Κάθε χρόνο, στις 30 Απριλίου, η παγκόσμια μουσική κοινότητα γιορτάζει τη διεθνή ημέρα της τζαζ με μία μεγάλη συναυλία/γιορτή σε μια πόλη του κόσμου. Εκεί συγκεντρώνονται οι κορυφαίοι μουσικοί της τζαζ και δεκάδες πόλεις ανά τον κόσμο συμμετέχουν με τον τρόπο τους σε αυτή τη γιορτή. Πρόκειται για ένα συναρπαστικό μουσικό γεγονός που μπορεί να το παρακολουθήσει κάποιος ακόμα και μέσα από το streaming. Η τζαζ, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν υπήρξε ποτέ εμπορική μουσική, το αντίθετο μάλιστα. Είναι όμως η πιο δημιουργικά ελεύθερη και συναρπαστική μουσική και πολιτισμικό φαινόμενο του περασμένου αιώνα. Δεν είναι μόνο οι νότες, δεν είναι μόνο τα όργανα που χρησιμοποιούν οι μουσικοί. Είναι ταυτόχρονα οι άνθρωποι και οι χώροι στους οποίους παίχτηκε και παίζεται. Είναι ακόμα οι γειτονιές, οι πόλεις, το κοινωνικό και οικονομικό οικοδόμημα που χτίστηκε γύρω από αυτές.
Εχουν κυκλοφορήσει δεκάδες βιβλία που περιγράφουν το φαινόμενο της τζαζ τόσο μουσικά όσο και κοινωνικά. Μερικοί από τους σημαντικότερους μουσικούς εκπροσώπους του είδους έχουν γράψει την αυτοβιογραφία τους ή τα απομνημονεύματά τους.
Αυτές είναι οι τζαζ aυτοβιογραφίες που πρέπει οπωσδήποτε να έχεις διαβάσει.
1. Λούις Αρμστρονγκ: «Γεννήθηκα στη Νέα Ορλεάνη» (Εκδόσεις Index, μετάφραση Μαρία Καραγιαννοπούλου, σημείωμα Σάκης Παπαδημητρίου)
Ο Λούις Αρμστρονγκ δεν ήταν συγγραφέας, όμως αυτό είναι που κάνει το βιβλίο του μοναδικό και συναρπαστικό. Χρησιμοποιεί τη γλώσσα που μιλάει ο ίδιος στον δρόμο, με τους φίλους του, με τους συναδέλφους του μουσικούς, όπως μιλούσαν οι φτωχοί και λαϊκοί άνθρωποι στις αρχές του περασμένου αιώνα. Είναι σαν έχει ακουμπήσει στο πλάι του την τρομπέτα του, να έχει φορέσει το μεγάλο του χαμόγελο, να κρατάει ένα τσιγάρο στο χέρι και με την τόσο χαρακτηριστική φωνή του να αφηγείται την ιστορία του και τις αναμνήσεις του από τις απαρχές της γέννησης της τζαζ. Οση ώρα διαβάζεις το βιβλίο, έχεις την εντύπωση πως απευθύνεται με ζεστασιά, ανθρωπιά και πολύ χιούμορ. Ο,τι δηλαδή χαρακτήριζε τον ίδιο και τη ζωή του. Η γλώσσα του έχει ρυθμό, στίξη και μοιάζει αρκετές φορές με παρτιτούρα μουσικής. Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο που κυκλοφόρησε ο Αρμστρονγκ το 1954 (είχε προηγηθεί το 1936 το “Swing that Music”) και καλύπτει τις δύο πρώτες δεκαετίες της ζωής του από τη γέννησή του το 1901 μέχρι και τη στιγμή που αναχωρεί από τη Νέα Ορλεάνη για το Σικάγο στις αρχές της δεκαετίας του ’20. Μια αναχώρηση που θα είναι η αρχή μιας τεράστιας και σημαντικής διεθνούς καριέρας. Με μεγάλη τρυφερότητα μιλάει για το τι σήμαινε να μεγαλώνει κανείς στη φτώχεια της Νέας Ορλεάνης των αρχών του περασμένου αιώνα αλλά και την ψυχική δύναμη που χρειάστηκε για να τα καταφέρει. Αναφέρεται στις μουσικές του επιρροές, στο πνεύμα της πόλης και κυρίως στις αντίξοες συνθήκες που σφυρηλάτησαν τον χαρακτήρα του. Το βιβλίο αυτό είναι ένα ντοκουμέντο της τζαζ.
