Υπερπροσφορά και πληθωρισμός σκοτώνουν την αξία
Το φετινό συναυλιακό – πολιτιστικό καλοκαίρι μοιάζει ότι θα λειτουργήσει ως το «κρας τεστ» που θα δώσει σχήμα και μορφή σε όσα θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια. Ξέρετε, κάθε χρόνο λέμε τα ίδια και τα ίδια, δηλαδή ότι η πόλη προσφέρει καθημερινά πολλά περισσότερα για ψυχαγωγία και διασκέδαση από όσα οι κάτοικοι της και οι τουρίστες της μπορούν να καταναλώσουν για τους τρεις καλοκαιρινούς μήνες. Φέτος, όμως, οι διοργανωτές, θεσμικοί και ιδιώτες, το τερμάτισαν! Το παραδέχονται άλλωστε και οι ίδιοι σε κατ’ ίδιαν συζητήσεις τους. Για αυτό και ήδη βλέπουμε «αναβολές» εκδηλώσεων, αλλαγές σε μικρότερους χώρους, χαμηλότερη του αναμενόμενου προσέλευση αλλά και έντονο προβληματισμό. Θα ήταν έξω από κάθε λογική να μην ερχόταν η στιγμή που θα το βλέπαμε και αυτό. Ζούμε το μέτρο της υπερβολής. Χωρίς σχεδιασμό, χωρίς λογική και κάποιες φορές χωρίς κανόνες.
Είναι τόσο μεγάλη η προσφορά σε συναυλίες, θεατρικά, χορό, εκθέσεις, συζητήσεις, μετακλήσεις και φεστιβάλ κάθε τύπου που ακόμα και αν κάποιος μπορούσε να πάει δωρεάν σε όλα αυτά δεν θα είχε ούτε τον χρόνο ούτε και τη διάθεση. Και νομίζω πως δεν είναι φυσιολογικό.
Εδώ και κάποια χρόνια, και ιδιαίτερα μετά τον Covid και τις διαδοχικές καραντίνες, οι τάσεις στον χώρο των συναυλιών και του θεάματος έχουν αλλάξει. Τα μεγάλα ονόματα γίνονται ακόμη μεγαλύτερα, τα μεσαία αγωνίζονται να επιβιώσουν και τα μικρά συμπιέζονται, αποχωρούν και εξαφανίζονται. Οι τιμές των εισιτηρίων στην Ευρώπη θυμίζουν τριήμερα ταξίδια για διακοπές και στην Αθήνα έχουν συγκλίνει επικίνδυνα με τον υψηλό ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τουλάχιστον όσες συναυλίες αφορούν ονόματα του εξωτερικού.
Ομως αυτό που μου κάνει εντύπωση το φετινό καλοκαίρι είναι ότι κανένας δεν νιώθει ότι θα χάσει κάτι αν δεν καταφέρει να δει κάποιο αγαπημένο του όνομα, μουσικό, θεατρικό ή άλλο. Κανένας δεν νιώθει ότι «μένει απ’ έξω» αν δεν δει και τον Μόρισεϊ και τον Κιουανούκα, και την Μπεθ Γκίμπονς και την Κάιλι Μινόγκ, και τη Γιούτζα Γουάνγκ και τους Air, και τους Green Day. Μπορεί στο τέλος να πάει στα περισσότερα βέβαια αλλά η κατάσταση είναι «καμία πίεση». Απεναντίας οι περισσότεροι μου μιλάνε για ένα πιο ισορροπημένο και φυσιολογικό «ευλογημένο ελληνικό καλοκαίρι» με μπάνια στη θάλασσα, βραδινές παρέες στα ταβερνάκια, διαβάσματα χαλαρών βιβλίων και λίγο παλιό κλασικό θερινό σινεμά.
Η υπερπροσφορά και ο πληθωρισμός σκοτώνουν την αξία. Οπως θα ’λεγε και ο Τζάρβις Κόκερ των Pulp, είναι ένας από τους πρώτους και βασικούς κανόνες της οικονομίας. Ο μόνος πληθωρισμός που δεν χάνει την αξία του, απεναντίας την πολλαπλασιάζει, είναι αυτός των αισθημάτων.
Ο,τι και αν κάνετε να το κάνετε καλά και να έχετε ένα υπέροχο καλοκαίρι.
Το καλοκαίρι των Jones
Το Jones μαζί με το Smith είναι τα πιο διάσημα επώνυμα στον αγγλόφωνο κόσμο. Και τα δύο αυτά επώνυμα είναι σαν το δικό μας Παπαδόπουλος. Το γεγονός ότι ο Morrissey βάφτισε το συγκρότημα Smiths ήταν κομμάτι της διακριτικής ειρωνείας που κάνουν το σχόλιο και την οπτική του ενδιαφέροντα.
