Αγάπη, λατρεία, ενδεχομένως και εμμονή. Η Τσέλσι είναι η μη ιταλική ομάδα με τους περισσότερους Ιταλούς προπονητές που πέρασαν ποτέ από το τιμόνι της. Ολοι τους, μάλιστα, συγκεντρώνονται στα τελευταία σαράντα από τα 120 χρόνια ιστορίας του λονδρέζικου συλλόγου.
Και οι έξι (όχι οι επτά) ήταν υπέροχοι, αφού με εξαίρεση έναν κατέκτησαν τουλάχιστον έναν τίτλο και οι τέσσερις εξ αυτών πήραν και ευρωπαϊκό τρόπαιο, συμβάλλοντας στην απίθανη επίδοση των Μπλε, μοναδική ομάδα που έχει κατακτήσει τουλάχιστον από μια φορά τις πέντε διοργανώσεις που έχει δημιουργήσει ποτέ η UEFA: Κύπελλο Πρωταθλητριών/Champions League, Κύπελλο Κυπελλούχων, Κύπελλο UEFA/Europa League, Europa Conference League και ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ.
Τον Φεβρουάριο του 1998, ο πρόωρα χαμένος Τζιανλούκα Βιάλι ανέλαβε παίκτης – προπονητής μετά την απόλυση του Ρούουντ Γκούλιτ και έγινε ο πρώτος Ιταλός που προπόνησε στην Premier League, κατακτώντας το Λιγκ Καπ και το Κύπελλο Κυπελλούχων, όντας τότε ο νεαρότερος προπονητής στην ιστορία που παίρνει ευρωπαϊκό τρόπαιο, σε ηλικία 33 ετών και 308 ημερών, ρεκόρ που έσπασε 13 χρόνια αργότερα ο Πορτογάλος Αντρέ Βίλας – Μπόας με την Πόρτο (33 ετών και 213 ημερών).
Τον Σεπτέμβριο του 2000, ο Κλαούντιο Ρανιέρι ζορίστηκε γιατί δεν μιλούσε καλά αγγλικά, αλλά έμεινε τέσσερα χρόνια στο «Στάμφορντ Μπριτζ», χωρίς να καταφέρει να κατακτήσει τίτλο, αλλά έβαλε τις βάσεις για την ομάδα που, με τον Ζοσέ Μουρίνιο πλέον στο τιμόνι, κατέκτησε μεταξύ άλλων το πρώτο της πρωτάθλημα ύστερα από 50 ολόκληρα χρόνια.
Τον Ιούλιο του 2009 και για μια διετία ο Κάρλο Αντσελότι επιβεβαίωσε την προπονητική του ευφυΐα κατακτώντας ένα νταμπλ και το Community Shield, χωρίς (περιέργως) να καταφέρει κάτι σημαντικό εκτός συνόρων.
Αυτό, δηλαδή, που πέτυχε ο Ρομπέρτο ντι Ματέο, ο οποίος τον Μάρτιο του 2012 ανέλαβε ως υπηρεσιακός μετά την απόλυση του Αντρέ Βίλας – Μπόας και, δύο μήνες αργότερα, πανηγύριζε την παρθενική κατάκτηση του Champions League στο ίδιο γήπεδο που θα γίνει και ο φετινός τελικός, το «Allianz Arena» του Μονάχου.
Τον Ιούλιο του 2016, ο Αντόνιο Κόντε ανέλαβε για μια διετία τους Μπλε και κατέκτησε διαδοχικά πρωτάθλημα και Κύπελλο, με τον Μαουρίτσιο Σάρι να τον διαδέχεται και, παρότι έμεινε μόλις μια σεζόν, να… προλαβαίνει να κατακτήσει το Europa League, και, μάλιστα, με εμφατική τεσσάρα επί της συμπολίτισσας Αρσεναλ στον τελικό.
