Πριν από λίγες ημέρες με κάλεσαν να μιλήσω σε ένα ντιμπέιτ, στο οποίο θα κουβέντιαζαν το ερώτημα: «Είναι το 2025 η καλύτερη εποχή να είναι κανείς ζωντανός;» Μου ζητήθηκε, μάλιστα –και εδώ οι τακτικές αναγνώστριες και οι τακτικοί αναγνώστες ενδέχεται να εκπλαγούν– να επιχειρηματολογήσω από την πλευρά του “υπέρ”. Αφού γράφω κάθε εβδομάδα για το πόσο χάλια είναι τα πράγματα, και πώς καταρρέει η δημοκρατία, και πώς καταστρέφεται ο πλανήτης, και πώς εξαϋλώνεται η χώρα, είναι δυνατόν να πιστεύω όντως ότι σήμερα, το 2025, είναι «η καλύτερη εποχή» για να ζει κανείς;
Κι όμως.
Θα σας γράψω εδώ τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησα στο ντιμπέιτ αυτό. Χωράνε συζήτηση, βεβαίως, και η ίδια η διανοητική άσκηση που προτείνει το ερώτημα αφήνει μεγάλα περιθώρια για ερμηνείες και εναλλακτικές σκοπιές. Αλλά νομίζω ότι είναι μια καλή τροφή για σκέψη, και ωραίο θέμα για συζήτηση, ακόμα και με ανθρώπους που βλέπουν τον κόσμο με εντελώς διαφορετικά μάτια.
Βεβαίως, προτού πάμε στα επιχειρήματα, να πούμε το εξής: το τι σημαίνει «καλύτερη εποχή για να είναι κανείς ζωντανός» είναι θέμα θολό. Προϋποθέτει μια γενίκευση σε κλίμακα πανανθρώπινη, πράγμα δύσκολο. Σε προσωπικό επίπεδο τα κριτήρια μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικά. Εμένα, για παράδειγμα, η καλύτερη χρονιά της ζωής μου ήταν το 2015, την ώρα που η χώρα μου κατέρρεε. Μια γνωστή εταιρεία δημοσκοπήσεων σε όλες της τις έρευνες εδώ και δεκαετίες επαναλαμβάνει την ερώτηση: «Πιστεύετε ότι τα πράγματα πάνε προς τη σωστή ή προς τη λάθος κατεύθυνση;» Ξέρετε πότε κατέγραψαν το ρεκόρ; Το μέγιστο; 85% των Ελλήνων να λένε ότι πάμε προς τη σωστή κατεύθυνση; Μέσα στην πρώτη καραντίνα της πανδημίας. Που βγαίναμε βόλτα στέλνοντας «6» και ο κόσμος πέθαινε στις ΜΕΘ. Γι’ αυτό σας λέω: είναι σχετικά πράγματα αυτά.
Αλλά για χάρη της κουβέντας ας υποθέσουμε ότι έχετε επιλογή να έρθετε στον κόσμο για να ζήσετε τη ζωή σας σε μια εποχή, μέσα σε μια περίοδο ας πούμε 80 χρόνων. Σε ποια περίοδο θα ήταν καλύτερο να έρθετε; Και η άποψή μου είναι, παραδόξως, τώρα. Σήμερα. Να πετύχετε να είστε ζωντανή ή ζωντανός, σε κάποια φάση της ζωής σας, σήμερα. Το «ποια φάση» είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον ερώτημα με το οποίο μπορεί κανείς να ασχοληθεί περαιτέρω. Για τα βασικά, όμως, ας πούμε, πάνω κάτω, να είσαι στη διάμεσο της ανθρώπινης ζωής, που για την Ελλάδα είναι τα 45 χρόνια. Ας θεωρήσουμε επίσης ότι μιλάμε για ένα τυχαίο δείγμα ανθρώπου. Οχι για εσάς προσωπικά, αλλά για έναν τυχαίο άνθρωπο, που δεν έχει κανέναν έλεγχο στο πού στον πλανήτη θα γεννηθεί, με τι φύλο, τι χρώμα ή ποια σεξουαλική ταυτότητα. Μόνο το χρόνο ελέγχετε σε αυτό το υποθετικό σενάριο. Πότε αξίζει να ζείτε; Λέω: σήμερα.
Πρώτο επιχείρημα
Το πρώτο επιχείρημα είναι, κατά τη γνώμη μου, το μόνο που χρειάζεται. Τα υπόλοιπα είναι λίγο-πολύ περιττά. Πρώτα απ’ όλα, στο ίδιο το ερώτημα οποιαδήποτε εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας πριν από τον 20ό αιώνα θα πρέπει εξ ορισμού να βγει από τη συζήτηση. Γιατί, πριν από όλα τα άλλα, για να «υπάρχεις σε μια εποχή» πρέπει, ασφαλώς, να «υπάρχεις».
Για χιλιάδες χρόνια το προσδόκιμο ζωής ενός ανθρώπινου όντος στη γέννηση ήταν σταθερά γύρω στα 30 χρόνια, με μικρές αυξομειώσεις και εξαιρέσεις. Μπορεί να το έχετε ακουστά αυτό το νούμερο. Βεβαίως δεν σημαίνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν μέχρι τα 30. Αντίθετα, πολλοί έφταναν μέχρι τα 50, άλλοι έφταναν ακόμη παραπέρα. Ο Σωκράτης πέθανε σε βαθιά γεράματα, στα 70. Ο λόγος που το προσδόκιμο ήταν τόσο χαμηλά, ήταν η εξαιρετικά υψηλή παιδική θνησιμότητα. Για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της ανθρωπότητας σχεδόν οι μισοί άνθρωποι δεν ξεπερνούσαν την παιδική ηλικία.
Σκεφτείτε το εξής: από τα σχεδόν 120 δισεκατομμύρια ανθρώπους που υπήρξαν ποτέ, σχεδόν τα 50 δισεκατομμύρια πέθαναν ως παιδιά. Κι αυτό είναι εκτίμηση από δεδομένα σε τάφους από όλο τον κόσμο. Το νούμερο ήταν κοινό παντού. Και μάλιστα, από τον 18ο αιώνα που άρχισαν να κρατάνε δημογραφικά δεδομένα σε μέρη όπως η Σουηδία, η Βαυαρία και η Γαλλία, ξέρουμε ότι πάνω από το 40% πέθαιναν πριν από τα 15. Πολύς κόσμος δεν συνειδητοποιεί πόσο πρόσφατα άρχισε να αλλάζει αυτό.
Θνησιμότητα παιδιών κάτω των 15
- Το έτος 0: 50%
- Το έτος 1000: 50%
- Το έτος 1800: 50%
- Το έτος 1950: 27%
- Το έτος 2022: 4%
Μάλιστα, σε περιοχές όπως η Ευρώπη, σήμερα το ποσοστό είναι κάτω από το 1%.
Αυτό είναι το ένα. Κάποια στιγμή η ανθρωπότητα άλλαξε το πώς υπήρχε. Οι οικογένειες έπαψαν να θεωρούν αυτονόητο το ότι τα μισά τους παιδιά θα πεθάνουν. Το προσδόκιμο ζωής άρχισε να αυξάνεται ραγδαία: από τα 43 χρόνια το 1900 στην Ευρώπη, στα 60 το 1950, και στα 80 σήμερα.
Μόνο αυτό το επιχείρημα νομίζω ότι αρκεί για να βγάλει το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της ανθρωπότητας εκτός συζήτησης. Γιατί, σοβάρα, όσο αν θαυμάζετε τον Χρυσό Αιώνα του Περικλή ή τις προϊστορικές κοινότητες των ειρηνικών τροφοσυλλεκτών, πόσο πιθανό θα ήταν σήμερα να διαλέξετε να ξαναρχίσετε τη ζωή σας τότε, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι έχετε μόνο 50% πιθανότητα να επιβιώσετε από την παιδική ηλικία;
Και βέβαια δεν είναι μόνο το πόσο ζούμε σήμερα αλλά και το πώς ζούμε.
Δεύτερο επιχείρημα
Η φυματίωση υπολογίζεται ότι έχει σκοτώσει ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους. Σκεφτείτε το αυτό. Σχεδόν το 1% των ανθρώπων που έζησαν ποτέ πέθαναν από μια ασθένεια. Μέχρι και σχεδόν πριν από 100 χρόνια έτσι και κόλλαγες μια αρρώστια, τελείωνες. Δεν υπήρχαν φάρμακα. Δεν υπήρχαν εμβόλια, δεν υπήρχαν αντισηπτικά, δεν υπήρχαν αντιβιοτικά. Τον 18ο αιώνα ακόμα και ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου δεν είχε πρόσβαση σε πραγματική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αφαίμαξεις τους έκαναν, και κομπρέσες.
Πριν από 200 χρόνια, επιπλέον, κάποιος με τη δική μου όραση δεν θα μπορούσε να συμμετέχει κανονικά στην κοινωνία. Δεν θα έβλεπε τίποτε. Αυτά είναι θέματα που δεν τα σκεφτόμαστε όταν βλέπουμε ταινίες εποχής ή όταν διαβάζουμε ιστορικά μυθιστορήματα, βεβαίως, επειδή οι ζωές που βλέπουμε στις ιστορίες είναι είτε ωραιοποιημένες εκδοχές των πραγματικά σκληρών συνθηκών της εποχής είτε εξαιρετικά παραδείγματα εξαιρετικά τυχερών εξαιρέσεων. Οι ζωές των παλαιών εποχών για τις οποίες μαθαίνουμε και διαβάζουμε σε μυθιστορήματα είναι οι ζωές των τυχερών. Που δεν πέθαναν ως παιδιά, που δεν έζησαν ζωές γεμάτες πόνο και αρρώστια.
Μπορούσες να ζήσεις μια ζωή καλύτερη από τις ζωές που ζούμε σήμερα το μακρινό 1730 ή το 452 π.Χ. ή το 1920; Ναι. Φυσικά και ναι. Αλλά μόνο αν ήσουν απερίγραπτα τυχερός και δεν πέθαινες ως παιδί, και δεν κόλλαγες γρίπη ή οποιαδήποτε άλλη ίωση κατά τη διάρκεια της ζωής σου, και δεν έσπαγες το πόδι σου και δεν πάθαινες κανένα άλλο ατύχημα ή αρρώστια. Και ήσουν αρτιμελής. Και ήσουν άντρας, της εθνικότητας, του χρώματος και της σεξουαλικότητας που ήταν ανεκτή τη συγκεκριμένη εποχή που σου έτυχε να ζήσεις. Τοτε ναι, μπορεί.
Γιατί αυτό είναι το τρίτο επιχείρημα.
Τρίτο επιχείρημα
Ο αιώνας του Περικλή ήταν χρυσός για το 15-20% του πληθυσμού της Αθήνας, που ήταν πολίτες. Οι δούλοι, οι μέτοικοι, οι γυναίκες δεν ψήφιζαν και είχαν λιγότερες πιθανότητες να ζουν μια ζωή γαλήνης και τρυφηλότητας, απολαμβάνοντας αρχαίες τραγωδίες (που τότε φυσικά τις αποκαλούσαν απλά «τραγωδίες») και κουβεντιάζοντας γαλήνια για φιλοσοφία και πολιτική στην Αγορά. Σήμερα μπορεί κάποιος να πει με ασφάλεια ότι σε παγκόσμιο επίπεδο οι περισσότεροι άνθρωποι απολαμβάνουν περισσότερα δικαιώματα και ελευθερίες από οποτεδήποτε άλλοτε στην Ιστορία. Οχι παντού, ασφαλώς, αλλά μιλάμε για θέματα πιθανοτήτων.
Αξίζει εδώ να υπενθυμίσουμε ότι κάποιοι έχουν ένα μεγαλύτερο εύρος επιλογών, ως προς το αρχικό ερώτημα. Ενας αρτιμελής άνδρας με το σωστό χρώμα δέρματος μπορεί να έχει περισσότερες πιθανές εποχές να επιλέξει. Γυναίκες, ή άνθρωποι με το λάθος χρώμα σε λάθος μέρος, ή άνθρωποι με διαφορετική σεξουαλική ταυτότητα τη λάθος εποχή, έχουν πολύ, πολύ λιγότερες. Τις μεγαλύτερες πιθανότητες να γεννηθεί κάποιος ή κάποια σε κάποιο τυχαίο σημείο του πλανήτη και να ζήσει μια ζωή χωρίς αρρώστια, θάνατο και στέρηση δικαιωμάτων ή κυνηγητό για το ότι γεννήθηκε όπως γεννήθηκε, νομίζω ότι τις έχει σήμερα.
Τέταρτο επιχείρημα
Επίσης, σήμερα είμαστε περισσότερες και περισσότεροι από ποτέ. Αυτό μπορεί να σας φανεί λίγο περίεργο ως ιδέα, αλλά ακούστε με. Για χιλιετίες ολόκληρες ο πληθυσμός του είδους μας αυξανόταν πολύ αργά, ακριβώς επειδή το προσδόκιμο ζωής ήταν μικρό και τα παιδιά πέθαιναν μικρά. Οταν η παιδική θνησιμότητα αντιμετωπίστηκε και οι ιατρικές ανακαλύψεις άρχισαν να έρχονται, αρχίσαμε να πληθαίνουμε. Πολύ γρήγορα. Το 1900 υπήρχαν 1,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο. To 2005 υπήρχαν 6,4 δισεκατομμύρια. Σήμερα υπάρχουν 8,1. Που παράγουν τροφή αρκετή για 11 δισεκατομμύρια, παρεμπιπτόντως (η υπόλοιπη πετιέται). Και σήμερα μικρότερο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού από ποτέ πεινάει. Περισσότεροι άνθρωποι σημαίνει μεγαλύτερες κοινωνίες. Περισσότερα μυαλά. Περισσότερες ιδέες. Μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη. Η έκρηξη των ανακαλύψεων και των επαναστάσεων του προηγούμενου αιώνα δεν ήρθε μαγικά: ήρθε επειδή πολύ περισσότεροι από εμάς ζούμε πολύ περισσότερα υγιή χρόνια και ανταλλάσσουμε περισσότερες ιδέες.
Αυτά είναι τα τέσσερα επιχειρήματα και, το να μη συμφωνείτε απολύτως με κάποιο από τα τελευταία δεν έχει απολύτως καμία σημασία επειδή, κατά τη γνώμη μου, το πρώτο από μόνο του αρκεί.
Υπάρχουν, όμως, δύο αστερίσκοι στην υπόθεση, οι οποίοι συζητήθηκαν στο ντιμπέιτ και νομίζω ότι αξίζει να αναφερθούν. Ο πρώτος είναι ο εξής:
Αστερίσκος ΕΝΑ
ΟΚ, η ζωή είναι καλύτερη τώρα, από ό,τι το 1925 ή το 1825. Αλλά από το 2005; Μήπως ήταν καλύτερα τα πράγματα δυο τρεις δεκαετίες πριν; Αυτό το σκέφτηκα πολύ όταν έψαχνα τα νούμερα και όταν έγινε σαφές ότι, όντως, οι παλαιότερες εποχές είναι εντελώς εκτός συζήτησης. Σήμερα, όμως, έχουμε τα τοξικά σόσιαλ μίντια που μας διχάζουν και μας διατηρούν έξαλλους, σήμερα καταρρέει η δημοκρατία παντού στον κόσμο, σήμερα μοιάζει να διαλύεται το σύμπαν. Μήπως μια πρόσφατη εποχή, όταν είχαμε τεχνολογικές εξελίξεις και καλύτερη υγεία, αλλά που δεν είχαν πάρει όμως τα πράγματα ακόμα την κάτω βόλτα, τα πράγματα να ήταν καλύτερα; Στις αρχές του αιώνα εδώ στην Ελλάδα είχαμε Ολυμπιακούς Αγώνες, κερδίζαμε Euro και Eurovision. Δεν είχαμε περάσει οικονομική κρίση ούτε πανδημία και ήμασταν μέσα στην καλή χαρά. Μήπως ήταν παντού καλύτερα; Ο κόσμος ήταν λίγο-πολύ παρόμοιος με σήμερα. Δεν ήταν, κατά τα άλλα; Οπότε το έψαξα και διαπίστωσα πως όχι.
Σε όλα τα αποπάνω επιχειρήματα από την αρχή του αιώνα έχει γίνει πολύ μεγάλη πρόοδος. Σκεφτείτε ότι τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα, παρά την οικονομική κρίση, παρά την πανδημία, έχουμε κερδίσει 3 χρόνια στο προσδόκιμο ζωής στη γέννηση. Από τα 79 έχουμε πάει στα 82.
Θυμάστε το άλλο επιχείρημα, με τη θνησιμότητα των παιδιών; Είπαμε ότι κάποια στιγμή το λύσαμε. Ε, δεν το «λύσαμε». Εξακολουθούμε να το λύνουμε. Το 1990, η θνησιμότητα στα παιδιά κάτω των 5 ήταν στους 93 θανάτους ανά 1.000 γεννήσεις. Το 2005 ήταν στους 63 θανάτους. Και σήμερα; 37.
Η παιδική θνησιμότητα έχει πέσει στο μισό από το 2000. Επιπλέον, τις τελευταίες δεκαετίες σοβαρές ασθένειες όπως το AIDS έχουν μετατραπεί από θανατηφόρες τότε σε χρόνιες. Η αντιμετώπιση πολλών καρκίνων έχει βελτιωθεί θεαματικά. Και δεν είναι μόνο το θέμα της υγείας.
Μεγαλύτερα άλματα έχουν γίνει στο θέμα των δικαιωμάτων. Μεγάλες ομάδες του πληθυσμού παντού σήμερα αντιμετωπίζουν λιγότερες διακρίσεις και συμμετέχουν περισσότερο στην κοινωνική ζωή από ό,τι το 2005. Σκεφτείτε ότι τότε στην Ελλάδα εργάζονταν 2 εκατομμύρια γυναίκες σε σύνολο 5 εκατομμύρια εργαζομένων. Σήμερα εργάζονται 2,1 εκατομμύρια σε 4,5 εκατομμύρια εργαζόμενους.
Αλλά αυτά δεν ισχύουν μόνο στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη. Σήμερα υπάρχει λιγότερο έγκλημα, περισσότερα δικαιώματα και καλύτερες προοπτικές για τη μεσαία τάξη κυρίως σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, στη νοτιοανατολική Ασία, στην ανατολική Ευρώπη και στην Αφρική (όπου και είναι πολύ πιο πιθανό να γεννηθείτε, στο υποθετικό μας σενάριο). Οχι παντού, βεβαίως. Δεν έχει υπάρξει πρόοδος παντού. Οχι στο Σουδάν ή στην Παλαιστίνη. Αλλά στα περισσότερα μέρη.
Και βέβαια σήμερα υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι από ποτέ. To 2005 υπήρχαν 6,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι, σήμερα υπάρχουν 8,1. Οπότε με έκπληξη διαπίστωσα ότι αν το σκεφτείς έτσι, για τους περισσότερους ανθρώπους στον κόσμο είναι μάλλον καλύτερο το 2025 από το 2005.
Αλλά αν κι αυτά δεν σας φτάνουν, για εμένα το τελεσίδικο στοιχείο, αυτό που με έπεισε ότι εδώ είμαστε, όντως, ήταν το εξής:
Σε μια έρευνα του ΔΝΤ σε 41 χώρες, ο μέσος 70χρονος του 2022 είχε τις ίδιες διανοητικές ικανότητες με τον μέσο 53χρονο του 2000.
Αυτός ήταν ο ένας αστερίσκος. Εχω και έναν δεύτερο.
Αστερίσκος ΔΥΟ
Μελετώντας τα στοιχεία αλλά λαμβάνοντας υπόψη και όσα γράφω σ’ αυτήν την εφημερίδα εδώ και δώδεκα χρόνια, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το 2025 είναι καλύτερη εποχή για να είναι κανείς ζωντανός όχι μόνο συγκρίνοντας με τις εποχές που πέρασαν. Αλλά από ό,τι φαίνεται, είναι πιθανό ότι θα είναι καλύτερη και από τις εποχές που έρχονται.
Υπάρχουν πάρα πολλά φαινόμενα που δείχνουν ότι πηγαίνουμε προς τη λάθος κατεύθυνση. Σε πάρα πολλά μέτωπα ταυτόχρονα. Σε όλα όσα ανέφερα, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στην ισότητα των ευκαιριών για όλους τους ανθρώπους, ακόμα και στην υγεία, μοιάζει είτε σιγά σιγά να κολλάμε είτε και να πισωγυρίζουμε.
Δύο μεγάλα παγκόσμια φαινόμενα, το δημογραφικό και η κλιματική αλλαγή, εξασφαλίζουν ότι οι συνθήκες που έρχονται θα είναι δύσκολες. Η δε τεχνολογική ανάπτυξη σε πάρα πολλους τομείς της γνώσεις μοιάζει να έχει κολλήσει.
Στα πεδία που προχωράει, στην τεχνητή νοημοσύνη ας πούμε, τον έλεγχο τον έχουν ανεξέλεγκτα ολιγοπώλια που έχουν εντελώς άλλες προτεραιότητες από την υγεία των κοινωνιών και τη μακροημέρευση του είδους μας.
Ο Ιταλός αστροφυσικός Κάρλο Ροβέλι έχει γράψει σε ένα από τα βιβλία του ότι το είδος μας δεν είναι φτιαγμένο για να επιβιώσει εκατομμύρια χρόνια. Δεν είμαστε σαν τις χελώνες ή τους καρχαρίες, που έφτασαν σε ένα στάδιο εξέλιξης και έμειναν εκεί. Εμείς είμαστε πολύ πιο αυτοκαταστροφικό είδος. Και, βέβαια, μπορεί να περνάμε άλλον έναν κύκλο. Μπορεί να επιβιώσουμε και από αυτές τις κρίσεις, να φτιάξουμε την πυρηνική σύντηξη, και να ξαναπεράσουμε σε εποχές ακμής και ευημερίας. Ή μπορεί να έχουμε ήδη περάσει κάποια από τα κλιματικά tipping points και να μη βγάλουμε ούτε τον αιώνα. Δεν ξέρουμε. Κανείς δεν ξέρει. Αλλά μέχρι τώρα, έτσι όπως τα έχουμε κάνει, η καλύτερη περίοδος για να ζει κανείς, με βάση τα ψυχρά δεδομένα και τους μέσους όρους, είναι σήμερα.
