Στο σχολείο τον αποκαλούσαν «πολυβόλο», όχι όμως επειδή σκόραρε… κατά ριπάς στους ποδοσφαιρικούς αγώνες που έδιναν στην αυλή οι μαθητές στα διαλείμματα, κάτι που έκανε με συνέπεια. Τον φώναζαν έτσι απαξιωτικά, επειδή από μικρός έπασχε από τραυλισμό και δυσκολία στην ομιλία.
Ο Χάμες Νταβίντ Ροντρίγκες Ρούμπιο ανήκε στο 1% του παγκοσμίου πληθυσμού που πάσχει από διαταραχή της ομιλίας. Εξαιτίας αυτής της διαταραχής ήταν αρνητικός στο να δίνει τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές συνεντεύξεις στα πρώτα χρόνια της καριέρας του.
Δούλεψε σκληρά για δεκάδες ώρες με λογοθεραπευτές και κατάφερε σε πολύ μεγάλο βαθμό να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα, εξαιτίας του οποίου πάντως συνέχισε να αντιμετωπίζει χλεύη και κοροϊδία, όταν πλέον θεωρούνταν ο ανερχόμενος αστέρας του κολομβιανού και, κατ’ επέκταση, του νοτιοαμερικανικού ποδοσφαίρου.
Σε ηλικία 23, ετών και αφού είχε ήδη τραβήξει επάνω του τα φώτα με τις εμφανίσεις του σε Πόρτο και Μονακό, έκανε το μεγάλο «μπαμ» στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας, όπου αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ, σημείωσε ένα καταπληκτικό γκολ κόντρα στην Ουρουγουάη και λίγο έλειψε να οδηγήσει την Κολομβία μέχρι τα ημιτελικά.
Ο πρόεδρος της Ρεάλ Μαδρίτης, Φλορεντίνο Πέρεθ, εντυπωσιάστηκε από τα κατορθώματα του νεαρού Κολομβιανού και δεν δίστασε να δώσει 75 εκατ. ευρώ, τριάντα περισσότερα απ’ όσα είχε δώσει μόλις έναν χρόνο πριν η Μονακό στην Πόρτο, προκειμένου να τον πάρει από το Πριγκιπάτο και να τον πάει στο παλάτι της Βασίλισσας.
Το παιδικό όνειρο του Χάμες, ο οποίος μόλις σε ηλικία πέντε ετών βίωσε την εγκατάλειψη από τον βιολογικό του πατέρα, είχε γίνει πραγματικότητα, έστω και αν η φανέλα της ομάδας των 15 Champions League (δέκα τότε) αποδείχθηκε (πολύ) βαριά.
Παρότι ήταν από τους αγαπημένους παίκτες του προπονητή Κάρλο Αντσελότι, ο οποίος στη συνέχεια τον πήρε μαζί του σε Μπάγερν Μονάχου και Eβερτον, όπου και εργάστηκε, ο Χάμες δεν μπόρεσε ποτέ να δικαιολογήσει απόλυτα τα χρήματα που δαπανήθηκαν γι’ αυτόν, έχοντας προβλήματα με προπονητές όπως ο Ράφα Μπενίτεθ και ο Ζινεντίν Ζιντάν.
Και, παρότι το να φοράς τη φανέλα με το «10» στη Ρεάλ, δίπλα σε ζωντανούς θρύλους του αθλήματος όπως ο Τόνι Κρόος, ο Λούκα Μόντριτς ή ο Κριστιάνο Ρονάλντο, συνιστά την ύψιστη τιμή για έναν ποδοσφαιριστή, στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου» ξεκίνησε επί της ουσίας η κατάρρευση του μεγαλύτερου δημιουργικού ταλέντου που γέννησε η Κολομβία από την εποχή του Κάρλος Βαλντεράμα.
Με τα χρόνια, ο Χάμες έβγαλε τη Ρεάλ από μέσα του, αλλά η Ρεάλ δεν βγήκε ποτέ από μέσα του. Από τη στιγμή που έπαιξε στην κατά πολλούς κορυφαία ομάδα του πλανήτη, ο Ροντρίγκες ένιωσε ότι δεν… βλέπει κανέναν.
Oτι είναι σταρ πρώτης γραμμής, ιδιότητα που είχε κατακτήσει με το σπαθί του και την οποία επιβεβαίωναν και οι ετήσιες αποδοχές του, οι οποίες στην Ρεάλ ξεπερνούσαν αρχικά τα πέντε εκατομμύρια ευρώ και κάθε χρόνο ανέβαιναν σταδιακά.
Oσο ανέβαιναν οι απολαβές του, όμως, έπεφτε η διάθεση του Χάμες για τη σκληρή δουλειά που είχε κάνει και τον έφερε από την άσημη αργεντίνικη Μπάνφιλντ έως την Ευρώπη και σε συλλόγους που εξασφάλιζαν όχι μόνο τον ίδιο, αλλά και πολλές γενιές της οικογένειάς του.
Το 2011, παντρεύτηκε τη βολεϊμπολίστρια Ντανιέλα Οσπίνα, αδελφή του τερματοφύλακα της εθνικής Κολομβίας, Νταβίντ, με την οποία απέκτησε μια κόρη ονόματι Σαλομέ, την οποία και λατρεύει.
Μόλις έξι χρόνια μετά τον γάμο του, όμως, το ζευγάρι χώρισε, γιατί απλούστατα ο Χάμες ανακάλυψε ότι το να είσαι ποδοσφαιριστής, και μάλιστα πρώτης γραμμής, σου σερβίρει στο πιάτο πολλές χαρές που δεν βρίσκονται μόνο στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου.
