Σε μια συνήθως φιλήσυχη πόλη όπως το Ρότερνταμ, είναι από τις ειδήσεις που γίνονται πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες και πρώτο θέμα στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων: Ο Μποκίτο, ένας γορίλας 200 κιλών, το έσκασε από το κλουβί του στο ζωολογικό κήπο και επιτέθηκε σε έναν επισκέπτη, μέχρι να καταφέρουν να τον περιορίσουν.
Το συμβάν έλαβε χώρα τον Μάιο του 2007 και, στο εστιατόριο του ζωολογικού κήπου, η Μέρελ Μπόσχααρτ καθόταν μαζί με τη μικρή της κόρη Εσρα, όταν διαπίστωσε με τρόμο ότι ο Μποκίτο έσπασε την πόρτα και εισέβαλε στο μαγαζί.
Πανικόβλητη, όπως ήταν φυσικό, το πρώτο που έκανε ήταν να καλέσει στο τηλέφωνο τον σύζυγό της. Αυτός, όμως, ήταν στα γυρίσματα ενός επεισοδίου του τηλεοπτικού διαγωνισμού «Θέλεις να γίνεις ποπ σταρ», όπου έπαιρνε μέρος ένας φίλος του, και είχε απενεργοποιημένο το κινητό.
«Δεν ξέρω τι θα έκανα αν ήμουν εκεί. Πιθανόν να είχα επιτεθεί στον γορίλα, αν και δεν νομίζω ότι θα είχα καμία τύχη απέναντί του», εξηγεί ο Πάσκαλ Μπόσχααρτ για την περιπέτεια της συζύγου και της κόρης τους, η οποία είχε ευτυχή κατάληξη και πλέον τη θυμούνται μέχρι και με χαμόγελα.
Η ατάκα του περί επίθεσης στον γορίλα δεν είναι διόλου υπερβολική, γιατί ακριβώς αυτή τη λογική είχε όσο ήταν ποδοσφαιριστής ο Μπόσχααρτ: Γερά, δυνατά και όπου βγει, ακόμα και αν αυτό επιφέρει τιμωρία με κάρτα ή τραυματισμό.
Αγωνιζόμενος ως κεντρικός αμυντικός και ως ακραίος μπακ, δεν υπήρξε ποτέ ένας παίκτης με σπουδαία τεχνική κατάρτιση, αλλά ήταν αγαπητός από τους προπονητές, τους συμπαίκτες και τους φιλάθλους για τον δυναμισμό και την αυταπάρνησή του.
Κάπως έτσι, άλλωστε, διέγραψε μια σταδιοδρομία είκοσι ετών στα γήπεδα, όπου μεταξύ άλλων έκανε πραγματικότητα το παιδικό του όνειρο: Να παίξει στη Φέγενορντ, τη μεγάλη ομάδα της γενέτειράς του, το Ρότερνταμ.
Προτού καν κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, ξεκίνησε προπονητική καριέρα στην ερασιτεχνική Αϊσελμεργκόφελς, φιλοδοξούσε να φτάσει ψηλά, αλλά τα μέχρι τώρα χρόνια του στους πάγκους τα πέρασε κυρίως ως βοηθός, ενίοτε ως υπηρεσιακός και ως πρώτος μόνο σε επίπεδο Νέων.
Παρότι ασχολείται με την προπονητική περίπου μια δεκαετία, συνδυάζοντάς την με ένα escape room που είχε ανοίξει με έναν παλό του συμπαίκτη, δεν έχει καταφέρει να πάρει το UEFA Pro.
Το απαραίτητο, δηλαδή, πτυχίο για να μπορεί να εργαστεί στο υψηλότερο επίπεδο ως πρώτος προπονητής, αφού, όπως λέει ο ίδιος, δεν έχει καταφέρει να συμμορφωθεί με το (αυστηρό) πρωτόκολλο της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Ολλανδίας.
Και, επειδή ακριβώς δεν έχει το απαραίτητο πτυχίο, αυτή τη στιγμή κάθεται στον πάγκο της Φέγενορντ με προσωρινή άδεια, η οποία λήγει σε λίγες εβδομάδες και θέτει σε κίνδυνο την παραμονή του στον πάγκο της ομάδας, μια δουλειά που πήρε από… σπόντα πριν από δέκα ημέρες.
Την περασμένη Δευτέρα (10/02), προπαραμονή του πρώτου αγώνα με τη Μίλαν για τα πλέι οφ του Champions League, η διοίκηση της Φέγενορντ αποφάσισε να απολύσει τον Μπρίαν Πρίσκε, τον οποίο είχε επιλέξει το καλοκαίρι ως διάδοχο του Αρνε Σλοτ, όταν ο τελευταίος εξαργύρωσε την εξαιρετική του δουλειά στην ομάδα για να υπογράψει στη Λίβερπουλ.
Ο Δανός δεν είχε αντέξει την πολύ βαριά κληρονομιά που άφησε ο Σλοτ, θεωρούνταν εδώ και καιρό τελειωμένος, αλλά η διοίκηση αποφάσισε να του δείξει την πόρτα εξόδου 48 ώρες πριν από ένα από τα πιο σημαντικά, αν όχι το πιο σημαντικό, παιχνίδια της φετινής σεζόν.