2. Μπίλι Χόλιντεϊ: «Η κυρία τραγουδάει τα μπλουζ» (Εκδόσεις Αγρα, μετάφραση Ιουλία Ραλλίδη)
Σε αντίθεση με τον Λουίς Αρμστρονγκ, η Μπίλι Χόλιντεϊ δεν έγραψε η ίδια την αυτοβιογραφία της αλλά αφηγήθηκε τη ζωή της στον Γουίλιαμ Ντάφτι ο οποίος τη μετέτρεψε σε ένα αφήγημα σε πρώτο πρόσωπο. Και σε αντίθεση επίσης με τη ζεστασιά και το χιούμορ που εκπέμπει η αυτοβιογραφία του Λουίς Αρμστρονγκ, το «Η κυρία τραγουδάει τα μπλουζ» που κυκλοφόρησε το 1954 είναι μια ωμή, τραχιά και θαρραλέα αφήγηση της ζωής μιας από τις πιο μεγάλες ερμηνεύτριες της τζαζ και μιας από τις πιο ταλαιπωρημένες ψυχές στον κόσμο της μουσικής. Αλλωστε στις μόλις δύο πρώτες προτάσεις του βιβλίου καταλαβαίνεις τι σε περιμένει: «Η μαμά και ο μπαμπάς ήταν ακόμα παιδιά όταν παντρευτήκανε. Αυτός ήταν 18 χρόνων, εκείνη 16 και εγώ 3». Με ειλικρίνεια πρωτόγνωρη για την εποχή, κάποιος θα έλεγε ακόμη και για σήμερα, η Χόλιντεϊ αφηγείται την τραυματική της παιδική ηλικία και τη φτώχεια της οικογένειάς της, τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη ως μικρό παιδί και την ανατροφή της μέσα στα πορνεία της εποχής. Θυμάται επίσης το γεγονός ότι ξεκίνησε τραγουδώντας στους δρόμους. Με ωμή γλώσσα μιλάει για την εξάρτησή της από τα ναρκωτικά, τον χρόνο που πέρασε στη φυλακή αλλά και τον μεγάλο της αγώνα ενάντια στον ρατσισμό που τον πλήρωσε πολύ ακριβά. Αναφέρεται στους έρωτες που έζησε, με πολλούς απ’ αυτούς να έχουν –και πάλι– κακοποιητικό χαρακτήρα. Ολα όσα της συνέβησαν την οδηγούν να αφηγείται τα γεγονότα με μια γυμνή φωνή και δέος. Ταυτόχρονα, όμως έχει λόγο διεκδικητικό και συγκρουσιακό. Ο πόνος που αναδύεται από την αυτοβιογραφία της δεν κρύβει γλυκιά νοσταλγία και ρομαντισμό. Η μετάφραση της Ιουλίας Ραλλίδη είναι κορυφαία. Μεταφέρει όλο το κλίμα του πρωτότυπου και πρέπει να διδάσκεται σε σεμινάρια σε όλες τις σχολές μετάφρασης.
