«Στο Σπρίνγκφιλντ τρώνε τους σκύλους, οι μετανάστες που έρχονται, τρώνε τις γάτες. Τρώνε τα κατοικίδια των ανθρώπων». Αυτό δήλωσε τον προηγούμενο Σεπτέμβριο ο τότε υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Τον ισχυρισμό επανέλαβε αμέσως και ο υποψήφιος αντιπρόεδρος. Τέτοια άκουγαν οι Αμερικανοί πολίτες και έκριναν, να. Αυτούς θέλουμε. Και τους εξέλεξαν. Αντίστοιχα πράγματα λέγονται και στη δική μας γειτονιά. Ο Φαράτζ, ο Σαλβίνι, η Λεπέν και τόσοι άλλοι τα λένε με ξεκάθαρο, οφθαλμοφανή στόχο: να χαρακτηρίσουν τους μετανάστες εγκληματίες, ώστε οι ψηφοφόροι να αρχίσουν να τους αντιλαμβάνονται ως τέρατα. Απάνθρωπες πολιτικές εφαρμόζονται πιο εύκολα εναντίον στόχων που ο κόσμος έχει συνηθίσει να θεωρεί κάτι λιγότερο από ανθρώπους. Και φαίνεται ότι όλο αυτό το πες πες έχει αποτέλεσμα. Και εδώ, πολλές Ελληνίδες και πολλοί Ελληνες θεωρούν ότι οι μετανάστες κάνουν χειρότερη την εγκληματικότητα στη χώρα μας.
Αλλά πέρα από τις υστερίες των λαϊκιστών και τους μύθους, υπάρχουν και τα στοιχεία. Ενα πρόσφατο policy paper του ΚΕΦΙΜ το οποίο εξέτασε 19 μελέτες από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ για το θέμα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η διεθνής εμπειρία δεν τεκμηριώνει συσχέτιση ανάμεσα στη μετανάστευση και την αύξηση της εγκληματικότητας. Αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις καταγράφεται ουδέτερη ή και αρνητική σχέση». Οπως εξηγεί και ο Ολλανδός κοινωνιολόγος Χάιν ντε Χάας στο βιβλίο του «Μετανάστευση: 22 Μύθοι και τι κρύβεται πίσω από αυτούς», για το οποίο έγραψα και το προ-προηγούμενο Σάββατο, αλλά και στο προηγούμενο «360», οι έρευνες δείχνουν ότι στις περισσότερες κοινωνίες που υποδέχονται μετανάστες, η εγκληματικότητα μειώνεται. Οτι οι μετανάστες κατά κανόνα έχουν μικρότερες πιθανότητες να εγκληματήσουν από τους γηγενείς. Βεβαίως, η σύνδεση μεταναστών και εγκλήματος στο θυμικό και τις αντιλήψεις πολλών γηγενών σε πάρα πολλές χώρες δεν προκύπτει μόνο από παραμύθια για γάτες και σκύλους, αλλά και από τη συχνότητα των ειδήσεων, από ό,τι «ακούγεται», από το γενικότερο κοινωνικό «κλίμα». Δυσανάλογος αριθμός εγκλημάτων μοιάζουν να διαπράττονται από μετανάστες, και δυσανάλογος αριθμός φυλακισμένων φαίνεται να είναι αλλοδαποί. Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι απαντήσεις, βεβαίως, είναι γνωστές εδώ και πολλά χρόνια –απλά χάνονται μέσα στα ρατσιστικά αφηγήματα και τον οχετό των σόσιαλ μίντια.
