Η Αλκηστη προσφέρεται να πεθάνει στη θέση του άνδρα της, του Αδμητου. Οι ηλικιωμένοι γονείς του δεν δέχονται να κάνουν αυτή την υπέρτατη θυσία. Oπως λέει ο Σολωμός, γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα.
Γιατί όμως αυτή η εξωφρενική θυσία; Επειδή ο Αδμητος είχε προσφέρει στέγη στον τιμωρημένο Απόλλωνα και ο τελευταίος του ανταπέδωσε τη φιλοξενία με ένα αδιανόητο δώρο: όταν έρθει η ώρα για τον Αδμητο, εφόσον κάποιος άλλος προσφερθεί να πεθάνει στη θέση του, θα τη γλιτώσει.
Επεμβαίνει ο ημίθεος Ηρακλής: κατεβαίνει στον Αδη, παλεύει με τον Χάρο, επιστρέφει την Αλκηστη στον εμβρόντητο χήρο, έπειτα φεύγει για τον επόμενο άθλο του. Χάπι εντ;
Ως γνωστόν, η ιστορία της Αλκηστης δεν θα αφήσει ασυγκίνητο τον Ευριπίδη. Η τραγωδία που φέρει και το όνομα της ζωντανής-νεκρής είναι, όπως λέει ο Γιαν Κοτ στη «Θεοφαγία» (εκδ. Εξάντας), «ένα πολύ αλλόκοτο έργο». Είναι η μοναδική τραγωδία όπου κάποιος πεθαίνει από φυσικό θάνατο. Είναι επίσης η μοναδική τραγωδία όπου ο θάνατος εμφανίζεται επί σκηνής ως χαρακτήρας. Εχει ένα άκρως διφορούμενο τέλος. Μήπως τελικά είναι ιλαροτραγωδία; Οι φιλόλογοι προβληματίζονται. Ο Κοτ τονίζει: το έργο «μοιάζει να αυτοαναιρείται». Πώς; Με διάφορους τρόπους. Ενας βασικός: Η τιμωρία του Απόλλωνα από τον Δία, στην αρχή του έργου, είναι επειδή είχε εκδικηθεί τον θάνατο του Ασκληπιού, ο οποίος είχε γίνει στάχτη με κεραυνό του Δία. Γιατί; Διότι ο Ασκληπιός ήταν γιατρός που έκανε θαύματα: ανάσταινε νεκρούς. Αυτό για τον Δία συνιστούσε ύβρη.
Κι ωστόσο, στο τέλος του έργου, ένας ημίθεος ανασταίνει μια νεκρή. Το φινάλε έχει αναιρεθεί ήδη από την αρχή του έργου. Ο Ευριπίδης δείχνει πως το έχει υπόψη του αυτό: η γυναικεία φιγούρα που εμφανίζεται στο τέλος είναι αμίλητη, πεπλοφορεμένη, κάτι σαν ομοίωμα. Ο Αδμητος δεν τολμά να την κοιτάξει στα μάτια και η φρασεολογία του παραπέμπει ευθέως στο αδιανόητο κοίταγμα της Μέδουσας. Ολο είναι γκροτέσκο. Ο Κοτ: «Η Αλκηστη έχει και δεν έχει ξανάρθει, η ωραία άγνωστη είναι και δεν είναι η Αλκηστη. Η υπηρέτρια είχε πει από την αρχή: “Και ζωντανή μπορείς και πεθαμένη/ να την πεις”».
Να είχε, αιώνες μετά, ο Ρώσος Λεονίντ Αντρέγιεφ υπόψη του την Αλκηστη όταν στη νουβέλα «Λάζαρος» (εκδ. Ροή) παρουσίαζε το θαύμα του Ιησού ως τερατωδία και τον αναστημένο Λάζαρο ως μίασμα;
Το δώρο του Απόλλωνα είχε ένα τίμημα: το παρελθόν που επιστρέφει και κοιτώντας το πετρώνεις. Ο Κοτ παραθέτει τα λόγια του φιλολόγου Τζον Ρ. Ουίλσον: «Ο Αδμητος και οι άλλοι απόκτησαν αυτό που ήθελαν και τώρα πρέπει να δουν πώς θα τα βγάλουν πέρα μαζί του».

