Ασφαλώς έχετε ακούσει τις απόψεις και τις φωνές. Στην αρχή ήταν διστακτικοί ψίθυροι, πλέον έχουν γίνει πολύ πιο δυνατές και ανήσυχες. Τις προάλλες ο διαβόητος Τζέιμι Ντίμον της JPMorgan Chase ισχυρίστηκε ότι η πιθανότητα ενός χρηματιστηριακού κραχ στις ΗΠΑ είναι στο 30%. Γιατί; Μα, φυσικά, επειδή φαίνεται να διαμορφώνεται εκεί μια μεγάλη οικονομική φούσκα. Τι την πυροδοτεί; Οι ιλιγγιώδεις, πρωτοφανείς επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη. Το 40% της αύξησης του αμερικανικού ΑΕΠ πλέον είναι αυτές οι επενδύσεις. Εταιρείες δίνουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια για να αγοράσουν επεξεργαστές και να χτίσουν data centers, μαζί με όλες τις συνοδευτικές υποδομές. Το 2025, παρά την καταστροφική προεδρία Τραμπ, τους δασμούς και τη γεωπολιτική αστάθεια, το αμερικανικό χρηματιστήριο εξακολουθεί να ανεβαίνει, και το 80% αυτής της αύξησης οφείλεται αποκλειστικά στις μετοχές αυτών των εταιρειών. Είναι μια υπερσυγκέντρωση οικονομικής δραστηριότητας και κεφαλαίων σε έναν συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας. «Ολόκληρη η αμερικανική οικονομία είναι ένα στοίχημα, πλέον», γράφει ο Ρουσίρ Σάρμα στους FT. «Ενα στοίχημα στην τεχνητή νοημοσύνη». Πώς θα πάει άραγε αυτό;
Τα προηγούμενα χρόνια τα αυτιά μας είχαν ακούσει πολλά για επερχόμενες τεχνολογικές επαναστάσεις που «θα αλλάξουν τον κόσμο» και θα αναμορφώσουν τομείς της κοινωνίας και της οικονομίας. Βεβαίως, πρόκειται για συνέχεια της εκρηκτικής τεχνολογικής ανάπτυξης από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, που οδήγησε στην ψηφιοποίηση μεγάλου μέρους της ανθρώπινης δραστηριότητας. Αλλά μετά το ίντερνετ, οι επόμενες επαναστάσεις που μας υποσχέθηκαν αποδείχτηκαν πολύ λιγότερο επιδραστικές. Το “blockchain”, μας έλεγαν, θα αλλάξει το τραπεζικό σύστημα, το πώς διακινείται το χρήμα, την αγορά logistics και δεν θυμάμαι τι άλλο. Μετά το “metaverse” θα μετατόπιζε και την υπόλοιπη ανθρώπινη δραστηριότητα στον ψηφιακό κόσμο, μέσα από τις κάσκες και τα κράνη. Μερικοί από τότε λέγαμε ότι αυτά είναι μπούρδες, βεβαίως, αλλά πολλοί τα πίστευαν. Το ευαγγέλιο της αέναης τεχνολογικής ανάπτυξης είχε γίνει δόγμα. Ακόμα και οι ίδιοι που τα έλεγαν τα πίστευαν. Η Facebook άλλαξε όνομα, τόσο βέβαιη ήταν για την επανάσταση του metaverse.
Μετά το 2022 και το επεισοδιακό –κατά πολλούς προβληματικό και πρόωρο– λανσάρισμα του GPT της OpenAI, ωστόσο, περάσαμε σε μια άλλη εποχή. Και αυτή τη φορά υπάρχουν οι μεγαλόστομες υποσχέσεις για άλλη μια τεχνολογική επανάσταση που «θα αλλάξει τον κόσμο». Πάλι, λίγο-πολύ, από τους ίδιους ανθρώπους. Αλλά αυτή τη φορά υπάρχει μια σημαντική διαφορά: η τεχνολογία είναι όντως εντυπωσιακή, επιδραστική και με πραγματικές προοπτικές να αλλάξει πράγματα, και όχι μόνο προς τη θετική κατεύθυνση. Αυτή τη φορά, αντίθετα με τις πιο πρόσφατες, ακολούθησε –και εξακολουθεί– μια πρωτοφανής επενδυτική έκρηξη. Τα υπέρ και τα κατά της τεχνητής νοημοσύνης τα έχουμε κουβεντιάσει και αλλού, αλλά εδώ σήμερα θα σας πω μόνο γι’ αυτό το ενδεχόμενο. Για το ότι, δηλαδή, ενδέχεται να ζούμε μια πρωτοφανούς μεγέθους οικονομική φούσκα η οποία, όταν σκάσει, μπορεί να έχει τρομακτικές συνέπειες στην αμερικανική και, κατ’ επέκταση, στην παγκόσμια οικονομία.