Ο έβδομος κρίκος στη μακρά και αναμφίβολα ξεχωριστά ιδιαίτερη αλυσίδα των Ιταλών τεχνικών στον πάγκο της Τσέλσι έγινε, τον περασμένο Ιούλιο, με έναν νεαρό (45 ετών), πλην όχι άπειρο προπονητή από το Ποντεκανιάνο Φαλάνο του Σαλέρνο.

Γιατί ο Εντσο Μαρέσκα δεν έχει μόνο είκοσι χρόνια ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στην πλάτη του, αγωνιζόμενος με επιτυχία σε Αγγλία, Ιταλία, Ελλάδα (τη σεζόν 2009-2010 φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού) και Ισπανία, αλλά και οκτώ χρόνια ως προπονητής σε διάφορες κατηγορίες και με διαφορετικές ιδιότητες.
Αρχικά ως συνεργάτης του Φούλβιο Φλορίν στην Ασκολι και, στη συνέχεια, στην ομάδα Νέων της Μάντσεστερ Σίτι, έχοντας άμεση συνεργασία με τον Πεπ Γκουαρδιόλα, από τον οποίο έμαθε πολλά και πολύτιμα για τη μετέπειτα καριέρα του σε υψηλό επίπεδο.
Κατέκτησε το πρωτάθλημα με τους μικρούς των «πολιτών», δοκίμασε ανεπιτυχώς να ανεβάσει την Πάρμα στη Serie A, επέστρεψε στη Σίτι ως εκ των βασικών πλέον συνεργατών του Γκουαρδιόλα και άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της Premier League επαναφέροντας τη Λέστερ στα «σαλόνια» του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Στα χρόνια της εκμάθησης, όμως, τα πολυτιμότερα μαθήματα τα έλαβε από έναν άνθρωπο που είχε προπονητή ως παίκτης στη Μάλαγα και ο οποίος του έδειξε εμπιστοσύνη για να τον πάρει στο τεχνικό του τιμ όταν ανέλαβε τη Γουέστ Χαμ.
Ο Μανουέλ Πελεγκρίνι, τον οποίο ο Εντσο αποκαλεί «προπονητικό πατέρα» του, ήταν στον απέναντι πάγκο το βράδυ της Τετάρτης (28/05), στον πρώτο μεγάλο τελικό στη σύντομη καριέρα του Ιταλού τεχνικού.
Η πρώτη του σεζόν στην Τσέλσι είχε σκαμπανεβάσματα λόγω και του νεαρού της ηλικίας πολλών ποδοσφαιριστών, αλλά το φινάλε ήταν αναμφίβολα γλυκό. Ο Μαρέσκα, ο οποίος την εποχή της αμφισβήτησης είχε ζητήσει από τους φιλάθλους της ομάδας «να με εμπιστευτούν, γιατί η ομάδα προοδεύει», ξέσπασε μετά την (πολύτιμη και για την οικονομία του συλλόγου) εξασφάλιση της συμμετοχής στο Champions League της επόμενης περιόδου.
«Πώς το λέτε στα αγγλικά; Να πάνε να γαμ@@@@» ήταν το μήνυμα προς τους αμφισβητίες του, παρουσία των δημοσιογράφων στη συνέντευξη Τύπου, αλλά και ενός εκ των τεσσάρων παιδιών που έχει αποκτήσει με τη Μαρία Χεσούς, την οποία γνώρισε όταν έπαιζε στη Σεβίλλη.
Με την ομάδα της πρωτεύουσας της Ανδαλουσίας, τη διετία 2005-2007, κατέκτησε τα μοναδικά ευρωπαϊκά τρόπαια της καριέρας του ως ποδοσφαιριστής, δύο Κύπελλα UEFA, όντας μάλιστα δις σκόρερ στον πρώτο από τους δύο σερί τελικούς, στο θριαμβευτικό 4-0 επί της αγγλικής Μίντλεσμπρο.