Συγκυρία και συναστρία φέτος φέρνουν στην Ελλάδα για εμφανίσεις τρεις από τους υπάρχοντες Τζόουνς που συνεχίζουν να τραγουδούν και να κάνουν περιοδεία. Λίγες μέρες πριν, στις 21 Ιουνίου, εμφανίστηκε ο Τομ Τζόουνς για πρώτη φορά στην Αθήνα στον Λυκαβηττό.
Στις 19 Ιουλίου το τρομερό κορίτσι της τζαζ, της κάντρι και των μπλουζ, η Νόρα Τζόουνς, που διάλεξε στα 16 της το επώνυμο της μαμάς για την καριέρα της, έρχεται για δεύτερη φορά στην Ελλάδα στο φεστιβάλ Sani της Χαλκιδικής. Στο ίδιο φεστιβάλ και στον ίδιο χώρο έρχεται και η τρίτη από τους Τζόουνς. Η Γκρέις Τζόουνς τραγουδάει για πρώτη φορά στη χώρα μας στις 2 Αυγούστου. Φέτος δεν μπορείς να τα βάλεις με την κυριαρχία των Τζόουνς.
Τι απομένει για τα επόμενα χρόνια;
Να δούμε την Κάθριν Ζίτα Τζόουνς για διακοπές στην Ελλάδα και την κόρη του Κουίνσι Τζόουνς, τη Ρασίντα, για γυρίσματα τηλεοπτικής σειράς.
Απομένουν ο Τζον Πολ Τζόουνς των Led Zeppelin, ο Μικ Τζόουνς των Clash και ο Ντάνι Τζόουνς των MacFly. Κι αν βρισκόταν στη ζωή φαντάζομαι όλοι θα θέλαμε, ο Μπράιαν Τζόουνς των Rolling Stones, να μας δείξει πώς παίζουν το σιτάρ.
Η γενιά μου, από τους πολλούς για τους περισσότερους
“Never look back in anger, always look forward in hope”, λέει σε κάποια στιγμή με αυτή την εντυπωσιακή κόκνεΐ προφορά του ο Μάικλ Κέιν αφηγούμενος την ιστορία της γενιάς του σε ένα ντοκιμαντέρ που λέγεται απλά και χωρίς περιστροφές “My Generation”. Δύο φράσεις μάθημα ζωής από έναν ηθοποιό που έζησε τη ζωή του με χαρακτήρα, στυλ και περιέργεια.
Ο,τι συνέβη δηλαδή σε μεγάλο κομμάτι των δημιουργικών ανθρώπων της γενιάς του.
Το “My Generation” είναι ένα ζωντανό ντοκιμαντέρ για τη γενιά του ’60, το Λονδίνο της δεκαετίας του ’60 και την επίδραση που είχαν και τα δύο στην παγκόσμια κουλτούρα των νέων. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και σήμερα ένα μεγάλο κομμάτι του δυτικού πολιτισμού ζει και αναπνέει αντλώντας από την κληρονομιά που άφησαν η γενιά και η δεκαετία αυτή. Το βρετανικής παραγωγής ντοκιμαντέρ του 2017 που προβάλλεται στο Ertflix ξεχωρίζει από άλλα που έχουν προηγηθεί επειδή οι περισσότεροι που αφηγούνται την ιστορία της δεκαετίας του ’60 είναι αυτοί που με τις επιλογές τους και το ταλέντο τους διαμόρφωσαν εκείνη τη δεκαετία. Και οι περισσότεροι βρίσκονται εν ζωή.
Blender Spotify list
Ακόμη και αν ξέρεις ότι δεν μπορείς να δαπανήσεις όλα τα χρήματα που σου ζητάει η καλοκαιρινή συναυλιακή και πολιτιστική αγορά· ακόμα και αν ξέρεις ότι αν είχες τα χρήματα προφανώς θα ήθελες να έχεις μία λίγο πιο ισορροπημένη ζωή και να κάνεις και άλλα πράγματα –π.χ. να δεις τους φίλους σου, να διαβάσεις βιβλία, να βρεθείς βράδυ σε ένα παραδοσιακό και μακριά από τον τουρισμό ταβερνάκι, να μείνεις ξαπλωμένος στην παραλία για δυο τρεις ώρες χαζεύοντας τα σύννεφα στον ουρανό–, η σημερινή play list δεν θα μπορούσε παρά να είναι αφιερωμένη στα ονόματα που περιμένω τις επόμενες 35 ημέρες. Ελπίζω να την απολαύσετε.