Το 2019, ο Κολομβιανός απέκτησε με παρένθετη μητέρα τον πρώτο του γιο, τον οποίο ονόμασε Σαμουέλ. Αμφότερα τα παιδιά του έχουν βιβλικά ονόματα, ο ίδιος δηλώνει βαθιά θρησκευόμενο άτομο, αλλά εδώ και χρόνια δεν κάνει τίποτε άλλο από το να αυτοκαταστρέφεται, όχι τόσο με τις επιλογές ομάδων που κάνει, αλλά με τη συμπεριφορά του σε αυτές.
Μετά την τελευταία, αρνητική του εμπειρία στην Eβερτον, όπου μπήκε στην δεκάδα των χειρότερων μεταγραφών της σεζόν στην Premier League και αντάμωσε και πάλι με τον… παλιόφιλο Ράφα Μπενίτεθ, άρχισε ξεκάθαρα η οριστική κάτω βόλτα στην καριέρα του, παρότι ήταν μόλις τριάντα ετών και, θεωρητικά τουλάχιστον, είχε μπροστά του τρία-τέσσερα χρόνια καλής μπάλας ακόμα.
Δελεασμένος από τα χρήματα (έντεκα εκατ. ευρώ τον χρόνο), υπέγραψε στην Αλ Ραγιάν του Κατάρ, όπου άντεξε έναν χρόνο (παρά κάτι μέρες), επικαλούμενος προβλήματα στην προσαρμογή, αφού του έλεγαν να τρώει με τα χέρια, κάτι που δεν μπορούσε να κάνει, αλλά και να κάνει μπάνιο στα αποδυτήρια με τα ρούχα του (!), κάτι που βεβαίως δεν δέχθηκε.
Ο Ολυμπιακός είδε στο πρόσωπό του τον σούπερ σταρ που θα τον άλλαζε επίπεδο και, μάλιστα, είχε την ευκαιρία να βρει στον Πειραιά έναν καλό του φίλο και παλιό συμπαίκτη στη Ρεάλ, τον Βραζιλιάνο αριστερό μπακ Μαρσέλο.
Η συμφωνία με τους δύο ποδοσφαιριστές προκάλεσε ντελίριο ενθουσιασμού στον κόσμο, αλλά σύντομα αποδείχθηκε ότι το γήπεδο, ο μεγαλύτερος και μοναδικός κριτής, ήταν αμείλικτος.
Ο Χάμες, όταν ήταν υγιής, έδειχνε ψήγματα του αναμφισβήτητου ταλέντου του. Σπάνια, όμως, ήταν υγιής. Και, όταν αποκόμιζε μυϊκούς τραυματισμούς, δεν δούλευε αρκετά ώστε να επιστρέψει νωρίτερα και πιο δυνατός, ενώ έβγαζε συνεχώς από μέσα του το κακώς εννοούμενο σταριλίκι.
«Aνθρωποι από τον σύλλογο έλεγαν ότι πήγαινα σε στριπτιτζάδικα, αλλά ήταν ψέματα. Hταν μια συνωμοσία εναντίον μου» υποστήριξε όταν, μετά από μόλις επτά μήνες, έλυσε κοινή συναινέσει το συμβόλαιό του με τους «ερυθρόλευκους».
Στη Σάο Πάουλο, όπου επίσης έφτασε ως ο μεγάλος σταρ και ο νέος ηγέτης, άντεξε μόλις έναν χρόνο, αφού ποτέ δεν έδωσε την απαιτούμενη αγωνιστική ένταση που ζητούσαν από αυτόν οι υπεύθυνοι του βραζιλιάνικου συλλόγου.
Η αλυσίδα των αποτυχιών συνάντησε έναν ακόμα κρίκο στη Ράγιο Βαγιεκάνο, η οποία απέκτησε τον Χάμες ως τον σταρ για να γιορτάσει τα εκατό χρόνια ιστορίας της. Ο Ροντρίγκες επέστρεψε στην αγαπημένη του Μαδρίτη, ήθελε να κάνει μια νέα αρχή, αλλά αυτό αποδείχθηκε και πάλι μάταιο.
Μόλις τέσσερις μήνες μετά τις υπογραφές και με επτά συμμετοχές, το συμβόλαιο λύθηκε εκ νέου κοινή συναινέσει, με τον 33χρονο μεσοεπιθετικό από την Κουκούτα να ψάχνει πλέον τον δωδέκατο διαφορετικό σταθμό μιας καριέρας που ξεκίνησε με τις καλύτερες προοπτικές αλλά, σε καμία περίπτωση, δεν είχε την αναμενόμενη εξέλιξη.
Εκτός γηπέδων, ο Χάμες έχει αποδειχθεί ένας εξαίρετος διαχειριστής της περιουσίας του αφού, με τις κατάλληλες επενδύσεις και τους κατάλληλους συμβούλους στο πλευρό του, έχει στην τράπεζα πάνω από εκατό εκατ. ευρώ, με επιχειρήσεις που έχουν να κάνουν με τον καφέ (ως σωστός Κολομβιανός), το νερό, αλλά και αγροτικά μηχανήματα.
Μέσα στο γήπεδο, όμως, όπου είναι μόνος του, δείχνει μια μοναδική ικανότητα να παίρνει τις λάθος αποφάσεις και να οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε ένα άδοξο φινάλε καριέρας, που σίγουρα δεν ταιριάζει στο ταλέντο του με την μπάλα στα πόδια.
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε. Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
