Μέχρι και σήμερα, ο Φρανκ ντε Λέιν θυμάται, σαν να έγινε χθες, τη συγκεκριμένη ιστορία. Σε ένα καμπ των ακαδημιών της Γάνδης στην Ισπανία, έκανε μια έντονη παρατήρηση σε έναν από τους πιτσιρικάδες, επειδή δεν βοήθησε στο μάζεμα του υλικού από το γήπεδο μετά το τέλος της προπόνησης.
Αυτός, θεωρώντας ότι τον είχε αδικήσει, γραπώθηκε από το δοκάρι σε μία από τις εστίες και δεν το άφηνε με τίποτα. Παρότι όλοι οι συμπαίκτες του είχαν ήδη πάει στα αποδυτήρια για ντουζ, αυτός ήταν εκεί, μπάστακας.
Τρεις προσπάθησαν να τον τραβήξουν, αλλά δεν μπορούσαν με τίποτα, είχε σφιχταγκαλιάσει το δοκάρι. «Εμεινα μαζί του γιατί σχεδίαζε να μείνει εκεί όλο το βράδυ. Υστερα από μια μακρά κουβέντα, κατάφερα να τον πείσω να αφήσει το δοκάρι. Γυρίσαμε μαζί στο ξενοδοχείο, πιασμένοι χέρι χέρι», θυμάται ο Ντε Λέιν, λέγοντας για τον πιτσιρικά ότι «ήταν απίστευτα πεισματάρης, έσκαγε γάιδαρο. Αλλά πιστεύω ότι αυτό το πείσμα, αυτός ο χαρακτήρας, τον έκανε τον παίκτη που είναι τώρα».
Εκείνος ο πιτσιρίκος που έσκαγε γάιδαρο με το πείσμα του δεν ήταν άλλος από τον σπουδαίο Κέβιν Ντε Μπρόινε, ο οποίος έμεινε έξι χρόνια στο φυτώριο της Γάνδης, αλλά έγινε επαγγελματίας αφού θήτευσε ακόμα τρία χρόνια στην ακαδημία της Γκενκ, η οποία θεωρείται η πιο πετυχημένη του Βελγίου.
Από την εποχή του Ντε Μπρόινε, πάντως, ο Ντε Λέιν δεν είχε δει παρόμοιο ταλέντο να περνάει τις πύλες της ακαδημίας της Γάνδης, μέχρι που εμφανίστηκε ο Τζόρτι Μόκιο, σε ηλικία 13 ετών.
Κεντρικός αμυντικός που μπορεί να αγωνιστεί με την ίδια άνεση ως αριστερό μπακ ή ως αμυντικός μέσος, γεννήθηκε στη Γάνδη, έχει καταγωγή από το Κονγκό και κατάφερε από πολύ νωρίς να τραβήξει την προσοχή μεγαλύτερων συλλόγων, οι οποίοι έκαναν ουρά έξω από την οικία Μόκιο για να εντάξουν τον Τζόρτι στα δικά τους τμήματα υποδομής.
Η Μπαρτσελόνα, η οποία διαθέτει με τη Μασία ένα από τα κορυφαία φυτώρια παγκοσμίως, έδειχνε πριν από λίγους μήνες να βρίσκεται μια ανάσα από την απόκτηση ενός ποδοσφαιριστή που, ως άλλος Λαμίν Γιαμάλ, φάνταζε θέμα χρόνου να πήγαινε από την ομάδα Νέων κατευθείαν στην πρώτη ομάδα.
Το έκανε, άλλωστε, στη Γάνδη, με την οποία πρόλαβε να καταγράψει τέσσερις συμμετοχές σε επίπεδο Ανδρών ως (πολύ) πιτσιρικάς. Στην Μπάρτσα έτριβαν τα χέρια τους για το «διαμάντι» που επρόκειτο να προσθέσουν στο έμψυχο δυναμικό τους, αλλά τελικά η μετακίνηση δεν έγινε ποτέ.
Ο λόγος; «Η Μπαρτσελόνα είπε: Θα κάνουμε με τον Τζόρτι ό,τι με τον Λαμίν Γιαμάλ ή τον Πάου Κουμπαρσί (σ.σ. παίκτες που δεν έχουν ακόμα ενηλικιωθεί και είναι ήδη βασικοί με την πρώτη ομάδα). Μιλήσαμε με τον Ντέκο, τον αθλητικό διευθυντή, γιατί επρόκειτο να προπονείται με την πρώτη ομάδα. Αλλά η πίεση εκεί είναι σε άλλη διάσταση», εξήγησε ο πατέρας του Μόκιο, Τιερί, για το «όχι» στους Μπλαουγκράνα.
