Το 2003 ο Βρετανός σκηνοθέτης Μάικ Φίγκις (Leaving Las Vegas) σκηνοθέτησε ένα από τα επτά επεισόδια που προβλήθηκαν εκείνη τη χρονιά και αφορούσαν τα blues, υπό τον γενικό τίτλο “The Blues”. Ανάμεσα στους σκηνοθέτες που ανέλαβαν αυτό το πολύ ενδιαφέρον πρότζεκτ, να φωτίσουν δηλαδή μια διαφορετική πλευρά της ιστορίας των blues, ήταν ο Βίμ Βέντερς, ο Κλιντ Ιστγουντ και ο Μάρτιν Σκορτσέζε που είχε και τη γενική εποπτεία της παραγωγής. Λάτρεις της μουσικής όλοι τους με έναν τεράστιο σεβασμό στη μαύρη μουσική, εραστές αυτού του ήχου και ό,τι αυτός παράγει και κουβαλάει.
Ο Μάικ Φίγκις κατέγραψε στα 90 λεπτά του “Red, White and Blues”, την έκρηξη των blues στην Αγγλία του ’60 και την επίδραση που είχαν στους νέους Βρετανούς μουσικούς της εποχής. Στο ντοκιμαντέρ αυτό μιλούν ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα: ο Τζον Μέιγιολ, ο Ερικ Κλάπτον, ο Στίβ Γουίνγουντ αλλά και παλιότεροι οπως ο Ντόνι Λόνεγκαν. Ομως τα χαϊλάιτ είναι οι ζωντανές ηχογραφήσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων το 2002 στα στούντιο Abbey Road. Βαν Μόρισον, Λούλου, Τζεφ Μπεκ και Τομ Τζόουνς ερμηνεύουν ζωντανά ορισμένα από τα αγαπημένα τους blues τραγούδια. Μεγάλη έκπληξη για πάρα πολλούς εκείνη την εποχή αποτέλεσε η αγάπη που δείχνει για τα blues ο Τομ Τζόουνς.
Ο Ουαλός τραγουδιστής και ο Τζεφ Μπεκ δίπλα του στην κιθάρα δίνουν ρεσιτάλ. Οποιος είχε και έχει μια επιφανειακή σχέση με την καριέρα του Τομ Τζόουνς δεν γνωρίζει την αληθινή καταγωγή και ποιότητα της φωνής του που ανήκει στα blues. Πολλοί από μας γνωρίζουμε τον Τομ Τζόουνς μόνον μέσα από τις μεγάλες του επιτυχίες και την υστερία που προκαλούσε στο γυναικείο του κοινό τη δεκαετία του ’60 και του ’70 –ξεκίνησαν να του πετούν τα εσώρουχά τους το 1968 στο νάιτκλαμπ Copacabana της Nέας Υόρκης και αργότερα έγινε μεγάλο πρόβλημα για τον ίδιο.
Είναι επίσης γνωστό πως έμεινε πάρα πολλά χρόνια «τρόφιμος» στο Λας Βέγκας και στη δεκαετία του ’80 έχασε την επαφή με το καλό ρεπερτόριο. Αγνωστη, όμως, στο ευρύτερο κοινό παραμένει η διαδρομή του που είναι μοναδική. Ακούστε για παράδειγμα την ερμηνεία του στο περίφημο “She’s A Lady” και συγκρίνετέ τη με αυτήν του Πολ Ανκα. Ακούστε την ηχογράφηση του “I Who Have Nothing” του 1970 και συγκρίνετέ τη με την ερμηνεία στο ίδιο τραγούδι του Μπεν Ι. Κινγκ.
Η βαρύτονη φωνή του Τζόουνς που καλύπτει τρεις οκτάβες, μοιάζει με φεστιβάλ τεστοστερόνης στο οποίο τα γυναικεία αυτιά δεν μπορούν να αντισταθούν. Στις ηχογραφήσεις η φωνή του απλώνεται προς όλες τις κατευθύνσεις γεμίζοντας και καλύπτοντας όλο τον χώρο του τραγουδιού με αποτέλεσμα τα όργανα να ψάχνουν να βρουν χώρο να αναπνεύσουν. Θα μπορούσε να είναι η μεγαλύτερη rhythm n’ blues φωνή της Mεγάλης Bρετανίας. Μην ξεχνάμε ότι ήταν ο αγαπημένος τραγουδιστής του Ελβις Πρίσλεϊ και ένας από τους ελάχιστους φίλους που είχε ο βασιλιάς κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής του. Από τις αρχές του 2000 πολλοί ήταν αυτοί που θέλησαν να επανατοποθετήσουν τον Τομ Τζόουνς στον χάρτη της μουσικής. Ενας απ’ αυτούς είναι ο σκηνοθέτης ο Μάικ Φίγκις. Επιπλέον, ένας που το έκανε ακόμη καλύτερα είναι ο παρουσιαστής της μακροβιότερης μουσικής εκπομπής του BBC, ο Τζουλς Χόλαντ. Ο παραγωγός Ιθαν Τζονς ήταν αυτός που έβγαλε τον Τομ Τζόουνς από το Λας Βέγκας και επέμεινε με τα τρία άλμπουμ που έκαναν μαζί ότι πρέπει να έχει την αντιμετώπιση που έχουν πολύ μεγάλοι καλλιτέχνες. Ακούω τον στίχο “I was born with the gift of a golden voice” από το τραγούδι του Λέοναρντ Κοέν, “Tower Of Song”. Oταν το ερμηνεύει ο Κοέν, καταλαβαίνεις ότι κλείνει το μάτι στον εαυτό του την ώρα που κοιτάει τον καθρέφτη. Στον Τζόουνς ταιριάζει γάντι.
