Ακόμη και για εκείνους που δεν ασπάζονται (ευτυχώς) τις «ταμπέλες», η φιγούρα του αποπνέει άμεσα μεγάλες αντιθέσεις. Η πρώτη ματιά αδυνατεί να κατανοήσει πώς αυτός ο τύπος με το ξυρισμένο κεφάλι –δίχως, πάντως, να τον ενοχλεί ότι είναι γεγονός ότι έχει χάσει τα μαλλιά του– και την παχιά και επιμελώς ατημέλητη γενειάδα μπορεί να μην «ασφυκτιά» σε ένα καλοσιδερωμένο κοστούμι και ένα ακόμη πιο στενό γιλέκο.
Μέχρι και το επώνυμό του δημιουργεί άλλους συνειρμούς.
Το «Cancellieri» στα ιταλικά μεταφράζεται και σε «καγκελάριος» αλλά και σε «δικαστικός υπάλληλος». Μονάχα που το άγριο βλέμμα του Μάσιμο Καντσελιέρι θα γίνει μάλλον πιο βλοσυρό αν του το πείτε. Η γραφειοκρατία είναι χειρότερος αντίπαλος ακόμα και από τον καλύτερο σκόρερ που έχει να αντιμετωπίσει η εκάστοτε ομάδα του.
Ο 52χρονος κόουτς ο οποίος κοντά στα μεσάνυχτα της Τετάρτης (2/4) οδήγησε τον ΠΑΟΚ στους (διπλούς) τελικούς του FIBA Europe Cup, είναι, όπως λένε στη Θεσσαλονίκη μέχρι και οι παίκτες του, ένας «ωραίος τρελός» που δεν πιστεύει στα παραμύθια, αλλά στη δουλειά και σε ένα τρόπον τινά «κάρμα». Παρ’ όλα αυτά ποτέ δεν θα απαιτήσει το κάθε διαφορετικό περιβάλλον εργασίας να ταιριάζει με τα δικά του γούστα, με τις δικές του παραξενιές.
PAOK WILL COMPETE FOR A EUROPEAN TROPHY FOR THE FIRST TIME SINCE 1996 ⚫⚪#FIBAEUROPECUP pic.twitter.com/Xfn8772xMS
— FIBA Europe Cup (@FIBAEuropeCup) April 2, 2025
Η νοσταλγία (που έλειπε) στην Πυλαία
Ο άνθρωπος τον οποίο εκτός γηπέδου θα αντικρίσετε με μία φαρδιά φόρμα ή ένα στενό τζιν βάζει τη δική του «σφραγίδα» στην ομάδα μπάσκετ του ΠΑΟΚ επειδή ακριβώς… δεν την επιβάλλει. Στην επίσημη παρουσίασή του, πριν από εννέα μήνες, μπροστά στα γεμάτα απορία, αμφιβολία και αμφισβήτηση βλέμματα των απαιτητικών οπαδών του «Δικέφαλου», δήλωσε ότι «με έφερε εδώ το πάθος που βγάζει η ομάδα. Υπάρχει ιστορία η οποία είναι μεγάλη αλλά κι εμείς πρέπει να γράψουμε τις καινούργιες σελίδες. Για μένα, αυτή η συνεργασία αποτελεί μια σπουδαία πρόκληση. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια ομάδα που θα έχει το DNA του συλλόγου. Με παίκτες οι οποίοι θα το βγάζουν προς τα έξω και θα ανταποκρίνονται σε αυτά που πρεσβεύει ο σύλλογος. Το πάθος είναι μια λέξη που ήδη χρησιμοποίησα, αλλά αυτή βγάζουν ο πρόεδρος, οι φίλαθλοι, το κλαμπ».
View this post on Instagram
Ασυνείδητα (ή μήπως όχι;), «χτύπησε» τη «φλέβα» της νοσταλγίας. Τις αναμνήσεις του Μπάνε Πρέλεβιτς, σχεδόν τρεις δεκαετίες πίσω. Τη «μάχη» μίας σπουδαίας ομάδας να φύγει στα τέλη της δεκαετίας του ’80 από τη «σκιά» του μεγάλου Αρη, του Νίκου Γκάλη και του Παναγιώτη Γιαννάκη. Την πρώτη «εκτόξευση», με την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων του 1991 και του Κυπέλλου Κόρατς του 1994. Την απέραντη απογοήτευση για τον τελικό της Ναντ με τη Ρεάλ Μαδρίτης, το 1992. Ως την «αιώνια» απορία για το πώς χάθηκε το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1993 στο Final Four του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας, όχι από τους σταρ της Μπενετόν Τρεβίζο, Τόνι Κούκοτς και Στέφανο Ρουσκόνι, αλλά από τους απρόσμενους «ήρωες» Ραγκάτσι και Ιακοπίνι, στον χαμένο ημιτελικό.