Ο Μπόσχααρτ, ο οποίος δεν ήταν μέλος του τεχνικού τιμ του Πρίσκε, αλλά καθοδηγούσε την ομάδα Νέων, κλήθηκε από τη διοίκηση να αναλάβει ως υπηρεσιακός, παρότι δεν έχει το απαραίτητο δίπλωμα και, σε επίπεδο προπονητικής, δεν είχε εμπειρία σε τόσο υψηλό επίπεδο.
Ως παίκτης είχε σκοράρει μόλις μία φορά όσο αγωνιζόταν στην Ολλανδία (Ουτρέχτη, Φέγενορντ, Ντεν Χάαγκ), αφού έπαιξε και δύο χρόνια στην Αυστραλία. Κατά σύμπτωση, αυτό το μοναδικό γκολ σημειώθηκε σε αγώνα (προκριματικών) Champions League, εις βάρος της νορβηγικής Οντ Γκρένλαντ.
Στην ίδια διοργάνωση, ο Πάσκαλ βίωσε μια ονειρεμένη εβδομάδα. Αρχικά, με τη νίκη στο δεύτερο σπίτι του, το «Ντε Κάιπ», κόντρα στη Μίλαν των επτά Champions League και αστέρων που στοιχίζουν πολλά εκατομμύρια ευρώ, όπως ο Ραφαέλ Λεάο ή ο Ζοάο Φέλιξ.
Και, στη συνέχεια, με τη ρεβάνς στο «Τζουσέπε Μεάτσα», στο γήπεδο όπου τον Μάιο του 1970 η Φέγενορντ κατέκτησε για πρώτη (και μοναδική έως τώρα) φορά το Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Και να σκεφτεί κανείς ότι στη ρεβάνς η ολλανδική ομάδα βρέθηκε πίσω στο σκορ μόλις στο 38ο δευτερόλεπτο από γκολ του πρώην ποδοσφαιριστή της, Σαντιάγο Χιμένες, ο οποίος έγινε μόλις ο δεύτερος στην ιστορία της διοργάνωσης που σκοράρει υπέρ και εις βάρος της ίδιας ομάδας στην ίδια σεζόν.
Ο πρώτος και μοναδικός μέχρι τώρα ήταν ο Σουηδός Κόνι Τόρστενσον, ο οποίος τη σεζόν 1973-74 σκόραρε με την Ατβίνταμπεργκ εις βάρος της Μπάγερν Μονάχου στον πρώτο γύρο και εντυπωσίασε τόσο πολύ τους ανθρώπους του βαυαρικού συλλόγου, που πήρε μεταγραφή λίγες ημέρες μετά τις δύο αναμετρήσεις.
Εκτός από το γκολ-εξπρές, η Φέγενορντ είχε να αντιμετωπίσει την απουσία βασικότατων ποδοσφαιριστών (Μπίλιοβ, Τίμπερ, Χουάνγκ, Τράουνερ, Ζερούκι, Νιέουβκουπ) και ένιωσε να βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο. Οχι, όμως, για πολύ.
Υπό την καθοδήγηση του Μπόσχααρτ, ο οποίος είχε ζητήσει από τους παίκτες να απολαύσουν την εμπειρία, η ομάδα άντεξε στην πίεση των Ροσονέρι, έφτασε στην ισοφάριση με γκολ του Αργεντινού Χουλιάν Καράνσα και, εκμεταλλευόμενη την αποβολή του Τεό Ερναντές, πανηγύρισε την πρόκριση στη φάση των «16» της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, πρώτη φορά μετά από 50 χρόνια.
«Ως παίκτης ήμουν αρκετά τσαμπουκάς και έκανα τα πάντα για τη νίκη. Ως προπονητής, είμαι διαφορετικός άνθρωπος. Είμαι απόλυτα ήρεμος, γιατί, αν δείχνεις πολύ ταραγμένος στην άκρη του πάγκου, αυτό έχει αντίκτυπο στην ομάδα», εξηγεί ο 44χρονος προπονητής, ο οποίος ξέσπασε μόνο όταν ο Πολωνός διαιτητής Σιμόν Μαρτσίνιακ σφύριξε για τελευταία φορά στο «Μεάτσα».
Στη φάση των «16», όπως και στα πλέι οφ, η Φέγενορντ θα είναι το αουτσάιντερ, αφού θα αντιμετωπίσει μία εκ των Ιντερ ή Αρσεναλ. Και, ακόμα και στην περίπτωση που δεν κάθεται στην άκρη του πάγκου, εξαιτίας του προβλήματος που έχει με το UEFA Pro, ο Πάσκαλ Μπόσχααρτ δεδομένα θα το ζήσει με πάθος, ακόμα και ως φίλαθλος. Γιατί, πάνω απ’ όλα, είναι στρατιώτης στην υπηρεσία της ομάδας και του αθλήματος, έστω και αν έγινε κατά λάθος ήρωας…
