Πού πηγαίνουν οι ήρωες αγαπημένων ταινιών όταν πεθαίνουν;
Ο Νικ Κάρλτον ήταν συνεχώς φτιαγμένος. Πείτε το μαριχουάνα, πείτε το χάπια, ο Νικ «έπινε». Και ήταν θυμωμένος. Οταν δεν αυτοσαρκαζόταν ανελέητα.
Ο Νικ είχε υπάρξει «διάσημος» ως ψυχολόγος του ραδιοφώνου. Δεν έτρεφε αυταπάτες ως προς την αξία της δουλειάς του. Ως προς την αξία του γενικώς.
Ο Νικ είχε κρυφτεί πίσω από τη μάσκα του κυνικού. Ηξερε την τιμή του κάθε πράγματος και την αξία κανενός, κατά τον ορισμό του Ουάιλντ.
Ο κύριος Γκρι ήταν δεκατριών όταν πρωτογνώρισε τον Νικ. Το 1983, όταν τον είδε να συναντά μετά από χρόνια τους παλιούς του φίλους με αφορμή την κηδεία ενός από αυτούς, του Αλεξ.
Ο Αλεξ ήταν αυτόχειρας. «Ο Αλεξ κι εγώ κάναμε έρωτα τη νύχτα προτού αυτοκτονήσει», εξομολογείται η νεαρή Χλόη στον Νικ. «Εφυγε με ένα βρόντο, όχι μ’ ένα λυγμό», σχολιάζει ξερά ο Νικ παραλλάσσοντας τον στίχο του Ελιοτ.
Μεγκ: «Την τελευταία φορά που μίλησα με τον Αλεξ, του έβαλα τις φωνές». Νικ: «Μάλλον γι’ αυτό αυτοκτόνησε».
Ολοι λένε τα μυστικά τους στον Νικ. Ο Χάρολντ, που φιλοξενεί όλη την παρέα, θέλει να του πει κάτι που κανένας άλλος δεν γνωρίζει. «Τότε καλύτερα να μην το πεις», τον συμβουλεύει ο Νικ. «Το είχα ήδη πει στον Αλεξ», απαντά ο Χάρολντ. «Και κοίτα τι του συνέβη», σχολιάζει ατάραχος ο Νικ. «Την τελευταία φορά που μίλησα με τον Αλεξ», λέει και η ευάλωτη Μεγκ, «μαλώσαμε. Του έβαλα τις φωνές». Και ο Νικ: «Μάλλον γι’ αυτό αυτοκτόνησε».
Οταν κάποια στιγμή, στο ονειρικό και ζόρικο Σαββατοκύριακο της «Μεγάλης ανατριχίλας», η Μεγκ προσπαθεί να ξελογιάσει τον Νικ, ο τελευταίος τη σταματά τρυφερά. «Μεγκ, γλυκιά μου. Σου έχω πει τι μου συνέβη στο Βιετνάμ;».
Ο Νικ πέθανε πριν από μερικές ημέρες στα εβδομήντα ένα του. Πέθανε ο Ουίλιαμ Χαρτ και μαζί του πήρε τον Νικ Κάρλτον, με την Πόρσε και τα χάπια στη θέση του συνοδηγού.
Μπορεί ο Χαρτ να πήρε το Οσκαρ –άξια– για τον ρόλο του στο «Φιλί της γυναίκας αράχνη», όπου υποδυόταν μιαν άλλη ρευστή ανδρική φιγούρα, πιο στέρεη όμως από τον Νικ, που δεν του σηκώνεται και ο θυμός του δεν έχει πια όριο. Αλλά ο κύριος Γκρι θα βλέπει πάντοτε τον Χαρτ ως τον Νικ που ψάχνει εναγωνίως τη διαφυγή μέσα από εντάσεις και (επανα)φορτίσεις. Και πού βρίσκει καταφύγιο; Στους φίλους του: τη μόνη αληθινή οικογένεια που επιλέγουμε. Εκεί πάνε όταν πεθαίνουν οι ήρωες αγαπημένων ταινιών. Αφού είμαστε φίλοι τους.
Το τραγούδι-ύμνος της αρχής της ταινίας επιβεβαιώνει τον μασκοφόρο κυνικό που σωπαίνει τρυφερά όταν θέλει: «Δεν μπορείς πάντα να παίρνεις αυτό που θες. Αλλά αν προσπαθήσεις αρκετά, ίσως βρεις αυτό που χρειάζεσαι».
Αναπαύσου εν ειρήνη, Νικ Κάρλτον. Ησουν δικός μας άνθρωπος.

