Πάθος. Είναι η λέξη που τον χαρακτηρίζει. Είναι αυτή που σημάδεψε τη σταδιοδρομία του ως ποδοσφαιριστή, σημαδεύει την καριέρα του ως προπονητή και έχει τον πρώτο λόγο στη ζωή του.
Αυτό το πάθος τον έχει οδηγήσει πολλές φορές σε λάθος μονοπάτια. Αλλες φορές, όμως, αποτέλεσε το πιο δυνατό του όπλο για την επιτυχία, για την υπέρβαση και για την αναγνώριση, τόσο όταν φορούσε σορτσάκι όσο και τώρα που φοράει κοστούμι, έστω και σπορ.
Ο Σέρζιο Πάουλο Μαρσενέιρο ντα Κονσεϊσάο δεν κατέφυγε στο πάθος του για το επόμενο προπονητικό του βήμα μετά από μια επταετία στην Πόρτο. Τον Απρίλιο, με το συμβόλαιό του να λήγει λίγες εβδομάδες αργότερα, το επέκτεινε έως το 2028, ως ξεκάθαρη κίνηση στήριξης στον τότε πρόεδρο, Ζόρζε Νούνο Πίντο ντα Κόστα, ενόψει των επικείμενων εκλογών.
Οι εκλογές έγιναν, ο Πίντο ντα Κόστα έχασε από τον Αντρέ Βίλας Μπόας, και ο μακροβιότερος και πλέον πολυνίκης πρόεδρος στην Ιστορία του ποδοσφαίρου (42 χρόνια και 69 τίτλους αντίστοιχα) κατέβηκε από τον θρόνο του, με τον Κονσεϊσάο να τον ακολουθεί.
Θα μπορούσε να καθίσει στο συμβόλαιό του ή τους έντεκα τίτλους του στο τιμόνι των Δράκων, παλμαρέ που τον καθιστά τον δεύτερο πιο πετυχημένο προπονητή στην Ιστορία του πορτογαλικού ποδοσφαίρου, πίσω μόνο από τον Ζόρζε Ζεσούς (με δώδεκα). Δεν το έκανε όμως.
Στη ζωή του, άλλωστε, δεν έμαθε ποτέ να είναι… βολεμένος. Οταν ήταν 16 ετών και μία ημέρα μετά την είσοδό του στα τμήματα υποδομής της Πόρτο, έχασε τον οικοδόμο πατέρα του σε δυστύχημα με μοτοσικλέτα. Η νοικοκυρά μητέρα του, καθηλωμένη ήδη σε αναπηρικό καροτσάκι εξαιτίας προβλημάτων υγείας, πέθανε δύο χρόνια αργότερα.
Ο έφηβος Σέρζιο ενηλικιώθηκε πριν από την ώρα του, αφού χρειάστηκε να διαχειριστεί την απώλεια των γονιών του, αλλά και ενός νεότερου αδελφού του, από τα συνολικά οκτώ παιδιά της οικογένειας Κονσεϊσάο.
«Ηταν οι πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Σκέφτηκα να παρατήσω το ποδόσφαιρο, γιατί ένιωθα χαμένος», θυμάται ο Σέρζιο, ο οποίος δεν το έκανε για να στηρίξει την οικογένειά του. Και, τρεις δεκαετίες αργότερα, δρέπει καθημερινά τους πλούσιους καρπούς αυτής της γενναίας απόφασης.
Μετά το «διαζύγιο» με την Πόρτο απέρριψε έντεκα (!) προτάσεις συνεργασίας. Ούτε μία, ούτε, δύο, αλλά έντεκα: Τέσσερις από τη Βραζιλία (Γκρέμιο, Κορίνθιανς, Μποταφόγκο, Σάντος), τρεις από την Αγγλία (Γουέστ Χαμ, Γουλβς, Εβερτον), τρεις από τη Γαλλία (Μαρσέιγ, Ναντ, Ρεν) και μία από την Κροατία (Ντιναμό Ζάγκρεμπ).
Περίμενε την πρόταση ενός μεγάλου συλλόγου, το κάλεσμα από ένα «τζάκι» της Ευρώπης. Τέτοια ήταν η Μίλαν των επτά Champions League, των 19 πρωταθλημάτων και, πλέον, των οκτώ Σούπερ Καπ Ιταλίας.