«Και αν δεν πάει καλά το πράγμα, θα καταλήξεις για παράδειγμα στην Οσασούνα και χάθηκες. Το βήμα παραήταν μεγάλο. Κάποια στιγμή θέλαμε να υπογράψουμε στην Μπάρτσα, αλλά είδαμε ότι ήταν έτοιμοι να πουλήσουν έναν 19χρονο αμυντικό στην Πόρτο επειδή είχαν πάρα πολλούς (σ.σ. Μίκα Φαγέ). Δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό στον γιο μου», πρόσθεσε ο μπαμπάς Μόκιο.
Το «όχι» στην Μπαρτσελόνα έγινε «ναι» στο έτερο μεγαλύτερο φυτώριο της Ευρώπης, αυτό του Αγιαξ. Ο Τζόρτι φόρεσε τα ερυθρόλευκα του Αίαντα τον περασμένο Ιούνιο και, μόλις επτά μήνες αργότερα, κατάφερε να γράψει Ιστορία.
Σκοράροντας με πολύ ωραίο σουτ στην εκτός έδρας νίκη επί της Ουνιόν Σεν Ζιλουάς για τα πλέι οφ του Europa League, έγινε σε ηλικία 16 ετών, έντεκα μηνών και 15 ημερών ο νεαρότερος σκόρερ ολλανδικής ομάδας σε ευρωπαϊκή διοργάνωση.
Και, ταυτόχρονα, ο τρίτος νεαρότερος σκόρερ στην Ιστορία ενός συλλόγου που παραδοσιακά ποντάρει στα νιάτα, πίσω μόνο από τον Ράιαν Χράφενμπερχ, νυν παίκτη της Λίβερπουλ (16 ετών, τεσσάρων μηνών και δέκα ημερών) και τον Νάτσι Ούνουβαρ (Τβέντε, 16 ετών, επτά μηνών και εννέα ημερών) και μπροστά από τον θρυλικό Κλάρενς Ζέεντορφ (16 ετών, έντεκα μηνών και 24 ημερών).
Ο τελευταίος, μοναδικός παίκτης στην ιστορία που έχει κατακτήσει το Champions League με τρεις διαφορετικές ομάδες (Αγιαξ, Ρεάλ Μαδρίτης, Μίλαν), διατηρεί το ρεκόρ του νεαρότερου που έκανε ντεμπούτο στο ολλανδικό πρωτάθλημα κατά μόλις τρεις ημέρες (!) σε σχέση με τον Μόκιο.
«Ευτυχώς, η μεταγραφική αγορά έκλεισε!» έλεγε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, μετά τον αγώνα στο «Ρουά Μποντουέν» των Βρυξελλών, ο προπονητής του Αγιαξ, Φραντσέσκο Φαριόλι, γνωρίζοντας ότι οι «μνηστήρες» για τον πιτσιρικά θα αρχίσουν να κάνουν ουρά, ενόψει πλέον του καλοκαιριού.
Στο ντεμπούτο του στο πρωτάθλημα, κόντρα στη Φορτούνα Σιτάρντ, έπαιξε ως αριστερό μπακ και τα πήγε περίφημα. Στο ευρωπαϊκό παιχνίδι το έκανε ως αμυντικός μέσος, και πάλι ήταν άψογος.
«Ναι, είμαι 16 ετών!» απάντησε γελώντας σε έναν δημοσιογράφο που τον ρώτησε αν όντως είναι τόσο μικρός σε ηλικία. Μικρός στη ληξιαρχική πράξη, μεγάλος στο γήπεδο και έτοιμος να γράψει τη δική του ιστορία, αναδεικνυόμενος πλέον από μια ομάδα που ξέρει όσο λίγες να εκτιμά το ταλέντο από πολύ νεαρή ηλικία.
Ο θρυλικός Μάρκο φαν Μπάστεν, ο οποίος σχολίαζε τον αγώνα για την ολλανδική τηλεόραση, δεν δίστασε να θυμηθεί τον άλλοτε συμπαίκτη του, επίσης τεράστιο Φρανκ Ράικαρντ, για να παρομοιάσει την εμφάνιση του Μόκιο στη μεσαία γραμμή.
«Είναι πολύ εύκολο να χρησιμοποιείς τέτοια ονόματα, αλλά η αλήθεια είναι ότι διαθέτει πολύ καλή τεχνική με την μπάλα, βοηθάει την ομάδα και έχει θράσος», είπε για το «next big thing» του Αγιαξ ένας από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές που έβγαλε ποτέ το ολλανδικό ποδόσφαιρο.
Ο Μόκιο είναι από το γειτονικό Βέλγιο και, βεβαίως, έχει ήδη αγωνιστεί σε όλες τις μικρές εθνικές ομάδες των «κόκκινων διαβόλων». Ποιος ξέρει, ίσως προλάβει να ανταμώσει στην Ανδρών με τον Κέβιν ντε Μπρόινε, για να του πει και εκείνη την απίθανη ιστορία με τα δοκάρια. Ο ίδιος, πάντως, κάνει ήδη όνειρα για να δώσει το «παρών» στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026…
