Ο κύριος Γκρι προσπαθεί να σβήσει τη φωτιά και τον καύσωνα βρίσκοντας καταφύγιο στον δροσερό Αρχίλοχο. Αν και ο «αρχαιότερος λυρικός ποιητής της Ευρώπης», όπως γράφει ο φιλόλογος Νίκος Μουλακάκης («Ερωτικό Αιγαίο», εκδ. Guttenberg, 1986), πολύ συχνά ζεματάει – τα στιχουργικά του σπαράγματα έστω. «Επειδή συχνά είναι σαρκαστικός και ακόμα συχνότερα ερωτικός; Δεν νομίζω. Αυτό που μένει από τον Αρχίλοχο είναι η δροσιά της ζωής», αποφαίνεται ο κύριος Γκρι. Ο Παριανός ποιητής, γιος αριστοκράτη αποικιστή στην εκστρατεία της Θάσου και μιας δούλας, θα γίνει μισθοφόρος πολεμιστής, ο οποίος όμως θα καυτηριάσει τα ιδεώδη του ηρωισμού («παραδέχεται ανοιχτά ότι πέταξε την ασπίδα του, γιατί αγαπά τη ζωή του» – Ν. Μουλακάκης).
Το αντιπολεμικό του πνεύμα, σπάνιο και ακριβό για την εποχή του – για κάθε εποχή: «Επτά γαρ νεκρών πεσόντων, ους εμάρψαμεν ποσίν,/ χείλιοι φονιηές είμεν» – «Εφτά οι νεκροί· σαν τους ποδοπατήσαμε, είμαστε χίλοι οι φονιάδες τους» (Γιάννης Δάλλας). Ο ρίψασπης αυτός νησιώτης θα σκοτωθεί στη μάχη, πολεμώντας τους Ναξιώτες.
«Η επίδρασή του», γράφει ο Δάλλας («Αρχαίοι λυρικοί» τ. 1, Νεφέλη, 1993), «υπήρξε αδιάκοπη έως την ύστερη λυρική ποίηση και την κωμωδία». Ο Ηράκλειτος τον τοποθετεί «στη σειρά του Ομήρου», στη δε Ρώμη ο Οράτιος και ο Κάτουλος τον μιμούνται. Η δροσιά του Αρχίλοχου, σε ένα σπάραγμα που πολύ αγαπούσε ο Ελύτης: «Ψυχάς έχοντες κυμάτων εν αγκάλαις» – «Με τις ζωές μας στην αγκάλη των κυμάτων» (Δάλλας) ή «Το κύμα σφιχταγκάλιαζε τη ζήση τη γλυκειά μας» (Μουλακάκης).
«Ψυχάς έχοντες κυμάτων εν αγκάλαις» – «Με τις ζωές μας στην αγκάλη των κυμάτων» (Γιάννης Δάλλας).
Να ένα σπάραγμα για την Πάρο: «Εα Πάρον και σύκα κείνα και θαλάσσιον βίον» – «Κι αποχαιρέτα τη την Πάρο/ και κείνα της τα σύκα και τη θαλασσινή ζωή» (Μουλακάκης) ή «Α, πάει η Πάρος με τα σύκα εκείνα και τη ναυτική ζωή!» (Δάλλας). Ω ναι, το φορτίο της επιθυμίας: «Δύστηνος έγκειμαι πόθω άψυχος» – «Χωρίς πνοή ο δυστυχής μέσα στον πόθο κείτομαι» (Μουλακάκης).
Ακόμα: «Και πεσείν δρήστην επ’ ασκόν καπί γαστρί γαστέρα/ προσβαλείν μηρούς τε μηροίς» – «Να πέσει η γύμνια μου σε σάρκα, σε κοιλιά η κοιλιά μου,/ να κρούσουν οι μηροί μου στους μηρούς της» (Δάλλας).
Η αδυναμία του κυρίου Γκρι: «Αλλά μ’ ο λυσιμελής, ω ‘ταίρε, δάμναται πόθος» – «Ο πόθος, φίλε, που τα μέλη παραλύει με δάμασε» (Δάλλας), το οποίο ακούει σαν βουή από «πελαγίσιο βούκινο» (θαλασσίην σάλπιγγα).
Η απόφανση του Δάλλα για τον Αρχίλοχο: «Εχει την τακτική του υποχθόνιου σεισμού που ανατρέπει θεμέλια· και βγαίνοντας πάντα την επιφάνεια γυροφέρνει σ’ όλα τα πεδία τις ασύστολες αλήθειες και την προκλητικότατη στάση ζωής του, μέσ’ από τις εμπειρίες του προδομένου εραστή, του πολεμικού αγύρτη, του περιπλανώμενου φυγάδα, του μυκτηριστή των αξιών».