Οπως εξηγεί και ο Χάας, το έγκλημα επηρεάζεται από πολλούς κοινωνικούς παράγοντες. Η φτώχεια είναι ένας. Η μόρφωση, ένας άλλος. Το φύλο και η ηλικία είναι οι πιο σημαντικοί (σχεδόν όλα τα βίαια εγκλήματα σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου διαπράττονται από νέους άνδρες). Η καταγωγή καθαυτήν, όχι. Τα νούμερα των μεταναστών που εγκληματούν μοιάζουν μεγαλύτερα επειδή οι επιβαρυντικοί παράγοντες που οδηγούν στο έγκλημα είναι πιο έντονοι σε μεταναστευτικούς πληθυσμούς. Το ποσοστό των νέων, χαμηλής μόρφωσης φτωχών ανδρών στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς είναι συχνά μεγαλύτερο από το ποσοστό των νέων, χαμηλής μόρφωσης φτωχών ανδρών στους γηγενείς πληθυσμούς. Εδώ και χρόνια, όμως, υπάρχουν διαθέσιμες καλές έρευνες σε πολλές χώρες που σταθμίζουν τέτοιους παράγοντες και που επιπλέον παρακολουθούν τους δείκτες της εγκληματικότητας σε βάθος χρόνου, καθώς οι μεταναστευτικές ροές αυξομειώνονται. Ολες οι έρευνες τεκμηριώνουν ότι η μετανάστευση δεν προκαλεί αύξηση στην εγκληματικότητα, και μάλιστα ότι σε πολλές περιπτώσεις οδηγεί σε μείωση. Γειτονιές μεταναστών στις ΗΠΑ έχουν χαμηλότερους δείκτες εγκληματικότητας από γειτονιές γηγενών με παρόμοια (οικονομικά, μορφωτικά) χαρακτηριστικά. Η διαφορά είναι μικρότερη σε λιγότερο σημαντικά εγκλήματα, όπως οι κλοπές, αλλά είναι σχεδόν παντού αξιοσημείωτη όσον αφορά τα βίαια εγκλήματα. Οι Λατινοαμερικανοί που ζουν στις γειτονιές του Σικάγου έχουν 45% λιγότερες πιθανότητες να εγκληματήσουν από τους γηγενείς Αμερικανούς. Σε εποχές που η μετανάστευση αυξανόταν σε πόλεις όπως το Λος Αντζελες, το Σαν Χοσέ και το Φίνιξ, η εγκληματικότητα έπεφτε. Το βιβλίο του Χάας έχει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο οποίο αναλύει πώς σε πολλά παραδείγματα από όλο τον κόσμο, όπου εμφανίστηκαν περιοδικά μεταναστευτικά ρεύματα, ακολούθησε μείωση της εγκληματικότητας. Στην έρευνα του ΚΕΦΙΜ αναφέρονται μάλιστα συγκριτικές μελέτες που δείχνουν ότι μετανάστες που ήρθαν με τα πιο πρόσφατα μεταναστευτικά κύματα στις ΗΠΑ δεν εγκληματούν σπανιότερα μόνο από τους γηγενείς, αλλά και από τους μετανάστες που ήρθαν παλαιότερα.
Πολλές αντίστοιχες μελέτες υπάρχουν διαθέσιμες και για ευρωπαϊκές χώρες. Μια μεγάλη έρευνα του 2021 σε 21 ευρωπαϊκές χώρες (όχι την Ελλάδα) εξέτασε τη συσχέτιση της ύπαρξης μεταναστευτικών πληθυσμών (σε τρεις κατηγορίες: νόμιμοι μετανάστες, «παράτυποι» μετανάστες και πρόσφυγες) με την εμφάνιση βίαιων εγκλημάτων (σε τρία είδη: βιασμοί, σεξουαλική κακοποίηση και ανθρωποκτονίες). Η έρευνα δεν βρήκε καμία συσχέτιση της μετανάστευσης με τα βίαια εγκλήματα, για κανένα μεταναστευτικό πληθυσμό, σε καμία από τις 21 χώρες. «Το έγκλημα στη χώρα», καταλήγει μια ελληνική έρευνα του 2010 από το ΕΚΚΕ, «δεν έχει εθνοτικά αλλά κυρίως δομικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά». «Δεν προκύπτει κανένας συσχετισμός που να καταδεικνύει ότι συγκεκριμένες εθνοτικές ομάδες έχουν κάποια εθνοτική προδιάθεση ή ροπή για το έγκλημα, και ιδιαίτερα το βίαιο έγκλημα», αναφέρει η έρευνα.
Μάλιστα, άλλες μελέτες έδειξαν ότι, ανάμεσα στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς, οι πιο νομοταγείς από όλους είναι αυτοί που έχουν μπει στη χώρα «παράνομα», ή που δεν έχουν τα κατάλληλα χαρτιά. Η αιτία; Μα αυτοί έχουν ένα λόγο παραπάνω να είναι προσεκτικοί και νομοταγείς.
Οι έρευνες δε παρατηρούν και ένα άλλο ενδιαφέρον και αρκετά συχνό φαινόμενο, που δεν γνώριζα: ενώ οι μετανάστες πρώτης γενιάς (νόμιμοι ή παράτυποι) εγκληματούν λιγότερο από ό,τι οι γηγενείς, στις επόμενες γενιές η διαφορά μειώνεται. Γιατί εγκληματούν περισσότερο οι μετανάστες δεύτερης γενιάς από αυτούς της πρώτης; Μα, για τον ίδιο λόγο που μιλούν σε μεγαλύτερο ποσοστό τη γλώσσα, αποκτούν καλύτερη εκπαίδευση και εργάζονται σε καλύτερες δουλειές: επειδή ενσωματώνονται. Από ό,τι φαίνεται, τα στοιχεία υπονοούν ότι ενσωματώνονται τόσο αποτελεσματικά, που αρχίζουν να εγκληματούν εξίσου συχνά όσο οι γηγενείς.
