάμους), ήταν νοικοκυρά, αλλά και εργαζόμενη στο οικογενειακό βιβλιοπωλείο. Τρίτον, φανερώνει τις καταβολές της: κόρη αγρότη και δασκάλας, μεγάλωσε στην επαρχία και έζησε μακριά από τις μητροπόλεις. Τέλος, και αυτό είναι μάλλον το σημαντικότερο, το επεισόδιο αυτό δείχνει την προσέγγιση της Μονρό απέναντι στους χαρακτήρες της: τη βαθιά ανθρώπινη διάσταση των διηγήσεών της, την ανίχνευση του μεγάλου και του αληθινού μέσα από το μικρό και το φαινομενικά τετριμμένο.

Εμπνευση από τη ζωή

Η Μονρό τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ το 2013, όχι για τα μυθιστορήματά της – δεν έγραψε κανένα! Η Καναδή πεζογράφος μονάχα συλλογές διηγημάτων άφησε. Οι δημοσιογραφικές συγκρίσεις με τον Τσέχοφ την έκαναν να γελάει. «Και ο Τσέχοφ ονειρευόταν κάποτε να γράψει ένα μυθιστόρημα», σχολίαζε. «Θα το τιτλοφορούσε “Ιστορίες από τις ζωές των φίλων μου”». Και η ίδια προσπάθησε να γράψει μυθιστόρημα. Τις ώρες που κοιμούνταν τα παιδιά, και με τη δέσμευση του πρώτου της άνδρα ότι θα μαγείρευε αυτός βραδινό, κλειδωνόταν στο βιβλιοπωλείο τους (τις Κυριακές που ήταν κλειστό) και προσπαθούσε και αυτή να δώσει το δικό της στίγμα. «Θυμάμαι να κοιτάζω όλη αυτή τη μεγάλη λογοτεχνία ολόγυρά μου και να σκέφτομαι: Ηλίθια! Τι δουλειά έχεις εδώ χάμω;».

Επειτα από πολλούς μήνες απογοήτευσης, διέσωσε το υλικό της «σπάζοντάς» το σε πολλά κομμάτια, με χαρακτήρες που περνούν από το ένα διήγημα στο άλλο.

Η μαεστρία της ήταν η σύντομη φόρμα, αν και τα διηγήματα της Μονρό είναι σύνθετες, εκτενείς ιστορίες. Θα μπορούσαν να ενταχθούν στο είδος της νουβέλας.

Μπορεί ενίοτε να υιοθετούσε την οπτική γωνία ενός άνδρα, όπως στο προαναφερθέν διήγημα, στην ουσία όμως η Μονρό έγραφε πάντοτε από τη σκοπιά της γυναίκας. Και δεν την απασχολούσε αν τα θέματά της ήταν γυναικεία ή όχι. «Ποτέ δεν το θεώρησα σημαντικό αυτό», θα πει το 2013, μετά τη βράβευσή της με το Νομπέλ (επίμετρο στην ελληνική έκδοση της συλλογής «Η αγάπη μιας καλής γυναίκας», μτφρ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου, εκδ. Μεταίχμιο), «αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα τον εαυτό μου σαν οτιδήποτε άλλο από γυναίκα, και υπήρχαν πολλές ωραίες ιστορίες για μικρά κορίτσια και γυναίκες. (…) Θέλω οι ιστορίες μου να συγκινούν τους ανθρώπους, δεν με ενδιαφέρει αν είναι άντρες, γυναίκες ή παιδιά».

Η βραβευμένη με Νομπέλ διηγηματογράφος γελούσε όταν τη συνέκριναν με τον Τσέχοφ επειδή δεν έγραψε ποτέ μυθιστόρημα.

Η Μονρό μεγάλωσε μέσα σε βιβλία. Διάβαζε τους συγγραφείς του αμερικανικού Νότου, ακριβώς επειδή έγραφαν για μικρές, αγροτικές κοινωνίες, για μια ζωή που η ίδια γνώριζε πολύ καλά.

Ωστόσο, δεν ήταν ο Φόκνερ που την εντυπωσίασε. Ηταν οι γυναίκες συγγραφείς του αμερικανικού Νότου: η Φλάνερι Ο’ Κόνορ, η Κάρσον Μακάλερς κ.ά. Είχε ενοχληθεί βαθιά από τα γραπτά του Ντ. Χ. Λόρενς και, γενικώς, από το πώς άνδρες συγγραφείς γράφουν για τη γυναικεία σεξουαλικότητα. «Πώς μπορώ να είμαι συγγραφέας όταν γίνομαι αντικείμενο από άλλους συγγραφείς;» αναρωτιόταν.

Γυναίκες με ψυχή

Μπορεί η Μονρό να γράφει για γυναίκες και κορίτσια από την καναδική ή την αμερικανική επαρχία, για μοναχικές υπάρξεις και περιφρονημένες συζύγους, για ερωτευμένες ή στερημένες γυναίκες, για παθιασμένες ερωμένες και καταπιεσμένες κόρες (μα και για τους άνδρες πλάι σε όλες αυτές τις αλησμόνητες γυναικείες παρουσίες), η ουσία όμως είναι πως με τον συνδυασμό αριστοτεχνικής ψυχογραφικής ενδοσκόπησης και ενός σύνθετου, πολυπρισματικού ρεαλισμού, κατέστησε αυτές τις ιστορίες και αυτά τα πρόσωπα οικουμενικά.

Είναι αυτό που γράφει ο Τζόναθαν Φράνζεν στην εισαγωγή του στη συλλογή της «Runaway» (εκδ. Vintage Books): «Περισσότερο από κάθε άλλο συγγραφέα από τον Τσέχοφ και μετά, η Μονρό επιδιώκει και κατορθώνει, σε κάθε ένα από τα διηγήματά της, μια ανυπέρβλητη πληρότητα ως προς την αποτύπωση της ζωής. Πάντοτε είχε την ευφυΐα στο να αφηγείται και να παρουσιάζει στιγμές θεοφάνειας»…

Ολα τα βιβλία της Αλις Μονρό στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT