Ο αγώνας της Σεβίλλης με τη Λα Κορούνια, στις 8 Απριλίου 2017, είχε λήξει για περισσότερη από μία ώρα. Ωστόσο, χιλιάδες άνθρωποι είχαν μείνει έξω από το «Estadio Ramon Sanchez Pizjuan», μπροστά από το εμβληματικό και εντυπωσιακό μωσαϊκό του εμβλήματος της τοπικής ομάδας, περιτριγυρισμένο από εκείνα 60 φιλοξενούμενων ομάδων. «Gloria Eterna Leyenda Sevillista» (=«Ο Θρύλος της Σεβιλίστα, Αιώνια Δόξα») έγραφε το πανό που κρατούσαν οι οπαδοί, τοποθετημένο ανάμεσα σε ένα γιγάντιο μοντάζ του Ραμόν Ροντρίγκεθ Βερντέχο, πιο γνωστού ως Μόντσι, και εννέα πανό –ένα για κάθε τρόπαιο που κατακτήθηκε κατά τη θητεία του αθλητικού διευθυντή– έστεκαν δίπλα.
Hταν μόλις μερικές μέρες μετά την ανακοίνωση της αποχώρησής του από την Ανδαλουσία, έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες και πριν εργαστεί για 3,5 χρόνια στη Ρόμα, στην ίδια θέση από την οποία είχε οδηγήσει τους Σεβιγιάνους σε εννέα τρόπαια: Πέντε Europa League ή πρώην Κύπελλα UEFA, δύο Κύπελλα Ισπανίας, ένα ευρωπαϊκό κι ένα ισπανικό Σούπερ Καπ. Τα τρόπαια αυτά είχαν αποκαταστήσει την αξιοπιστία και την υστεροφημία ενός συλλόγου που όταν ο παλαίμαχος τερματοφύλακάς του ανέλαβε ως αθλητικός διευθυντής το 2000, αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία της Ισπανίας.
Ο Μόντσι εκμεταλλεύτηκε τη φήμη και την επιτυχία του με μπόλικα μηδενικά στα επόμενα συμβόλαιά του, με δεκάδες προτάσεις από μεγάλους ευρωπαϊκούς συλλόγους τις οποίες απέρριπτε, όμως δεν του έκοψαν τελικά και τον δρόμο προς το εξωτερικό. Παρ’ όλα αυτά δεν πέτυχε το ίδιο σε Ρόμα και Αστον Βίλα.
🚨 Monchi leaves Aston Villa with immediate effect as decision has been made.
Former Sevilla and AS Roma director leaves #AVFC project as the chapter is over. pic.twitter.com/9NCKKIrOC0
— Fabrizio Romano (@FabrizioRomano) September 23, 2025
Η σύντομη θητεία στην Αστον Βίλα και οι γκρίνιες στη Ρώμη
Ο 56χρονος Μόντσι, ο οποίος γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου στην πόλη Σαν Φερνάντο, λίγο έξω από την Καντίθ και δύο ώρες δρόμο από τη Σεβίλλη, είχε υπογράψει στην Αστον Βίλα το 2023, έπειτα από τη δεύτερη θητεία του στην αγαπημένη του Σεβίλλη. Μαζί με τον κόουτς Ουνάι Εμερι, την οδήγησαν το 2024 στους «4» του Conference League, χάνοντας από τον μετέπειτα πρωταθλητή Ολυμπιακό και την επόμενη σεζόν έως τα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ.
Τη στιγμή που οι οπαδοί της ομάδας περίμεναν συνέχεια στην ανοδική πορεία, η Βίλα σημείωσε ένα κακό ξεκίνημα στη σεζόν στην Αγγλία, σκοράροντας μόνο ένα γκολ σε πέντε παιχνίδια πρωταθλήματος και μετρώντας τρεις ήττες και δύο ισοπαλίες. Ο Μόντσι είναι εκείνος που, τουλάχιστον για την ώρα, «πληρώνει» πρώτος «το μάρμαρο», καθώς κύκλοι του κλαμπ επιβεβαίωναν ότι θα αφήσει τη θέση του.
