Ισχυρές επιδόσεις διαπιστώνει η Jefferies στο asset management των ελληνικών τραπεζών. Η Jefferies υπολογίζει ότι τα υπό διαχείριση κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 7% σε τριμηνιαία βάση το τέταρτο τρίμηνο, κάτι που σημαίνει ότι είναι αυξημένα κατά 40% για το σύνολο του 2024. Οι καθαρές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 60% σε ετήσια βάση, στα 4,8 δισ. ευρώ, με τους αναλυτές να σημειώνουν ότι αυτά τα ισχυρά νούμερα είναι θετικά για τις προμήθειες των τραπεζών τόσο εν αναμονή των αποτελεσμάτων του δ΄ τριμήνου, όσο και καθώς μπαίνουμε στο 2025. Η Εθνική Τράπεζα εμφάνισε τις ισχυρότερες επιδόσεις για το έτος, καθώς πέτυχε αύξηση του μεριδίου αγοράς της στο asset management (στο 14%) και είχε τη μεγαλύτερη αύξηση πωλήσεων. Πάντως, η Eurobank διατηρεί την κορυφαία θέση στο asset management, με μερίδιο αγοράς 26%. Η Jefferies εντοπίζει μια ευκαιρία στις προμήθειες, με δεδομένο ότι αυτές είναι χαμηλές, ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αλλά και με τις άλλες τράπεζες της Ν. Ευρώπης. Τα υπό διαχείριση κεφάλαια στην Ελλάδα αντιστοιχούν στο 10% του ΑΕΠ, την ώρα που το αντίστοιχο ποσοστό στην Ε.Ε. διαμορφώνεται στο 35%. Σε σχέση με τις καταθέσεις των νοικοκυριών, τα κεφάλαια υπό διαχείριση διαμορφώνονται στην Ελλάδα στο 10%, έναντι 46% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος.
Πιέσεις από το εξωτερικό περιβάλλον
Υποχώρηση κατέγραψε ο Δείκτης Εμπιστοσύνης των ΜμΕ κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024, παραμένοντας ωστόσο πάνω από τον μέσο όρο της τελευταίας δεκαετίας. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, η πτώση αυτή, που παρατηρείται σε όλους τους κλάδους, αντανακλά εν μέρει μια διόρθωση μετά τις ιστορικά υψηλές προσδοκίες του προηγούμενου εξαμήνου, οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν. Στον ίδιο τόνο, κάμψη παρουσίασε το ποσοστό των επιχειρήσεων (51% έναντι 60% το προηγούμενο εξάμηνο) που προωθεί στρατηγικές ανάπτυξης, παραμένοντας ωστόσο σε υγιή επίπεδα. Οι παραπάνω ενδείξεις αποτυπώνουν τη στάση αναμονής που έχουν υιοθετήσει οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η οποία μπορεί εν πολλοίς να αποδοθεί στην αυξανόμενη πίεση του εξωτερικού περιβάλλοντος. Συγκεκριμένα, η παγκόσμια αβεβαιότητα (όπως αυτή αποτυπώνεται στον δείκτη του Economist Intelligence Unit) προσέγγισε στα τέλη 2024 επίπεδα 50% υψηλότερα από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο της. Η επιδείνωση αυτή δεν έχει περάσει απαρατήρητη από τις ελληνικές ΜμΕ, με τη βιομηχανία και το εμπόριο (κυρίως το χονδρικό) να επηρεάζονται περισσότερο λόγω της υψηλής τους έκθεσης στις διαταραχές των διεθνών εμπορικών ροών. Η επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος, διαχρονικά, επηρεάζει τόσο τις επενδυτικές αποφάσεις όσο και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Κατά την τελευταία πενταετία –που περιλαμβάνει την πανδημία και την ενεργειακή κρίση– τα 2/3 των επιχειρήσεων που επηρεάστηκαν από δυσμενείς εξωτερικές συνθήκες αναγκάστηκαν, είτε να αναβάλουν επενδύσεις, είτε να αθετήσουν τρέχουσες υποχρεώσεις.
Στροφή προς την Ευρώπη
Με βάση τα συμπεράσματα που προέκυψαν από δημοσκόπηση που πραγματοποίησε η BofA με τη συμμετοχή 214 επαγγελματιών επενδυτών με συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια 576 δισ. δολαρίων, οι αναλυτές του οίκου σημειώνουν ότι εάν οι ανησυχίες που εκφράζονται στην αγορά για τους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ και για αναταραχή στα ομόλογα αποδειχθούν αβάσιμες, τότε η διάθεση είναι risk-on και οι αγορές που έμειναν πίσω θα καλύψουν το χαμένο έδαφος. Σε επίπεδο επιμέρους αγορών, η BofA διαπιστώνει μια στροφή των επενδυτών από τις αμερικανικές μετοχές –οι οποίες ωστόσο παραμένουν πρώτη επιλογή των χαρτοφυλακίων– προς την Ευρώπη. Ειδικότερα, οι overweight θέσεις στις αμερικανικές μετοχές υποχώρησαν από το ρεκόρ 36% του Δεκεμβρίου στο 19% τον Ιανουάριο. Οι τοποθετήσεις των χαρτοφυλακίων στα χρηματιστήρια της Ευρωζώνης αυξήθηκαν κατά 26 ποσοστιαίες μονάδες, στη μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση από τον Φεβρουάριο του 2015 και διαμορφώνονται σε 1% overweight. Οι προσδοκίες για την παγκόσμια οικονομία υποχώρησαν, ενώ οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι οι υψηλότερες από τον Μάρτιο του 2022. Το 79% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκια το 2025, έναντι του 2% που περιμένει αύξηση των επιτοκίων.
