Τον Σεπτέμβριο του 2009, ο Αλέξανδρος Σαμοντούροβ ήταν μόλις τεσσάρων ετών, αλλά ήδη άρχιζε να νιώθει μια παράξενη έλξη προς την πορτοκαλί μπάλα. Θα έπρεπε να περάσουν άλλα έξι χρόνια προτού μπει στην μπασκετική ακαδημία του Νίκου Χατζηβρέττα.
Τον Σεπτέμβριο του 2009, ο οκτώ ετών Κώστας Αντετοκούνμπο πάλευε καθημερινά με τις αντιξοότητες της φτώχειας και της ζόρικης ζωής ενός γιου μεταναστών στην Ελλάδα, αλλά έκανε όνειρα να μοιάσει στα μεγαλύτερα, υπερταλαντούχα στο μπάσκετ αδέλφια του.
Τον Σεπτέμβριο του 2009 ο Ντίνος Μήτογλου, ο Βασίλης Τολιόπουλος και ο Τάιλερ Ντόρσεϊ, 13 ετών έκαστος, είχαν αρχίσει να συνειδητοποιούν, σε Θεσσαλονίκη, Αθήνα και Καλιφόρνια, αντίστοιχα, ότι το μπάσκετ θα είχε μια ξεχωριστή θέση στη ζωή τους.

Τον Σεπτέμβριο του 2009, ο 15χρονος Γιάννης Αντετοκούνμπο είχε μια διετία που είχε αρχίσει να αφιερώνει ώρες στο μπάσκετ, εντυπωσιασμένος από τα κατορθώματα του Σοφοκλή Σχορτσιανίτη κόντρα στους αστέρες του ΝΒΑ, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2006.
Τον Σεπτέμβριο του 2009, ο Κώστας Παπανικολάου και ο Κώστας Σλούκας, αμφότεροι 19 ετών, έγιναν συμπαίκτες στον Ολυμπιακό και μια τεράστια καριέρα ανοιγόταν μπροστά τους, ενώ μόλις λίγους μήνες πριν είχαν αναδειχθεί δευτεραθλητές κόσμου σε επίπεδο Κ-19.