Ο ΠΑΟΚ ταξίδεψε στη Γαλλία για τον επαναληπτικό ημιτελικό του FIBA Europe Cup έχοντας ηττηθεί 89-88 στην Πυλαία. Η Σολέ, ομάδα με πολλαπλάσιο προϋπολογισμό και 2η στο γαλλικό πρωτάθλημα (ρεκόρ 17-6), ισόβαθμη με την Παρί και πίσω μόνο από τη Μονακό (17-5) του Βασίλη Σπανούλη, έμοιαζε αξεπέραστο εμπόδιο. Ο «Δικέφαλος» προηγήθηκε με 14π., έμεινε πίσω με 14π. στο 28΄, όμως έβγαλε το πάθος που είχε προαναγγείλει ο κόουτς Καντσελιέρι. Το 8ο (!) τρίποντο του Φρανκ Μπάρτλεϊ «έγραψε» το 81-80 στην εκπνοή και έστειλε το ματς στην παράταση. Η νοσταλγία δεν έλειψε ούτε από αυτό, θυμίζοντας το τρίποντο του Πέτζα Στογιάκοβιτς στον τρίτο ημιτελικό του ΣΕΦ με τον Ολυμπιακό, το 1998.
View this post on Instagram
Ο ΠΑΟΚ δεν νοσταλγεί, πλέον, μόνο. Αλλά μπορεί να ονειρεύεται ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο στους διπλούς τελικούς (16 και 23/4) με την ισπανική Μπιλμπάο.
View this post on Instagram
Ενας… ροκάς της φιλολογίας!
Ο Μάσιμο Καντσελιέρι γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1972 στο Τέραμο της Ιταλίας, που βρίσκεται στην περιφέρεια Αμπρούτσο, ανάμεσα στα Απέννινα Ορη και την Αδριατική Θάλασσας και απέχει 150 χιλιόμετρα από τη Ρώμη. Η Ρώμη θα «σημάδευε» τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής του. Εκεί σπούδασε κλασική φιλολογία, με όνειρα για ακαδημαϊκή καριέρα, εκεί έκανε τελικά και τα πρώτα προπονητικά βήματά του, το 1994 στις ακαδημίες και στην ομάδα γυναικών της Σαν Ραφαέλε, στην ιταλική πρωτεύουσα.
Η βιβλιοθήκη του ήταν πάντοτε γεμάτη από βιβλία που μόνο σκονισμένα δεν ήταν, αφού πολλά τα διάβαζε και τα ξαναδιάβαζε. Η δισκοθήκη του γεμίζει ακόμη με δίσκους της ανεξάρτητης ροκ σκηνής. Η λεγόμενη «Indie Rock» προωθεί ήχους που δεν είναι συμβατικοί και δεν πλησιάζουν το εμπορικό στοιχείο. Αυτή η αντισυμβατικότητα έγινε, θαρρεί κανείς, η δική του «τέχνη», στο μπάσκετ. Εχοντας αντιληφθεί ότι ως παίκτης δεν θα είχε μπόλικες ευκαιρίες να παίξει σε υψηλό επίπεδο, αφοσιώθηκε στους πάγκους και το 2000 επέτρεψε στη γενέτειρά του για να αναλάβει την τοπική ομάδα, την οποία το 2004, τελευταία σεζόν του, ανέβασε στη LegaA!
Για σχεδόν μία δεκαετία δούλεψε στις Μοντεκατίνι –όπου είχε παίκτη τον αγαπημένο της εξέδρας του Αρη, Μάριο Μπόνι–, Μπιέλα, Βερόλι (στη θέση του Αντρέα Τρικιέρι) και το 2013 βρέθηκε στο Μιλάνο, ως βοηθός του μετέπειτα προπονητή και της ΑΕΚ (και νυν της Εφές), Λούκα Μπάνκι.