«Πιστεύω στ’ αλήθεια ότι ένας οικονομικός Aρμαγεδών έρχεται», γράφει σε πρόσφατο άρθρο του ο Κόρι Ντόκτοροου, ένας συγγραφέας που ασχολείται με θέματα τεχνολογίας με ανατρεπτικό πνεύμα και υγιή σκεπτικισμό εδώ και 30 χρόνια. «Αυτές οι εταιρείες δεν είναι κερδοφόρες. Δεν μπορούν να γίνουν κερδοφόρες. Αυτή τη στιγμή “ρουφάνε” εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια άλλων και τα καίνε. Κάποια στιγμή, αυτοί οι άλλοι θα ζητήσουν τα λεφτά τους πίσω και, όταν δεν τα πάρουν, θα σταματήσουν να δίνουν άλλα».
Σήμερα, εξηγεί, το 1/3 του αμερικανικού χρηματιστηρίου είναι, ουσιαστικά, επτά εταιρείες που δραστηροποιούνται στην τεχνητή νοημοσύνη. Η «φούσκα», κατά τη γνώμη του, είναι αυτές οι εταιρείες, που συνιστούν ένα γιγάντιο ολιγοπώλιο. Αν και έχουν κατακτήσει τις αγορές τους και δεν έχουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης σε αυτές, υπόσχονται τώρα στους μετόχους τους τιτάνια μελλοντικά κέρδη σε άλλους κλάδους. Παλιά υπόσχονταν το “blockchain”, μετά το “metaverse” και σήμερα, φυσικά, την ΑΙ.
Η βασική υπόσχεση αυτών των εταιρειών, πίσω από τα μεγάλα λόγια περί επανάστασης στην επιστήμη και αιώνια ευημερία για τις κοινωνίες εις τον αιώνα των αιώνων, είναι, βασικά, η ραγδαία μείωση του κόστους εργασίας για τις επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τον Ντόκτοροου, αυτό πουλάνε στην αγορά και στους δυνητικούς πελάτες/επενδυτές τους, βασικά. Κατά τη γνώμη του, είναι ένα προϊόν που ποτέ δεν θα μπορέσουν να προσφέρουν. «Η ΑΙ δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά σας», γράφει, «αλλά ένας πωλητής υπηρεσιών ΑΙ μπορεί 100% να πείσει το αφεντικό σας ότι μπορεί να σας αντικαταστήσει με μια ΑΙ που δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά σας».
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, έχουν δημιουργηθεί προσδοκίες για μια τρομερή τεχνολογική επανάσταση που θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ίδια η οικονομία, και έτσι πέφτουν τέτοιες επενδύσεις που ποτέ δεν θα μπορέσουν να φέρουν τα λεφτά τους πίσω. Αυτή είναι η ιδέα όσων προειδοποιούν για φούσκα, τουλάχιστον.
