Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους τερματοφύλακες της γενιάς του στην Ισπανία. Εκανε ντεμπούτο μόλις στα 18 του χρόνια, πολύ νωρίς για γκολκίπερ και ειδικά τη δεκαετία του ’60, ενώ υπερασπίστηκε την εστία δύο εκ των τεσσάρων μεγαλύτερων ομάδων της χώρας (μαζί με Ρεάλ Μαδρίτης, Αθλέτικ Μπιλμπάο), των Μπαρτσελόνα και Ατλέτικο Μαδρίτης.
Για πάνω από 50 χρόνια, μάλιστα, κατείχε το ρεκόρ του πορτιέρο που χρειάστηκε λιγότερα παιχνίδια για να φτάσει τα εκατό με απαραβίαστη εστία στη La Liga (222), μέχρι που του το έσπασε ο Γιάν Ομπλακ, το 2020, με την Ατλέτικο (μόλις 182).
Ο Μιγκέλ Ρέινα Σάντος, όμως, είχε την ατυχία να βγει ως «το θύμα» στη φωτογραφία, από κάθε οπτική γωνία, του πιθανότατα κορυφαίου γκολ στη μυθική καριέρα του Γιόχαν Κρόιφ. Τρεις ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 1973, ο «ιπτάμενος Ολλανδός» επιβεβαίωσε το παρατσούκλι του και σημείωσε ένα γκολ το οποίο, σε περίπτωση που υπήρχαν τότε τα social media, θα γινόταν viral μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.
«Καμπ Νόου» της Βαρκελώνης, η Μπαρτσελόνα υποδέχεται την Ατλέτικο, το ματς δεν έχει γκολ και οδεύει προς 0-0 στην ανάπαυλα. Ο Κρόιφ, όμως, είχε διαφορετική άποψη. Στο 43’ και ύστερα από σέντρα του Κάρλες Ρεσάκ, φίλου, συμπαίκτη και μετέπειτα στενού συνεργάτη στη μεγάλη Μπάρτσα της δεκαετίας του ’90, ο Γιόχαν πηδάει στον αέρα και με ένα ακροβατικό πλασέ στο δεύτερο δοκάρι με το εξωτερικό του δεξιού ποδιού αιφνιδιάζει τον Ρέινα και πετυχαίνει ένα γκολ-όνειρο.
«Αυτό το γκολ θα συζητιέται για καιρό», έγραφε ο δημοσιογράφος Σελεστί Μαρτί Φαρέρας στην εφημερίδα «Mundo Deportivo» της Βαρκελώνης. Και πράγματι, 52 χρόνια αργότερα, το γκολ-ποίημα του Κρόιφ συζητιέται ακόμη.
«Πίστευα ότι η μπάλα θα βγει άουτ. Αλλά, ξαφνικά, βλέπω έναν τύπο να ίπταται και ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ. Ηταν απίστευτο. Χάρη σε εκείνον, ακόμη με θυμούνται», λέει σήμερα, στα 79 του, ο Ανδαλουσιανός παλαίμαχος τερματοφύλακας και παραδέχεται ότι «ήταν ένα από τα πιο ωραία γκολ που μου έχουν βάλει».
Ο Ρέινα, βεβαίως, αδικεί τον εαυτό του, γιατί ο κόσμος δεν τον θυμάται μόνο γι’ αυτό, αλλά και για την πολύ καλή καριέρα του και, κυρίως, γιατί μετέδωσε τα γονίδια της μπάλας στον γιο του Χοσέ Μανουέλ, Πέπε για τους φίλους, ο οποίος έκανε ακόμη πιο σπουδαία σταδιοδρομία από τον μπαμπά και αποφάσισε, σε ηλικία 42 ετών, να κρεμάσει τα γάντια του.
«Το περασμένο καλοκαίρι πέρασα δύσκολες στιγμές γιατί δεν έβρισκα ένα πρότζεκτ που να με ενθουσιάζει μέχρι αργά μέσα στο καλοκαίρι. Είχα αυτό το αγκάθι, γιατί είχα πράγματα να προσφέρω, αλλά τώρα νιώθω άδειος. Στο ποδόσφαιρο, από αυτή τη θέση, δεν μπορώ να προσφέρω άλλα», ανέφερε στην αποχαιρετιστήρια ανάρτησή του ο 42χρονος πλέον Πέπε, ο οποίος φεύγει από τα γήπεδα πλήρης (ποδοσφαιρικών) ημερών, αλλά και αποφασισμένος να παραμείνει σε αυτά με την ιδιότητα του προπονητή.
Από εμπειρίες σε υψηλό επίπεδο, άλλωστε, άλλο τίποτα! Σε μια επαγγελματική καριέρα που άγγιξε τα 25 χρόνια, ο γεννημένος στη Μαδρίτη Πέπε, όταν ο μπαμπάς Μιγκέλ έπαιζε στην Ατλέτικο, μεγάλωσε στα τμήματα υποδομής της Μπαρτσελόνα, κάνοντας ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα σε ηλικία 18 ετών, την ίδια στην οποία έκανε πρεμιέρα ο πατέρας του.
Στην Μπάρτσα δεν έγραψε τα χιλιόμετρα που ήθελε, επισκιασμένος από τον Βίκτορ Βαλδές, αλλά πρόλαβε να παίξει σε «Clasico» με αντίπαλο τη Ρεάλ Μαδρίτης, βιώνοντας μάλιστα μια δυσάρεστη εμπειρία στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου», όταν ένας οπαδός μπόρεσε να μπει στον περιβάλλοντα χώρο του αγωνιστικού χώρου και να του δώσει δύο γροθιές στην πλάτη (!), ευτυχώς χωρίς να τον τραυματίσει.
Ακόμη και τότε, ο Ρέινα δεν έχασε το μοναδικό του χιούμορ, το οποίο μετέφερε, μαζί με τις αρετές του ως γκολκίπερ, σε όσες ομάδες αγωνίστηκε. Στη Βιγιαρεάλ «έφτιαξε» το όνομά του, στη Λίβερπουλ κόντεψε να κλείσει δεκαετία (με ένα διάλειμμα ενός έτους ως δανεικός στη Νάπολι), ενώ υπερασπίστηκε ακόμη τις εστίες των Μπάγερν Μονάχου, Μίλαν, Αστον Βίλα και Κόμο.
Στην τελευταία συνεργάστηκε με τον καλό του φίλο Σεσκ Φάμπρεγας, άλλοτε συμπαίκτη του στην κορυφαία Εθνική Ισπανίας, της οποίας ο Ρέινα αποτέλεσε περήφανο μέλος, έστω και αν δεν ήταν ποτέ η πρώτη επιλογή, αφού υπήρχε ο αρχηγός και κορυφαίος γκολκίπερ Ικερ Κασίγιας.
Ο Πέπε, όμως, ήταν κομβικός στην επιτυχία της ομάδας, αφού βοηθούσε στο καλό κλίμα στ’ αποδυτήρια, συμβούλευε τους νεότερους και όλοι οι προπονητές που συνεργάστηκαν μαζί του τον ήθελαν στην ομάδα τους.
Δύο φορές πρωταθλητής Ευρώπης (2008, 2012) και μία πρωταθλητής Κόσμου (2010), έκλεβε την παράσταση με τα σόου τα οποία… έστηνε στις γιορτές που ακολουθούσαν τις ιστορικές επιτυχίες μιας ομάδας γεμάτης σπουδαίους ποδοσφαιριστές και νυν καθιερωμένους ή πολλά υποσχόμενους προπονητές, όπως ο Τσάμπι Αλόνσο, ο Τσάβι ή ο Φάμπρεγας.
Και αν σε εθνικό επίπεδο κατέκτησε τα πάντα, σε συλλογικό γεύτηκε τη χαρά του πρωταθλητή με την Μπάγερν στη Γερμανία και του κυπελλούχου με τη Λίβερπουλ στην Αγγλία και τη Νάπολι στην Ιταλία.
Μοναδικό του απωθημένο, ο τίτλος του πρωταθλητή Ευρώπης σε συλλογικό επίπεδο. Σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από «Το θαύμα της Πόλης», ήτοι την κατάκτηση του Champions League από τη Λίβερπουλ κόντρα στη Μίλαν επί τουρκικού εδάφους, σε ένα ματς όπου οι Κόκκινοι έχαναν 3-0 στο πρώτο 45λεπτο, ισοφάρισαν με τρία γκολ μέσα σε έξι λεπτά και κατέκτησαν την κούπα στα πέναλτι.
Ο Ρέινα προσγειώθηκε στο «Ανφιλντ» μόλις λίγες εβδομάδες μετά από εκείνη την ιστορική επιτυχία, αλλά δύο χρόνια αργότερα είχε την ευκαιρία να σηκώσει και εκείνος την κούπα με τα μεγάλα αυτιά. Η Μίλαν, όμως, με δύο γκολ του Φίλιπο Ιντσάγκι πήρε τη ρεβάνς και στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης. Και το έκανε στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας και σε μια χώρα που έχει ξεχωριστή σημασία για τον Πέπε και την οικογένειά του.
Το πρώτο παιδί από τα πέντε της οικογένειας που έχει δημιουργήσει με τον παιδικό του έρωτα, τη Γιολάντα, ακούει στο όνομα Γκρέθια, ήτοι Ελλάδα στα ισπανικά! Στον μήνα του μέλιτος στη Δομινικανή Δημοκρατία, το ζευγάρι άκουσε μια μητέρα να φωνάζει την κόρη της με αυτό το όνομα και του άρεσε τόσο πολύ, που αποφάσισε να το δώσει στο πρώτο του κορίτσι.
Ακολούθησαν Αλμα, Λούκα, Τιάγκο και Σίρα, για μια πολυμελή και ευτυχισμένη οικογένεια, με πάτερ φαμίλια έναν από τους πιο σταθερούς τερματοφύλακες των τελευταίων είκοσι ετών στα ευρωπαϊκά γήπεδα, ο οποίος πιτσιρικάς είχε μια δυσάρεστη περιπέτεια με μια κυψέλη γεμάτη σφήκες και έκτοτε μπορεί να αρχίσει να τρέχει, αν δει μια σφήκα να πετάει γύρω του.
Ποτέ, όμως, δεν φοβήθηκε τις ευθύνες μέσα και έξω από το γήπεδο, είτε ως… τελευταίο σύνορο της ομάδας του, είτε ως στήριγμα της γυναίκας του, έστω και αν σε μια από τις γέννες της παρευρέθη…. μεθυσμένος (!), αφού τα νερά της Γιολάντα έσπασαν ενώ ο Πέπε είχε βγει έξω για φαγητό (και… ποτό προφανώς) με τους συμπαίκτες του στην Μπάγερν Μονάχου.
Εκεί όπου συνεργάστηκε με τον Πεπ Γκουαρδιόλα, ένα από τα σημεία αναφοράς για τη νέα καριέρα του, μαζί με τον Ράφα Μπενίτεθ, τον αείμνηστο Λουίς Αραγονές ή τον Βιθέντε Ντελ Μπόσκε. Δάσκαλοι που του δείχνουν τον δρόμο για να πετύχει και ως προπονητής, προκειμένου να κάνει διπλά περήφανο τον μπαμπά Μιγκέλ.