Αυτά τα ερευνητικά αποτελέσματα μοιάζουν παράταιρα με όσα βλέπουμε και όσα διαβάζουμε, ωστόσο. Γιατί ακούμε τόσα νέα για αλλοδαπούς που κάνουν εγκλήματα; Και γιατί οι φυλακές είναι γεμάτες σε μεγάλο ποσοστό με αλλοδαπούς, την ώρα που λιγότερο από το 8% του πληθυσμού της Ελλάδας είναι αλλοδαποί; Οι εξηγήσεις, βεβαίως, έχουν σε μεγάλο βαθμό να κάνουν με τις προκαταλήψεις –όχι μόνο στα μυαλά των πολιτών και των δημοσιογράφων (που είναι υπαρκτές) αλλά κυρίως στους θεσμούς. Είπαμε: τα περισσότερα εγκλήματα τα κάνουν νέοι άνδρες, κυρίως φτωχοί και χαμηλής μόρφωσης. Μεγαλύτερο ποσοστό των μεταναστών ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες, από ό,τι των γηγενών. Ακόμα κι αν αυτοί εγκληματούν σε μικρότερο ποσοστό από τους αντίστοιχους γηγενείς, ο αριθμός τους θα είναι δυσανάλογα μεγάλος για το σύνολο του πληθυσμού τους. «Επειδή κάποιες ομάδες μεταναστών και μειονοτήτων υπερκεπροσωπούνται στους φτωχούς και τους ανέργους, οι ίδιες ομάδες έχουν επίσης την τάση να υπερεκπροσωπούνται στα στατιστικά της εγκληματικότητας», γράφει ο Χάας.
Ισως ακόμα σημαντικότερο, όμως, είναι το ότι οι μετανάστες αντιμετωπίζονται από τις αρχές εντελώς διαφορετικά από ό,τι οι γηγενείς. Σε όλες τις χώρες όπου υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, οι αλλοδαποί συλλαμβάνονται συχνότερα και κρατούνται για περισσότερο χρόνο. Εχουν σπανιότερα πρόσβαση σε αποτελεσματική νομική εκπροσώπηση και αντιμετωπίζονται πολύ διαφορετικά και από τη δικαιοσύνη. Κατά κανόνα δέχονται μεγαλύτερες ποινές για τα ίδια εγκλήματα σε σχέση με τους γηγενείς, και βλέπουν τις ποινές τους να αναστέλλονται σπανιότερα. Αυτά δεν είναι μόνο ελληνικά φαινόμενα. Τεκμηριώνονται και σε χώρες με πολύ καλύτερη και μεθοδικότερη συλλογή δεδομένων για την εγκληματικότητα, και επίσης σε χώρες με θεωρητικά πιο στιβαρούς θεσμούς. Στην Ολλανδία η πιθανότητα να θεωρηθούν μετανάστες από το Μαρόκο ή την Καραϊβική ύποπτοι εγκληματικής δραστηριότητας είναι, λέει, επτά φορές μεγαλύτερη από ό,τι οι γηγενείς. Η πιθανότητα να θεωρηθούν Τούρκοι ή Σουριναμέζοι μετανάστες ύποπτοι είναι τετραπλάσιες από τους γηγενείς. Και δεν είναι μόνο ότι οι αρχές κυνηγάνε τους μετανάστες πολύ περισσότερο από ό,τι τους γηγενείς. Τους προστατεύουν και λιγότερο. Πολλές έρευνες από όλη την Ευρώπη έχουν δείξει ότι πολλά συστήματα δικαιοσύνης αντιμετωπίζουν πολύ διαφορετικά εγκλήματα με θύματα μετανάστες από εγκλήματα με θύματα γηγενείς.
«Η προκατάληψη και ο φυλετικός χαρακτηρισμός», γράφει ο Χάας, «καθιστούν τις μειονοτικές ομάδες δυσανάλογο στόχο συλλήψεων, καταδικών και καθείρξεων, διαιωνίζοντας έτσι έναν φαύλο κύκλο προκατάληψης, διαχωρισμού και έλλειψης προνομίων». Με δεδομένα τα στερεότυπα και τις θεσμοποιημένες διακρίσεις, το περίεργο θα ήταν να μην είναι γεμάτες οι φυλακές με μετανάστες.