Ο Κονσεϊσάο ανέλαβε επίσημα την τελευταία Δευτέρα του 2024, λίγες ώρες μετά την απόλυση του συμπατριώτη του Πάουλο Φονσέκα. Αφορμή και όχι αιτία ήταν η εντός έδρας ισοπαλία με τη Ρόμα, η οποία κράτησε καρφωμένους τους Ροσονέρι στην όγδοη θέση της Serie A.
Την πρώτη Δευτέρα του 2025, ο 50χρονος από την Κοΐμπρα είχε ήδη τον πρώτο τίτλο ως Μιλανέζος στο παλμαρέ του. Αρκούσαν μόλις δύο παιχνίδια, όντας ο προπονητής της Μίλαν που λιγότερα ματς χρειάστηκε για να πάρει έναν τίτλο, έστω και αν αυτός δεν είναι πρώτης γραμμής.
Στον ημιτελικό του Super Coppa την περασμένη Παρασκευή (03/01), η Μίλαν ανέτρεψε σκορ 0-1 κόντρα στη Γιουβέντους και την υποχρέωσε στην πρώτη εντός συνόρων ήττα στη φετινή περίοδο.
Το βράδυ της Δευτέρας (06/01), η πρωταθλήτρια Ιντερ του καλού του φίλου και άλλοτε συμπαίκτη του στη Λάτσιο, Σιμόνε Ιντσάγκι, έδειχνε να αγκαλιάζει το τέταρτο διαδοχικό Σούπερ Καπ όταν προηγήθηκε με 2-0 στο ξεκίνημα του δευτέρου ημιχρόνου.
Αν κάτι, όμως, έχει καταφέρει να προσδώσει στην ομάδα ο Κονσεϊσάο στις λίγες ημέρες της παρουσίας του, είναι το πάθος του. Η Μίλαν, με επική αντεπίθεση διαρκείας, σημείωσε τρία γκολ εις βάρος των Νερατζούρι μέσα σε σαράντα αγωνιστικά λεπτά και πήρε μια κούπα που της δίνει άλλη προοπτική για τη συνέχεια της σεζόν.
Ο Σέρζιο, ο οποίος έζησε κάθε στιγμή των δύο αγώνων με φουλ ένταση, βούρκωσε στο φινάλε του τελικού, αγκαλιασμένος με τους συνεργάτες του, τους οποίους είχε μαζί του στην Πόρτο, αλλά και πολλούς εξ αυτών στις προηγούμενες προπονητικές περιπέτειές του σε Ολιανένσε, Ακαδέμικα, Μπράγκα, Βιτόρια Γκιμαράες και Ναντ.
Ο βοηθός Σιραμάνα Ντεμπελέ, ο προπονητής τερματοφυλάκων Ντιαμαντίνο Φιγκεϊρέδο, ο βοηθός προπονητή τερματοφυλάκων Βέντραν Ρούνιε, ο φυσιολόγος Εντουάρντο Ολιβέιρα και ο Φάμπιο Μούρα.
Νέο πρόσωπο ο Ζοάο Κόστα, συνεργάτης για πολλά χρόνια του Φερνάντο Σάντος στον ΠΑΟΚ και στην εθνική Πορτογαλίας, ο οποίος πήρε τη θέση του Βίτορ Μπρούνο, ο οποίος επέλεξε το καλοκαίρι να παραμείνει στην Πόρτο ως πρώτος προπονητής, διαδεχόμενος τον Κονσεϊσάο.
Αυτοί είναι οι λίγοι πραγματικοί φίλοι που έχει στο ποδόσφαιρο. Με τον Ιντσάγκι τα είπε σε εγκάρδιο τόνο πριν και μετά, αλλά βεβαίως απόλαυσε στο φουλ το γεγονός ότι τον νίκησε και μάλιστα με τέτοια ανατροπή.
«Ηρθα για τίτλους, όχι για να κάνω φίλους», ήταν η πιο χαρακτηριστική ατάκα του στη διάρκεια της παρουσίασής του, ως ένα ξεκάθαρο μήνυμα, κατ’ αρχάς προς τους ποδοσφαιριστές του και στη συνέχεια προς όλους όσους θα συναντήσει στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στην ομάδα-θρύλο του Μιλάνου, η οποία φιλοδοξεί να κρατήσει αρκετά χρόνια.