Από τη μέρα της πρόσληψής του, κατόπιν αιτήματος του προπονητή του και σε πολλές επιτυχίες στη Σεβίλλη, Ουνάι Εμερι, ο Μόντσι ήταν υπεύθυνος για τη «στρατολόγηση» παικτών. Μονάχα που, όπως ανέφεραν τις τελευταίες εβδομάδες πολλά αγγλικά ΜΜΕ, ο Εμερι έχει τον κυρίαρχο λόγο στις μεταγραφές και, ουσιαστικά, αποστολή του Μόντσι ήταν απλώς να διευκολύνει τις επιθυμίες του Ισπανού κόουτς. Οι προσθήκες, όμως, ήταν λίγες και είναι χαρακτηριστικό ότι εννέα παίκτες από την αρχική ενδεκάδα που αγωνίστηκε την περασμένη Κυριακή (21/9) στο εκτός έδρας 1-1 με τη Σάντερλαντ, ήταν ήδη παίκτες της Βίλα πριν από την άφιξη του Εμερι τον Οκτώβριο του 2022.
Η αγγλική ομάδα έδειξε να έχει μία ρουτίνα με μεταγραφές που ολοκληρώνονταν με παρόμοιο αντίτιμο, μέσα σε ένα όριο μεταξύ πέντε κι εννέα εκατομμυρίων ευρώ. Κάποιοι από αυτούς τους παίκτες είτε παραχωρούνται δανεικοί είτε μένουν για λίγο στον σύλλογο από τον οποίο μόλις αποκτήθηκαν. Επιθυμία του Μόντσι ήταν οι προσθήκες να βασίζονται σε «παίκτες με προοπτική» και σε «ακατέργαστα» ταλέντα που χρειάζονται βελτίωση. Κάτι που δεν αρέσει στην εξέδρα, αλλά ο Ανδαλουσιανός παράγοντας έλεγε πως είναι ανένδοτος. Η φετινή στασιμότητα (τού) κόστισε και αλλάζει δραστικά την ιεραρχία της Βίλα, καθώς ο Μόντσι αποχωρεί από ένα «τρίγωνο εξουσίας» πλάι στον Εμερι και τον διευθυντή ποδοσφαιρικών δραστηριοτήτων, Ντέιμιαν Βινταγκάνι.
Το καλοκαίρι του 2016 είχε ζητήσει να παραιτηθεί από τη Σεβίλλη, όμως η διοίκηση τού ξεκαθάρισε πως αυτό θα γίνει μόνο αν ο ίδιος ή κάποια ομάδα πληρώσει μία ρήτρα πέντε εκατομμυρίων ευρώ. Αποχώρησε τελικά τον Απρίλιο του 2017, υπογράφοντας τετραετές συμβόλαιο με τη Ρόμα. Ούτε καν πλησίασε στην επιτυχία που είχε στη Σεβίλλη, και ο άλλοτε μέσος των «τζιαλορόσι», Ράτζα Ναϊνγκολάν, είχε δηλώσει στην «Tradizione Romanista» ότι ο Μόντσι «κατέστρεψε την ομάδα. Πούλησε όλους τους παίκτες. Αν ήξερα ότι θα έφευγε αμέσως μετά την αποχώρησή μου, θα είχα μείνει». Ο ίδιος πρόσθεσε πως ο Ισπανός ευθύνεται που η Ρόμα δεν ήταν διεκδικήτρια του τίτλου στη Serie A, εξηγώντας πως «είχαμε πολύ δυνατούς παίκτες και μετά τους πουλήσαμε. Αν θέλεις να κερδίσεις, πρέπει να κρατήσεις δυνατούς παίκτες. Αν αλλάζεις συνέχεια, δεν θα έχεις ποτέ μια σταθερή βάση για να δουλέψεις».
Ο Μόντσι, σε συνέντευξή του πριν από τέσσερις μήνες στο Sky Sports, είχε επισημάνει ότι «το να φέρω παίκτες στη Ρόμα δεν ήταν εύκολο. Είναι ένας σπουδαίος σύλλογος με μεγάλη πίεση. Η Αστον Βίλα μεγαλώνει το ίδιο επειδή αναπτυσσόμαστε πολύ. Στη Ρόμα δεν ήταν εύκολο επειδή είναι μια ομάδα όπου πρέπει πάντα να βγάζεις χρήματα».