Πώς ηχογράφησε τη μεγαλύτερή του επιτυχία
«Επρεπε να παρακαλέσω τον Γκόρντον Μιλς να με αφήσει να τραγουδήσω εγώ το τραγούδι αυτό, γιατί ήξερα από την πρώτη στιγμή που το άκουσα ότι θα ήταν το ένα, το σωστό τραγούδι. Το τραγούδι με τη δύναμη να αλλάξει τα πάντα γύρω από τη ζωή μου» γράφει στην αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε το 2015 με τον τίτλο “Over The Top and Back: Tom Jones My autobiography”. Ηταν η στιγμή που άκουσε μια πρόχειρη ηχογράφηση του “It’s Not Unusual” που έμελλε να του αλλάξει τη ζωή.
Το ένστικτό του αποδείχθηκε αλάνθαστο. Το τραγούδι πήγε στο Νο1 στο Ηνωμένο Βασίλειο και τον έβαλε αμέσως στην αμερικανική αγορά, ιδιαίτερα μετά την εμφάνισή του στο The Ed Sullivan Show. Σύντομα έγινε δικός τους.
Το “It’s Not Unusual” αρχικά προοριζόταν για τη Σάντι Σο, μια πολύ διάσημη Βρετανίδα τραγουδίστρια της εποχής. Την εποχή εκείνη, το 1964, ο Τομ Τζόουνς αν και είχε τεράστια φωνή, παρέμενε ένας άγνωστος ερμηνευτής που τραγουδούσε με ένα μικρό συγκρότημα από την Ουαλία. Οταν άκουσε το ντέμο που είχε ηχογραφήσει η Σάντι, ηλεκτρίστηκε από περιέργεια και παρακάλεσε τον Γκόρντον Μιλς, μάνατζέρ του και έναν από τους συνθέτες του τραγουδιού, να του δώσει την ευκαιρία να το ηχογραφήσει κι αυτός. Ο μύθος λέει ότι σε μια παράξενη φάση γενναιοδωρίας, όταν η Σάντι Σο άκουσε τη δική του εκτέλεση, αποσύρθηκε από το τραγούδι και επέμεινε να το κυκλοφορήσουν με τη φωνή του. Στην ηχογράφηση του τραγουδιού, στο στούντιο της Decca στο Λονδίνο, συμμετείχε και ένας πολύ νέος και πολύ ταλαντούχος κιθαρίστας, ο Τζίμι Πέιτζ.
Η ενορχήστρωση των πνευστών βοήθησε πάρα πολύ τον Τζόουνς να δημιουργήσει τον ήχο που έγινε σήμα κατατεθέν του: ποπ, με σόουλ και rhythm n’ blues αναφορές. Το τραγούδι έγινε μεγάλη επιτυχία κυρίως επειδή υποστηρίχθηκε αρχικά από αρκετούς πειρατικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς όπως το Radio Caroline. Το 1965 ήταν η χρονιά του με πολύ μεγάλο δισκογραφικό συμβόλαιο και μια ολόδική του τηλεοπτική εκπομπή, το “This Is Tom Jones”. Το τραγούδι δεν έδωσε το έναυσμα μόνο για το ξεκίνημα της καριέρας του. Την εκτίναξε και την καθόρισε αναδεικνύοντας έναν παθιασμένο και εκρηκτικό Ουαλό, με μοναδικές ερμηνευτικές και φωνητικές δυνατότητες. Ανυπέρβλητος και δυνατός εκεί που πρέπει, ευαίσθητος και τρυφερός εκεί που το ζητάει το τραγούδι. Μια φωνή που δεν τραγουδάει τους στίχους, τους κατοικεί.
Blender Spotify list
Και μια λίστα με ελάχιστα προβλέψιμα τραγούδια, μια λίστα ως μικρό δείγμα μιας καριέρας που είχε τα πάντα.
