ΝΙΚΟΛ ΚΡΑΟΥΣ
Η ιστορία ενός έρωτα
εκδ. Μεταίχμιο
Πρώτα έρχονται τα πρόσωπα: ένας ηλικιωμένος Πολωνοεβραίος, ονόματι Λέο Γκούρσκι, που έχει επιζήσει του Ολοκαυτώματος, έχει μεταναστεύσει στην Αμερική, έχει προσαρμοστεί σε μια μίζερη και ασήμαντη ζωή, αλλά αδιάκοπα αναμασά τις απώλειες που τον ορίζουν: η γενοκτονία τού έχει στερήσει όχι μόνο την πρώτη του (και ισόβια) αγάπη, την Αλμα, με άλλα λόγια την ψυχή, τον πυρήνα της ύπαρξής του, αλλά και τον γιο του, ανεπίγνωστο καρπό του νεανικού του έρωτα, που θα μεγαλώσει μακριά του και θα πεθάνει χωρίς να τον γνωρίσει· και βέβαια τον έχει απογυμνώσει από το μόνο του δημιούργημα, ένα μυθιστόρημα που ο ίδιος θεωρεί χαμένο – αν και έχει εκδοθεί στα ισπανικά από τον πιο στενό του φίλο, στον οποίο ο Λέο το είχε εμπιστευτεί πριν όλα τελειώσουν για τους Εβραίους της Ευρώπης, και έχει σημαδέψει βαθιά τη ζωή όσων είχαν την τύχη να το διαβάσουν.
Τα τραύματα
Ενα δεκατετράχρονο κοριτσάκι, η Αλμα Σίνγκερ, που μεγαλώνει συντετριμμένο από τον θάνατο του πατέρα του και από την ακύμαντη θλίψη της μητέρας του. Ο μικρότερος αδελφός του, που νομίζει ότι είναι ένας από τους Τριάντα Εξι Δίκαιους της εβραϊκής παράδοσης, που μόνο οι δικές τους προσευχές φτάνουν στ’ αυτιά του Θεού. Ενας άγνωστος που ζητάει από τη μεταφράστρια μητέρα του κοριτσιού να μεταφέρει από τα ισπανικά στα αγγλικά το υπεξαιρεθέν αριστούργημα. Ολοι τους τραυματισμένοι από τη μοναξιά, από μια ριζική έλλειψη που στον καθένα παίρνει διαφορετική μορφή, όμως σε όλους εκβάλλει στην προσπάθεια να διακρίνουν κάποιο νόημα στα πράγματα, να δώσουν συνοχή σ’ έναν κόσμο θρυμματισμένο και ακατανόητο.
Κι ύστερα η υπόθεση: ιστορίες ανθρώπων που έχασαν ό,τι πολυτιμότερο είχαν, η ιστορία ενός βιβλίου που περιέχει ολόκληρο τον κόσμο.
Ο Γκούρσκι είναι μια κωμικοτραγική μορφή, ένας μοναχικός που φοβάται ότι θα πεθάνει χωρίς να τον έχει προσέξει κανείς, και γι’ αυτό όχι μόνο δημιουργεί ασήμαντες σκηνές σε δημόσιους χώρους, αλλά φτάνει, παρά την ηλικία του, να ποζάρει ως γυμνό μοντέλο σε φοιτητές της Καλών Τεχνών προς χάριν και μόνο του βλέμματος των άλλων, που του δίνει υπόσταση. Η μητέρα της μικρής είναι η επιτομή της εσωστρέφειας, μια γυναίκα που συνεχίζει να συνομιλεί με τον νεκρό της σύζυγο υψώνοντας γύρω της τείχη από λεξικά, αδιαφορώντας για τη ζωή που εκτυλίσσεται δίπλα της. Και η μικρή Αλμα, η οποία φέρει το όνομα της αγαπημένης του Γκούρσκι, είναι ένα τρυφερό, πολυμήχανο παιδί, που στην πορεία της αφήγησης θα γίνει ο καταλύτης της δράσης.
Συνδέοντας όλα αυτά τα πρόσωπα με εντυπωσιακή μαεστρία και ενσωματώνοντας σελίδες από το μυθιστόρημα του Γκούρσκι στο μυθιστόρημα που διαβάζουμε, αλλά κυρίως διαρρηγνύοντας τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό (το «αριστούργημα» του Γκούρσκι αντλεί εν πολλοίς τον πλούτο του από τον φανταστικό κόσμο των αρχέτυπων μύθων) και διερευνώντας τις πολλαπλές μορφές της απώλειας, ομνύοντας στη διακειμενικότητα καθώς επικαλείται τους μεγάλους δασκάλους, τον Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, τον Μπόρχες, τον Μάρκες, τον Μπρούνο Σουλτς και τον Σολ Μπέλοου, η Νικόλ Κράους στήνει ένα πολυεπίπεδο αφήγημα, όπου γλώσσα, τονικές αποχρώσεις, χρονικά και χωρικά άλματα αξιοποιούνται προς όφελος της αφηγηματικής πολυφωνίας.
Συγκινητικό μυθιστόρημα
Αλλά το βιβλίο της δεν είναι μόνο ένα υπόδειγμα συγγραφικής τεχνικής. Είναι μια ελεγεία στο βιβλίο, στη γραπτή λέξη που διασχίζει ωκεανούς, μεταμορφώνεται, υπάρχει ανεξάρτητα από εκείνους που την εγχάραξαν· είναι μια μεταφορά για το βιβλίο της διασποράς, που εδώ γίνεται η διασπορά του βιβλίου. Και παράλληλα, είναι ένα βαθιά συγκινητικό και ανθρώπινο μυθιστόρημα, φόρος τιμής στις απώλειες της ίδιας της Κράους, σ’ εκείνους που της «έμαθαν το αντίθετο της αφάνειας», στους Εβραίους παππούδες και γιαγιάδες της, οι φωτογραφίες των οποίων παρατίθενται στην αρχή του βιβλίου, σαν μια ανάκληση του κεντροευρωπαϊκού παρελθόντος που έχει διά παντός χαθεί, αλλά ακόμη επιμένει να επιβιώνει στη συλλογική μνήμη.