Ως ποδοσφαιριστής, εκτός από τις επελάσεις του από τα άκρα της επίθεσης, την ταχύτητα, την ντρίμπλα και την εκτελεστική του δεινότητα, ξεχώριζε για την… ικανότητά του να μπλέκει σε καβγάδες.
Ο χειρότερος όλων έλαβε χώρα όταν έπαιζε στο Βέλγιο με τη Σταντάρ Λιέγης και αφού είχε φορέσει τις (βαριές) φανέλες των Πόρτο, Λάτσιο, Πάρμα και Ιντερ. Σε ημιτελικό Κυπέλλου με τη Ζούλτε Βάρεγκεμ αποβλήθηκε επειδή έφτυσε αντίπαλο και, αποχωρώντας από τον αγωνιστικό χώρο, έβγαλε τη φανέλα του και την κόλλησε στο πρόσωπο του διαιτητή, σφίγγοντας τη γροθιά του, ενώ έκανε χειρονομίες στους αντίπαλους οπαδούς.
Ως αρχηγός, τιμωρήθηκε με αποκλεισμό 4,5 μηνών, σπιλώνοντας ό,τι είχε κάνει μέχρι τότε με τη φανέλα της Στάνταρ, χάρη στα οποία είχε αναδειχθεί κορυφαίος παίκτης στο Βέλγιο το 2005. Εκλεισε τη μακρά καριέρα του, διανθισμένη με 56 διεθνείς συμμετοχές και ένα χατ-τρικ κόντρα στη Γερμανία στο Euro2000, στον ΠΑΟΚ.
Στη Θεσσαλονίκη, δέθηκε με τον Δικέφαλο και τον κόσμο του και ήρθε ουκ ολίγες φορές σε αντιπαράθεση με αντίπαλους προπονητές, ποδοσφαιριστές και φιλάθλους (το πάθος που λέγαμε). Και, παρότι αποδέχθηκε την πρόταση του προέδρου Ζήση Βρύζα να αναλάβει ρόλο διευθυντή του ποδοσφαιρικού τμήματος, το έκανε μόλις για επτά μήνες και μέχρι την παραίτηση του Φερνάντο Σάντος από την τεχνική ηγεσία.
Προτού φύγει, έστειλε στη διοίκηση τη λίστα με τα πριμ, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτήν κάθε άνθρωπο του ποδοσφαιρικού τμήματος, ώστε να επιβραβευτούν όλοι για τη δουλειά τους, όσο μεγάλη ή μικρή και αν ήταν αυτή για το κοινό καλό.
Στο φινάλε της λίστας, υπήρχε μια σημείωση-προτροπή: Αν δεν εγκρινόταν το πριμ (οι πληροφορίες κάνουν λόγο για χίλια ευρώ στον καθένα), τα χρήματα θα δίνονταν από την αμοιβή του!
Αυτός είναι ο Κονσεϊσάο. Ενας άνθρωπος γεμάτος πάθος για ό,τι κάνει, που δεν ξεχνάει και στηρίζει τους ανθρώπους του, όπως κάνει συνεχώς με την οικογένειά του και τα πέντε αγόρια του (Σέρζιο, Ροντρίγκο, Μοϊσές, Φρανσίσκο και Ζοσέ), που φιλοδοξεί να κάνει το ίδιο και στη Μίλαν.
Στην πρωτεύουσα της Λομβαρδίας θεωρούν ότι είναι ο κατάλληλος προπονητής για να βάλει την ομάδα στον ίσιο δρόμο, να της δώσει ψυχή, να βγάλει τον καλύτερο εαυτό των αναμφίβολα ταλαντούχων ποδοσφαιριστών της, προεξέχοντος του συμπατριώτη του Ραφαέλ Λεάο και, τουλάχιστον, να την οδηγήσει στην πρώτη τετράδα, προκειμένου να ανανεώσει την παρουσία της στο Champions League. Ο δρόμος είναι μακρύς και γεμάτος αγκάθια, αλλά το πρώτο βήμα, αν μη τι άλλο, γεννάει πολλές ελπίδες ότι όλα θα πάνε καλά…