Τον Σεπτέμβριο του 2009, ο Βασίλης Σπανούλης και ο Νίκος Ζήσης ήταν επιφανή στελέχη της Εθνικής Ελλάδας που κατέκτησε το πέμπτο και τελευταίο μέχρι σήμερα (χάλκινο) μετάλλιο για τη χώρα μας σε ένα Ευρωμπάσκετ.
Ο νυν ομοσπονδιακός προπονητής και ο τζένεραλ μάνατζερ της εθνικής ομάδας, καρδιακοί φίλοι και κουμπάροι, ηγήθηκαν τότε της προσπάθειας στα γήπεδα της Πολωνίας. Και τώρα, 16 χρόνια αργότερα, αρχικά στην Κύπρο και πλέον στη Λετονία, είναι τα σημεία αναφοράς μέσα και έξω από το παρκέ, στην προσπάθεια του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος να ανέβει και πάλι στο βάθρο, που τόσο του έχει λείψει.
Με όπλα το κυριαρχικό παιχνίδι του κορυφαίου μπασκετμπολίστα που γέννησε ποτέ η Ελλάδα (συγγνώμη, Νικ, εσύ μας ήρθες από τη Νέα Υόρκη ως μπασκετικό μάννα εξ ουρανού) και μια άμυνα που τσακίζει κόκαλα, διαχρονικό σημείο κατατεθέν, το πρώτο μετάλλιο σε Ευρωμπάσκετ μετά το 2009 και έκτο συνολικά απέχει μια νίκη μέσα σε τρεις ημέρες.
Με νίκη – νίκη, αυτό θα είναι χρυσό, με νίκη – ήττα αυτό θα είναι ασημένιο, με ήττα – νίκη αυτό θα είναι χάλκινο. Οπως και να έχει, αυτή η ομάδα, για όσα σημαίνει και όσα έχει περάσει, αξίζει να κρεμάσει το μετάλλιο στο στήθος.
Η τωρινή της προσπάθεια με τις πέντε προηγούμενες, άλλωστε, συνδέονται με ιστορικές αλληλουχίες που θα έκαναν ακόμα και τον αείμνηστο, ξεχωριστά προληπτικό Γιάννη Ιωαννίδη, να χαμογελάσει για τη μεγαλύτερη αγάπη της ζωής του, μαζί με τον Αρη και τον Ολυμπιακό.
Το πρώτο μετάλλιο, το 1949, ήρθε στην Αίγυπτο και η νίκη-κλειδί, σε ένα φορμάτ μίνι πρωταθλήματος και όχι νοκ άουτ, επιτεύχθηκε επί της… Τουρκίας, της αντιπάλου της Ελλάδας στον ιστορικό ημιτελικό της Παρασκευής (12/09).
Το δεύτερο, το αλησμόνητο και κομβικό χρυσό του 1987, επιτεύχθηκε επί της πανίσχυρης Σοβιετικής Ενωσης. Κορυφαίος παίκτης των Σοβιετικών στον μεγάλο τελικό; Ο Βάλτις Βάλτερς, χαρισματικός σουτέρ γεννημένος στη… Ρίγα, πόλη που φιλοξενεί την τελική φάση του φετινού Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος.
Από το συγκεκριμένο τουρνουά, από την παντοδύναμη ομάδα του Αλεξάντερ Γκομέλσκι απουσίαζαν ο Ρίμας Κουρτινάιτς και ο Αρβιντας Σαμπόνις. Αμφότεροι έδωσαν το «παρών» στο Ευρωμπάσκετ του 1989, απλώς και μόνο για να δουν στον ημιτελικό τον Φάνη Χριστοδούλου να σφραγίζει με τρίποντο την επική πρόκριση της Ελλάδας στον τελικό, όπου κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο με το οποίο απέδειξε στον μπασκετικό πλανήτη ότι το προ διετίας χρυσό δεν ήταν κάτι συμπτωματικό.
Δεν αποκλείεται εκείνες οι στιγμές να πέρασαν φευγαλέα από το μυαλό του Κουρτινάιτις το βράδυ της Τρίτης (09/09), ύστερα από τη νέα… καζούρα που επιφύλαξαν οι Ελληνες στον νυν ομοσπονδιακό προπονητή της Λιθουανίας.
Χρειάστηκε να περάσουν 16 χρόνια, όσα δηλαδή απέχουν από το τελευταίο ματς μετάλλιο, για να έρθει το τέταρτο μετάλλιο, και μάλιστα χρυσό. Στο Βελιγράδι, με νίκη-κλειδί στο πρώτο νοκ άουτ κόντρα στο Ισραήλ (όπως και τώρα), και επιφανή στελέχη της ομάδας τους Σπανούλη, Ζήση αλλά και Δήμο Ντικούδη, νυν υπεύθυνο των εθνικών ομάδων της ΕΟΚ.
Το 2009, στο τελευταίο (μέχρι το επόμενο) μετάλλιο, η πρόκριση στον ημιτελικό επιτεύχθηκε με νίκη επί της… Τουρκίας (εις μάτην και πάλι), σε ένα ματς όπου ο Σπανούλης θύμιζε Γιάννη (23 πόντοι, επτά ασίστ).
Και το μετάλλιο ήρθε χάρη στην κορυφαία εμφάνιση στην καριέρα του Σοφοκλή Σχορτσιανίτη, ένα χαρισματικό ταλέντο που, όπως και ο Γιάννης, προέρχεται από αφρικανική χώρα (για την ακρίβεια, έχει γεννηθεί στο Καμερούν) και έχει έναν αδελφό ονόματι Αλέξανδρο. Οπως, δηλαδή, και ο Γιάννης.
Τότε ήταν ο «Baby Shaq», που είχε εντυπωσιάσει τους Αμερικανούς αλλά δεν έκανε ποτέ το άλμα στο ΝΒΑ, παρότι είχε γίνει ντραφτ από τους Λος Αντζελες Κλίπερς. Τώρα είναι ο «Greek Freak», ο οποίος κέρδισε από πολύ μικρός τις αμερικανικές καρδιές και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο κυριαρχικούς παίκτες στο κορυφαίο πρωτάθλημα του πλανήτη.
Ο Γιάννης, όμως, δεν τρομάζει μόνο με τα καρφώματα και τις επελάσεις του προς το αντίπαλο καλάθι, χωρίς κανένας να μοιάζει ικανός να σταματήσει τον πρώτο Ελληνα παίκτη με μέσο όρο τριάντα πόντους ανά αγώνα, από την εποχή του θρυλικού Νίκου Γκάλη.

Αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι η αυτοσυγκέντρωση και η στοχοπροσήλωσή του για να οδηγήσει τη χώρα του σε μια επιτυχία που μοιάζει να έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ.
Το 2021, με μια διαρκή παράσταση στα πλέι οφ, οδήγησε τους Μιλγουόκι Μπακς στην κατάκτηση του πρώτου πρωταθλήματός τους έπειτα από 50 ολόκληρα χρόνια. Μαζί του, όπως και τώρα, είχε τον αδελφό και φύλακα άγγελό του Θανάση, αλλά και την πεποίθηση ότι κάτι μεγάλο πρόκειται να συμβεί.
Και αν δεν σας φτάνουν αυτές οι ιστορικές (ναι, πασπαλισμένες με αρκετή δόση εθνικοφροσύνης) αλληλουχίες, απλώς θυμηθείτε ότι την ημέρα του ημιτελικού, 12 Σεπτεμβρίου, φέρεται να έληξε η Μάχη του Μαραθώνα, την ευτυχή κατάληξη της οποίας με τη νίκη επί των Περσών μετέφερε ο Φειδιππίδης, αφού διέσχισε τρέχοντας τα σαράντα χιλιόμετρα που χωρίζουν τον Μαραθώνα από την Αθήνα για να αναφωνήσει «νενικήκαμεν», προτού ξεψυχήσει…