3. Τσαρλς Μίνγκους: «Χειρότερα και από σκυλιά» (Εκδόσεις Εξάντας, Μετάφραση και πρόλογος Γιάννης Λειβαδάς)
Το «Χειρότερα και από Σκυλιά» είναι η πιο ασυνήθιστη αυτοβιογραφία και απ’ τις τέσσερις. Ο Τσαρλς Μίνγκους, «ο πιο οργισμένος μουσικός» όπως τον αποκαλούσαν πολλοί, και ο μοναδικός που απέλυσε από την ορχήστρα του ο Ντιουκ Ελινγκτον, ήταν μια πολύ ασυνήθιστη περίπτωση. Η αυτοβιογραφία του κυκλοφόρησε το 1971, όμως την έγραφε για τουλάχιστον 10 χρόνια και όταν την πήγε στον εκδότη του αριθμούσε 1.500 σελίδες. Η μοναδική περίπτωση να κυκλοφορήσει ήταν να «μαζευτεί» σε έκταση, όπως και έγινε. Το έργο ανατέθηκε στον συγγραφέα Νελ Κινγκ ο οποίος τις έκανε 300. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί θεωρούν ότι αυτή η αυτοβιογραφία έχει και στοιχεία μυθιστορήματος. Και πράγματι υπάρχουν στιγμές που το φανταστικό μπερδεύεται με τα γεγονότα. Και αυτό είναι και το μεγάλο ενδιαφέρον αυτής της αυτοβιογραφίας. Υπάρχουν στιγμές που θυμίζει εξομολόγηση, ενώ άλλοτε ο Μίνγκους παραληρεί σαν να έχει νυχτερινό πυρετό. Σε ορισμένα δε σημεία η ποιητική του μάτια και γραφή πλημμυρίζουν τις σελίδες του βιβλίου. Ο Μίνγκους χρησιμοποιεί το τρίτο ενικό πρόσωπο και μιλάει για την παιδική του ηλικία στο Λος Αντζελες, τη φυλετική του ταυτότητα και τη συνάντησή του με τους σπουδαίους της τζαζ εκείνης της εποχής. Αναφέρεται ακόμα στην περίοδο που μπήκε σε ψυχιατρείο και φυσικά δεν αφήνει τίποτα γύρω από το οποίο να μη σχολιάσει και φιλοσοφήσει. Αγαπημένα του θέματα η ζωή, η τέχνη, και οι φυλετικές διακρίσεις. Ισως η πιο σουρεαλιστική αυτοβιογραφία από τις τέσσερις.
4. Μάιλς Ντέιβις: «Μάιλς, αυτοβιογραφία» (Εκδόσεις Σέλας, μετάφραση Μαριλένα Μασσάρου, εισαγωγή Κώστας Γιαννουλόπουλος)
Η αυτοβιογραφία του Μάιλς κυκλοφόρησε το 1989 και την έγραψε ο ίδιος μαζί με τον δημοσιογράφο και ποιητή Κουίνσι Τρουπ όμως δεν υπάρχει ούτε μία στιγμή που να μην καταλαβαίνεις ότι αυτά είναι τα λόγια, η φωνή, ο ρυθμός και οι απόψεις του Μάιλς Ντέιβις αφιλτράριστα. Σε ένα πυκνογραμμένο βιβλίο που φτάνει τις 500 σελίδες, ο Μάιλς Ντέιβις καλύπτει τη ζωή του ανασύροντας από τη μνήμη του σπουδαίες λεπτομέρειες, από τα πρώτα του χρόνια στο ανατολικό Σεντ Λούις μέχρι την παρουσία του στο Τζιούλιαρντ. Μ’ αυτόν τον τρόπο σχολιάζει κάθε φάση της μουσικής του εξέλιξης. Από τις ημέρες του μπίμποπ με τον Τσάρλι Πάρκερ και τη γέννηση της κουλ τζαζ, μέχρι τις σπουδαίες περιόδους του “Kind Of Blue” και του “Bitches Brew”. Παράλληλα δεν αφήνει και τον εαυτό του από το κέντρο της ματιάς του και μιλάει για την εξάρτησή του και τον αγώνα του με την ηρωίνη. Μνημονεύει τις κόντρες του με τη μουσική βιομηχανία αλλά και φυσικά τον ρατσισμό που τον πλήγωνε όπου κι αν πήγαινε και όπου κι αν βρισκόταν. Σχολιάζει, ακόμα, τις ερωτικές του σχέσεις και την ενίοτε προβληματική συμπεριφορά του. Δεν κρατάει τίποτα και τίποτα δεν τον κρατάει από το να είναι ειλικρινής και άμεσος. Κάποιες φορές γίνεται απλά κακός και κάποιες άλλες χυδαίος αλλά πάντα συναρπαστικός. Μια μουσική ιδιοφυΐα η οποία αδιαφόρησε για τη γνώμη οποιουδήποτε και μας το έδειξε με όλους τους τρόπους.
Blender Spotify list
Το σημερινό Blender είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Γιώργου Χαρωνίτη, ενός από τους σημαντικότερους μουσικούς συντάκτες, εκδότη του περιοδικού jazz & τζαζ που έφυγε σε ηλικία 70 ετών. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Καλό ταξίδι Γιώργο.