Η θέση του ασίσταντ στην Ευρωλίγκα τού έμαθε πολλά, όμως ο Καντσελιέρι ήταν σαν «τη μύγα στο γάλα» στην ιταλική μεγαλούπολη. Αφενός διότι αν και άνθρωπος εξωστρεφής και της δράσης, κλεινόταν για ώρες σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και ανέλυε κάθε αντίπαλο στο βίντεο. Αφετέρου, στην πόλη της μόδας και των «ατσαλάκωτων», ο τότε 40+ Μάσιμο λάτρευε να φορά ροκ ρούχα, να κυκλοφορεί με ποδήλατο και να αποφεύγει τα ακριβά εστιατόρια. Ξόδευε τον λιγοστό ελεύθερο χρόνο του σε μουσεία, συναυλίες και βιβλιοθήκες και το καλοκαίρι… έμενε στο Μιλάνο, ώστε να εξερευνήσει τις συνοικίες και τα προάστιά του.
Ο «υποβιβασμός» και η Γαλλία
Το καλοκαίρι του 2019 πήρε την απόφαση που άλλαξε την προπονητική ζωή του, αλλά ποτέ τη στάση του για τη ζωή. Αντί να συνεχίσει στο «λαμπερό» προπονητικό τιμ της Αρμάνι Μιλάνο στο οποίο εκτός του Μπάνκι έδινε αναφορά και στους Γιασμίν Ρέπεσα και Σιμόνε Πιανιτζιάνι, επέλεξε να αποχωρήσει όταν προσλήφθηκε ο Ετορε Μεσίνα, ώστε να γίνει χεντ κόουτς στη Ραβένα, ομάδα Α2 Ιταλίας. Εμεινε στον πάγκο της δύο σεζόν και το 2021 αποδέχθηκε την πρόταση της ιστορικής Λιμόζ και ξενιτεύτηκε για πρώτη φορά, στη Γαλλία. Την πρώτη χρονιά οι «λιμουζό» τερμάτισαν 4οι, όμως την επόμενη η μείωση του μπάτζετ έφερε την πρωταθλήτρια Ευρώπης του 1993 στο χείλος του υποβιβασμού.
Το 2023 μετακόμισε στο Στρασβούργο, με το οποίο έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας και στους «16» του Basketball Champions League, πριν πει «ναι» στον ΠΑΟΚ το περασμένο καλοκαίρι. Ο «Δικέφαλος» αποκλείστηκε μεν στα προκριματικά του BCL, «υποβιβάστηκε» στο FIBA Europe Cup, όμως έφτασε σε σημείο να διεκδικεί το τρίτο ευρωπαϊκό τρόπαιό του.
Σε μία πρόσφατη συνέντευξή του σε ιταλικό ραδιόφωνο, τόνισε πως «ο ΠΑΟΚ έχει εκπληκτική παράδοση και είναι σαν θρησκεία. Κάτι παραπάνω από μια ομάδα. Είναι στην καρδιά των οπαδών του». Λατρεύει από έφηβος τον ελληνικό πολιτισμό, έχει πει ότι όπως έμαθε άμεσα γαλλικά θα μάθει και ελληνικά και έχει μπει στο πετσί της πόλης, καθώς όταν μετά την πρόκριση στον προημιτελικό Κυπέλλου επί της ΑΕΚ είχε ρωτηθεί για τον ημιτελικό με τον Ολυμπιακό, είχε αποκριθεί πως «κανένας αγώνας δεν είναι διασκέδαση. Οποιος θέλει να διασκεδάσει, να πάει στη Χαλκιδική».
Ο Μάσιμο Καντσελιέρι δεν ζητά να ταιριάξει με το ζόρι. Στην επιλογή ομάδας και παικτών επικεντρώνεται στην «κοινή σελίδα», στην αυταπάρνηση, τη «χημεία» και το κοινό κίνητρο. Ο «magro» (= «κοκαλιάρης»), όπως τον έλεγαν στην πατρίδα του όταν ήταν μικρός, δεν φοβήθηκε να πάρει στις πλάτες του τα όνειρα και τη νοσταλγία μίας ομάδας. Και δεν λέει να τα αφήσει κάτω.