Ο «λύκος της Σεβίλλης» και το «τρόπαιο» του Μαραντόνα στο χέρι του
Τα κατορθώματά του Μόντσι ως τερματοφύλακα στα τμήματα υποδομής της Σαν Φερνάντο δεν πέρασαν απαρατήρητα από τη γειτονική Σεβίλλη και το 1985, στα 17 του, βρέθηκε στη δεύτερη. Το 1988 πραγματοποίησε το επαγγελματικό ντεμπούτο του με τη Β΄ ομάδα, στη Segunda Division και δύο χρόνια αργότερα «προβιβάστηκε» στους μεγάλους. Στα εννέα χρόνια στη Σεβίλλη, όμως, στην πρώτη επίσημη εμφάνισή του κάτω από τα δοκάρια, 1991, υπέστη εξάρθρωση στο δάχτυλο του χεριού του και αρνήθηκε να γίνει αλλαγή, φοβούμενος ότι θα χάσει τη θέση βασικού.
Από τις συνολικά 85 εμφανίσεις του, κάτι περισσότερο από το 1/4 ήταν στην αρχική 11αδα, όμως η σύνδεση με τον κόσμο υπήρχε και έλαβε το παρωνύμιο «El Lobo de Sevilla» (=«Ο Λύκος της Σεβίλλης»), αν και το 1996-97, σεζόν στην οποία είχε ρεκόρ συμμετοχών (με 26 αγώνες), οι Σεβιγιάνοι υποβιβάστηκαν. Πριν αποχωρήσει από την ενεργό δράση σε ηλικία μόλις 31 ετών, είχε δεχθεί ένα γκολ-«γκέλα» το φθινόπωρο του 1997 στον αποκλεισμό από το Κύπελλο από την άσημη Ισλα Κριστίνα. Αργότερα αποκαλύφθηκε πως λόγω της οργής του έξαλλου πλήθους, ζήτησε από τον υπεύθυνο της ομάδας να τον βάλει στο… πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του για να τον φυγαδεύσει.
Ο Μόντσι, ο οποίος μιλά τέσσερις γλώσσες και συχνά μπορεί την ίδια περίοδο να κάνει σκάουτινγκ ταυτόχρονα σε 250 παίκτες(!), υπήρξε συμπαίκτης στη Σεβίλλη με σημαντικούς σταρ όπως οι Ντιέγκο Σιμεόνε, Νταβόρ Σούκερ, Ιβάν Ζαμοράνο και Μπεμπέτο. Ωστόσο, το 1992-93, καθόταν δίπλα στα ίδια αποδυτήρια με τον Ντιέγκο Μαραντόνα, όταν ο «Ντιεγκίτο» φόρεσε για μία σεζόν τη φανέλα της Σεβίλλης. Ο Αργεντινός είχε μία συνήθεια, να κάνει βόλτες νωρίς το πρωί στην πόλη ή όπου αγωνιζόταν η ομάδα, ώστε να αδειάζει το μυαλό του. Ο Μόντσι, που επίσης δεν κοιμόταν πολύ, τον συνόδευε και δημιούργησαν μια στενή σχέση.
Κάποια στιγμή ο Μαραντόνα παρατήρησε, κυρίως για αστείο, ότι ο Μόντσι φορά ένα ψεύτικο ρολόι «Rolex». Πριν φύγει από την Ανδαλουσία το καλοκαίρι του 1993, χάρισε στον Ισπανό ένα ολοκαίνουργιο «Cartier». Ο Μόντσι, που κάποτε είχε αποκαλέσει τον εαυτό του «τελευταίο πίθηκο», ως αστείο για το παρατσούκλι «λύκος» κι επειδή δεν έπαιζε πολύ, το φορούσε για χρόνια. Ισως το κοίταξε και λίγο με μελαγχολία, όταν διαπίστωσε πως είναι ώρα να φύγει και από την Αστον Βίλα.