Θα πει κανείς: το ίδιο δεν είχε γίνει και με τη «φούσκα» του ίντερνετ το 2000, όμως; Εγινε ένα κραχ, έχασαν κάποιοι επενδυτές τα χρήματά τους, και λίγα χρόνια μετά το ίντερνετ έγινε μια παγκόσμια επανάσταση που, όντως, άλλαξε τον κόσμο και γέννησε το TikTok, τα memes και τις ολιγαρχίες για τις οποίες συζητάμε σήμερα. Ο Ντόκτοροου και άλλοι επισημαίνουν ότι, όχι, εδώ υπάρχουν σημαντικές και πολύ ουσιαστικές διαφορές. Τότε, λέει, οι επενδυτές βιάστηκαν να επενδύσουν χωρίς να υπάρχει ακόμα αρκετά μεγάλη αγορά. Θα έπαιρνε χρόνια για να αποκτήσουν αρκετοί άνθρωποι πρόσβαση σε γρήγορες συνδέσεις στο ίντερνετ, για να χρειαστούν τις υπηρεσίες και τα προϊόντα που έφτιαχναν οι εταιρείες το 1998 ή το 1999. Ομως εκείνοι επένδυαν σε μια αγορά στην οποία η παραγωγή προϊόντων, υπηρεσιών και, τελικά, αξίας, θα γινόταν ολοένα και φτηνότερη με κάθε επερχόμενη τεχνολογική γενιά. Στην περίπτωση των ΑΙ εταιρειών, ισχύει το ανάποδο. Η αγορά υπάρχει (σχεδόν όλοι οι πιθανοί πελάτες έχουν ήδη πρόσβαση σε τεχνολογία και πόρους) αλλά εδώ η παραγωγή προϊόντων, υπηρεσιών και αξίας είναι πανάκριβη και, από ό,τι φαίνεται, γίνεται όλο και ακριβότερη.
Επιπλέον, εξηγεί ο Ντόκτοροου, οι γιγάντιες επενδύσεις εδώ γίνονται σε μια τεχνολογία που ξεπερνιέται και χάνει την αξία της με τρομακτική ταχύτητα. Οι εταιρείες αυτές δαπανάνε εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε γιγάντια data centers, ώστε τα AI εργαλεία τους να έχουν αρκετή υπολογιστική ισχύ για να παράγουν τις απαντήσεις που ζητούν οι χρήστες. Αλλά αυτά τα data centers χάνουν την αξία τους πιο γρήγορα κι από ένα αυτοκίνητο. Ενα data center είναι γεμάτο με δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες GPUs, ειδικούς ηλεκτρονικούς επεξεργαστές, σαν αυτούς που φτιάχνει η Nvidia. Αυτοί όχι μόνο χάνουν την αξία τους πολύ γρήγορα, καθότι διαρκώς βγαίνουν καλύτεροι και γρηγορότεροι επεξεργαστές, αλλά καταστρέφονται σε ιλιγγιώδη κλίμακα από την ίδια τη χρήση, και πρέπει διαρκώς να αντικαθίστανται, με τεράστιο κόστος. Ο χρόνος ζωής αυτών των επενδύσεων είναι πάρα πολύ μικρός, αλλά οι επενδύσεις είναι τόσο μεγάλες που, για να βγάλουν λεφτά οι επενδυτές, θα πρέπει να πυροδοτήσουν προϊόντα και υπηρεσίες, λέει, ύψους 800 δισεκατομμυρίων, μέσα σε μόνο λίγα χρόνια. Ολόκληρη η αγορά της ΑΙ συνολικά παγκοσμίως σήμερα είναι ύψους 40 δισ. δολαρίων (με νούμερα που ο Ντόκτοροου υποστηρίζει ότι είναι ούτως ή άλλως φουσκωμένα), οπότε θα πρέπει να 20πλασιαστεί σε μέγεθος για να καλύψει το κόστος αυτών των data centers, τα οποία μέσα στα επόμενα 5-8 χρόνια θα είναι άχρηστα και θα πρέπει να αντικατασταθούν. Σύμφωνα με μια άλλη εκτίμηση, ο τομέας θα πρέπει να πυροδοτήσει κύκλο εργασιών 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι το 2030 για να δικαιολογηθούν οι επενδύσεις που έχουν ήδη γίνει. Τα νούμερα αυτά δεν βγάζουν κανένα νόημα.
Εν τω μεταξύ, αυτές οι εταιρείες κάνουν κυκλικές συμφωνίες μεταξύ τους και με προμηθευτές τους που θα έπρεπε να χτυπάνε καμπανάκια σε κάθε επενδυτή και κάθε ελεγκτικό μηχανισμό (αν υπήρχαν ακόμα αποτελεσματικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί στις ΗΠΑ). Η Nvidia «επενδύει» σε εταιρείες που χτίζουν data centers, και οι εταιρείες παίρνουν τα λεφτά και τα χρησιμοποιούν για να αγοράσουν GPUs από την Nvidia. Η OpenAI επενδύει στην Nvidia που έχει επενδύσει στη Microsoft που έχει συμφωνία με την OpenAI. Και την ίδια ώρα, εταιρείες που κατασκευάζουν data centers δανείζονται ιλιγγιώδη ποσά για να τα χτίσουν, περιμένοντας να πληρωθούν από τους πελάτες που υπολογίζουν σε ιλιγγιώδη υπερκέρδη -στα 2 τρισ. που λέγαμε. Αν αυτά όμως δεν έρθουν; Ή αν κάποια στιγμή γίνει προφανές αυτό που τώρα οι αναλυτές μόνο μαντεύουν, ότι δηλαδή είναι εντελώς αδύνατο να έρθουν; Κραχ.