Και, στο τιμόνι μιας άλλης αγγλικής ομάδας και κόντρα σε ομάδα της Σεβίλλης (Μπέτις), έμελλε να κατακτήσει το πρώτο ευρωπαϊκό τρόπαιο της προπονητικής του καριέρας, το Europa Conference League, απέναντι μάλιστα στον δάσκαλό του.
«Μακάρι αυτός ο τίτλος να αποτελέσει την απαρχή για κάτι ακόμα πιο σημαντικό στην ομάδα», ευχήθηκε μετά το εμφατικό 4-1 επί της Μπέτις στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, όπου η Τσέλσι πήρε τη σκυτάλη του τίτλου από τον Ολυμπιακό, με πρεσβευτή μάλιστα στον τελικό τον Μίχαλ Ζεβλάκοφ, άλλοτε συμπαίκτη του Μαρέσκα στους «ερυθρόλευκους».
Αυτός είναι ο πρώτος τίτλος της Τσέλσι από το Μουντιάλ Συλλόγων τον Φεβρουάριο του 2022, αλλά και ο πρώτος στη «μετα-Αμπράμοβιτς» εποχή και με επικεφαλής τον Αμερικανό μεγιστάνα Τοντ Μπόελι και το fund που έχει επενδύσει πάνω από ένα δισ. ευρώ σε μεταγραφές.
Φαίνεται πως αυτή η απίθανη επένδυση, η οποία συνεχίζεται συστηματικά με την απόκτηση των κορυφαίων ταλέντων ανά την υφήλιο, αρχίζει να αποδίδει καρπούς, με προπονητή μάλιστα που δεν έχει την εμπειρία και το βιογραφικό των Τόμας Τούχελ και Μαουρίσιο Ποτσετίνο, οι οποίοι προηγήθηκαν του Μαρέσκα.
Στον τελικό, ο Ιταλός έχασε την παρτίδα στο πρώτο ημίχρονο, στο οποίο η Μπέτις προηγήθηκε νωρίς στο σκορ και κυριάρχησε, αλλά στο δεύτερο είχε το καθαρό μυαλό να διορθώσει τα λάθη του και, εκμεταλλευόμενος και την εξαιρετική φυσική κατάσταση της ομάδας του, πήρε το τρόπαιο με τέσσερα γκολ μέσα σε σκάρτα 25 λεπτά.
Ο ισπανικές ομάδες είχαν 24 χρόνια και 27 διαδοχικούς τελικούς να χάσουν από μη ισπανική ομάδα (!), ανεξαρτήτως αν επρόκειτο για συλλόγους ή για την εθνική ομάδα των Ανδρών.
Ο Μαρέσκα έσπασε αυτό το «κατεστημένο» και άφησε υποσχέσεις ότι ακόμα ένας σπουδαίος Ιταλός προπονητής γεννιέται, μαθαίνοντας από τους κορυφαίους, αφού στην καριέρα του συνεργάστηκε και με Μαρτσέλο Λίπι και Κάρλο Αντσελότι, εκτός από τους Γκουαρδιόλα και Πελεγκρίνι.
«Ο Μανουέλ Πελεγκρίνι με συμβούλευσε να γίνω προπονητής όταν κρεμάσω τα παπούτσια μου», θυμάται ο Εντσο, ο οποίος ερωτεύτηκε τον τρόπο παιχνιδιού της Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα και προσπαθεί οι ομάδες του να παίζουν με αυτόν τον τρόπο. Γρήγορη κυκλοφορία της μπάλας, πίεση ψηλά και άμεση ανάκτηση αυτής μετά από απώλεια.
Η Τσέλσι του δεν παίζει ακόμα όπως ο ίδιος ονειρεύεται, αλλά με τις επιτυχίες της πρώτης σεζόν κέρδισε τον χρόνο που αναμφίβολα δικαιούται για να αφήσει τη σφραγίδα του. Και, ποιος ξέρει, ίσως γίνει ο πιο πετυχημένος Ιταλός μεταξύ των επτά συνολικά που κάθισαν στην άκρη του μπλε πάγκου από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 μέχρι και σήμερα.