Το… gap μέχρι τα 100 εκατ. ευρώ
Εκτός από το deal της Μπάρμπα Στάθης, το οποίο βρίσκεται στην τελευταία του φάση, το CVC έχει σε προτεραιότητα την αποεπένδυση από ένα άλλο asset, το οποίο είναι το ακίνητο της Εθνικής Ασφαλιστικής στη Λεωφόρο Συγγρού. Πληροφορίες θέλουν να εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από τρεις επενδυτές, με τη μεγαλύτερη προσφορά να δίνεται από την Dimand. Το τίμημα φέρεται να είναι λίγο πάνω από τα 80 εκατ. ευρώ, αρκετά χαμηλότερο όμως από τα επίπεδα των 100 εκατ. ευρώ που είχε βάλει ως πήχυ το fund. Σύμφωνα με μεσιτικούς κύκλους, πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σημαντικό asset λόγω μεγέθους –επιφάνεια 67.858 τετραγωνικών μέτρων– αλλά και θέσης, το οποίο, εκτός από γραφεία, μπορεί να φιλοξενήσει επίσης ξενοδοχείο, κατοικίες και εμπορικά καταστήματα. Το CVC θα ζητήσει από τους υποψήφιους επενδυτές να αυξήσουν το προσφερόμενο τίμημα, αλλά είναι άγνωστο αν μειωθεί το… gap.Το θέμα, ωστόσο, είναι πόσα είναι διατεθειμένοι να δώσουν οι… μνηστήρες.
Πωλήσεις ακινήτων ύψους 13,65 εκατ. ευρώ
Σε πωλήσεις ακινήτων που πρόκειται να της αποφέρουν 13,65 εκατ. ευρώ προχωρά η Bed & Bath. Ειδικότερα, το Δ.Σ. της εταιρείας ενέκρινε την πώληση προς την Euroestate Α.Ε. ακίνητων που βρίσκονται στη Μεταμόρφωση Αττικής (13ο χλμ. Ε.Ο. Αθηνών – Λαμίας) αντί 8 εκατ. ευρώ. Επίσης, ενέκρινε την πώληση προς την Grandline Consultants A.E. ενός ακινήτου – κτιρίου ιδιοκτησίας της σε ποσοστό εξ αδιαιρέτου 50%, το οποίο βρίσκεται στην Ερμού, στο Μοναστηράκι, αντί 4,75 εκατ. ευρώ. Τέλος, προχωρά στην πώληση προς την εταιρεία «Λ. Αλεξάνδρας 22 Α.Ε.», ενός ακινήτου που διαθέτει επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, έναντι 990 χιλ. ευρώ.
Πρώτο κατάστημα στην Πάτμο
Παρουσία στην Πάτμο απέκτησε η Σκλαβενίτης παίρνοντας το κατάστημα που λειτουργούσε εδώ και αρκετά χρόνια η ΑΒ Βασιλόπουλος (ως AB Food Market). Η ενίσχυση του δικτύου σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας αποτελεί βασικό πυλώνα της αναπτυξιακής στρατηγικής του κορυφαίου retailer της χώρας. Ειδικότερα στα Δωδεκάνησα, η αλυσίδα διευρύνει περαιτέρω το αποτύπωμά της, καθώς ήδη διαθέτει 6 καταστήματα (σε Ρόδο, Κω και Κάλυμνο). Συνολικά το επενδυτικό πλάνο της Σκλαβενίτης για τη διετία 2024-2025, συνολικού ύψους 280 εκατ. ευρώ βρίσκεται σε εξέλιξη, έχοντας προγραμματίσει για φέτος επενδύσεις που ξεπερνούν τα 150 εκατ. ευρώ.
Σταθερά μεγέθη
Σταθεροποιητικά κινήθηκαν τα βασικά μεγέθη των Εκπαιδευτηρίων Καίσαρη για την οικονομική χρήση 2023/2024 που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 2024. Ειδικότερα ο κύκλος εργασιών ενισχύθηκε κατά 3,12% στα 6,08 εκατ. ευρώ από 5,9 εκατ. ευρώ στην αμέσως προηγούμενη χρήση, ενώ υποχώρησαν ελαφρώς (σε ποσοστό 1,97%) τα προ φόρων κέρδη στο 1,22 εκατ. ευρώ από 1,29 εκατ. στη χρήση 2022/2023. Τα καθαρά κέρδη διαμορφώθηκαν σε 917 χιλ. ευρώ από €996 χιλ. την περίοδο 2022/2023.
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει.Για να σχολιάσετε, συμπληρώστε τα στοιχεία σας (όνομα, επώνυμο) στο λογαριασμό σας.Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ». Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.