Βεβαίως, διαβάζοντας όλα αυτά τα άρθρα και τα νούμερα, αναρωτιέται κανείς: δεν το ξέρουν; Οι διευθυντές και οι αναλυτές όλων αυτών των κολοσσών που επενδύουν όλα αυτά τα δισεκατομμύρια, δεν το καταλαβαίνουν; Μόνο εμείς το καταλαβαίνουμε, οι πανέξυπνοι, που διαβάζουμε τα άρθρα και τα νούμερα;
Ο Φράνσις Φουκουγιάμα σε άλλο πρόσφατο άρθρο, νομίζω ότι έδωσε μια πειστική απάντηση. «Οι έξυπνοι άνθρωποι», γράφει «τείνουν να υπερεκτιμούν τη σημασία της ευφυΐας στη ζωή γενικότερα». Οι τεχνο-ολιγάρχες πιστεύουν στ’ αλήθεια αυτά που υπόσχονται, περί εκρηκτικής ανάπτυξης και τιτάνιων, θεμελιωδών αλλαγών που θα αλλάξουν τις οικονομίες μας ολοκληρωτικά. Ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει αντίθετα ότι, αν και μεσοπρόθεσμα τα ΑΙ εργαλεία μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση της παραγωγικότητας, εντούτοις δεν είναι δυνατό να οδηγήσουν στην έκρηξη οικονομικής, επιστημονικής και κοινωνικής ανάπτυξης που υπόσχονται οι τεχνο-ολιγάρχες.
Εξηγεί πως οι υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις για την επίπτωση της τεχνητής νοημοσύνης στην ανάπτυξη και στην παραγωγή πλούτου στον κόσμο μας δεν λαμβάνουν υπόψη κάποια θεμελιώδη χαρακτηριστικά του πώς παράγεται ο πλούτος και πώς προκύπτει η οικονομική ανάπτυξη. «Ο βασικός περιορισμός στην ανάπτυξη σήμερα», γράφει, «δεν είναι η έλλειψη νοημοσύνης, αλλά το πώς η νοημοσύνη αλληλεπιδρά με τον φυσικό κόσμο». Εξηγεί ότι οι οικονομίες δεν ζορίζονται εξαιτίας της έλλειψης ιδεών και λύσεων, αλλά επειδή στο κομμάτι της εφαρμογής, όταν εμπλέκονται αλυσίδες αξίας, logistics, υλικά, πρώτες ύλες, μηχανήματα και εργατικά χέρια, η διαδικασία παραγωγής πλούτου γίνεται πάντα περίπλοκη και δύσκολη. «Μπουκώνουν» με προβλήματα που, κατά τη γνώμη του, οι τεχνητές νοημοσύνες μπορούν μόνο σε μικρό βαθμό να επηρεάσουν. Ή, έστω, δεν μπορούν να τα επηρεάσουν τόσο γρήγορα ώστε να γεννήσουν τις οικονομικές απολαβές και τα κέρδη και τον πλούτο για να δικαιολογηθούν εγκαίρως οι ιλιγγιώδες επενδύσεις που γίνονται τώρα.
Κι αυτό είναι κάτι που αξίζει να σκεφτόμαστε και να συζητάμε. «Το σημαντικότερο στη συζήτηση για την τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι οι τεχνικές της ικανότητες ή οι περιορισμοί της», γράφει ο Κόρι Ντόκτοροου. «Είναι η επενδυτική μανία η οποία έχει προετοιμάσει το έδαφος για μια επερχόμενη οικονομική καταστροφή που θα βλάψει εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια ανθρώπους».
Και βέβαια, αν βρισκόμαστε όντως σε φούσκα, ισχύει και σε αυτή την περίπτωση το ίδιο που ισχύει για όλες τις φούσκες: κανείς δεν ξέρει πότε σκάνε.
